Μια... αιρετική άποψη εκφράζει για μια ακόμη φορά ο διάσημος οικονομολόγος, Τομά Πικετί, σε συνέντευξή του στο ευρωπαϊκό δίκτυο LENA ((Leading European Newspaper Alliance), στο οποίο ανήκει και η γερμανική εφημερίδα Die Welt.
Τι θα συμβούλευε ο Τομάς Πικετί τον Γάλλο Πρόεδρο και τη Γερμανίδα Καγκελάριο, αν τους είχε απέναντί του; «Θα έκανα έκκληση και στους δύο και θα τους έλεγα: Στηριχτείτε στον ΣΥΡΙΖΑ και τους Podemos. Δεν είναι τέλειοι, δεν έχουν καμιά εμπειρία, αλλά είναι πολύ λιγότερο επικίνδυνοι από τους Βρετανούς, Ούγγρους και Γάλλους δεξιούς λαϊκιστές, διότι αυτοί τουλάχιστον σκέπτονται διεθνιστικά. Εκτός αυτού, η Μέρκελ και ο Ολάντ θα πρέπει να στείλουν ένα σαφές μήνυμα στην Ισπανία και τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου ότι χρειαζόμαστε ένα μορατόριουμ, μια συμφωνία προσωρινής αναστολής της πληρωμής των χρεών, για όσο διάστημα δεν υπάρχει ανάπτυξη».
Ο Γάλλος οιονομολόγος, ο οποίος είχε προειδοποιήσει από την έναρξη της ελληνικής κρίσης για πιθανή κατάρρευση της Ευρώπης, υποστήριξε επίσης ότι «το Βrexit είναι μια πολιτική καταστροφή, κυρίως για τους νέους. Στην Ευρώπη παίζουμε εδώ και χρόνια με τη φωτιά. Παραδόξως, όμως, η έξοδος ήρθε από μια χώρα η οποία δεν είναι μέλος της ευρωζώνης. Εν τούτοις είναι δική μας η ευθύνη, διότι η Ευρώπη απέτυχε στην αντιμετώπιση της χειρότερης οικονομικής κρίσης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, διότι μετατρέψαμε την κρίση του 2008, η οποία ήρθε από έξω, σε ευρωπαϊκή κρίση, διότι κάναμε την αμερικάνική κρίση μια συλλογική κρίση χρέους η οποία δεν λέει να τελειώσει. Και ενώ οι ΗΠΑ ανέκαμψαν, προκαλέσαμε στην ευρωζώνη μια δεύτερη ύφεση».
Ο Τομάς Πικετί εξήγησε και το γιατί: «Επειδή πήραμε τις λάθος αποφάσεις. Θέλαμε να εξαλείψουμε τα ελλείμματα όσο γίνεται πιο γρήγορα, και έτσι καταπνίξαμε εν τη γενέσει της την ανάπτυξη. Ελπίζω ότι οι ηγέτες των κυβερνήσεων, κυρίως η Άγγελα Μέρκελ, θα το αντιληφθούν τώρα και θα αλλάξουν τη στάση τους».
Για το ποιος φέρει την ευθύνη του Brexit, o Πικετί απάντησε: «Την κύρια ευθύνη για το Brexit τη φέρουν οι Βρετανοί πολιτικοί, αλλά η Γερμανία και η Γαλλία έχουν επίσης ευθύνη. Επέτρεψαν για καθαρά εγωιστικούς λόγους να βυθιστεί η Ευρώπη όλο και βαθύτερα στην κρίση».
Στην παρατήρηση ότι συμπεριλαμβάνει από επιείκεια και τη Γαλλία, αλλά στην πραγματικότητα εννοεί μόνο τη Γερμανία είπε: «Όχι. Η Γερμανία ασφαλώς έχει τη μεγαλύτερη ευθύνη, αλλά αν η Γαλλία είχε αντισταθεί, θα είχε υπάρξει άλλη εξέλιξη. Η Γερμανία συμπεριφέρεται ως παντογνώστης, κάτι το οποίο για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους είναι απλώς ανυπόφορο. Είναι επίσης παράλογο, διότι με το να σφίγγεται η θηλιά γύρω από τον λαιμό των νοτίων Ευρωπαίων δεν θα πληρωθούν γρηγορότερα τα δάνεια. Διαισθάνεται κανείς τη διάθεση για τιμωρία, η οποία έχει να κάνει με τον εθνικισμό. Δεν είναι (ο γερμανικός εθνικισμός) ο εθνικισμός της βρετανικής Ukip ή του γαλλικού Εθνικού Μετώπου, αλλά είναι ένας ήπιος εθνικισμός».
Στο ερώτημα αν είναι ο Βορράς υπαίτιος για το ότι δεν τα πάει καλά ο Νότος, ο Τομάς Πικετί απαντά: «Εν μέρει ναι. Το να έχει η Γερμανία εμπορικό πλεόνασμα 8% του ΑΕΠ της είναι παράλογο. Κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει απ΄ τη βιομηχανική επανάσταση».
Ο διάσημος οικονομολόγος προτείνει να κάνει η Γερμανία επενδύσεις στην ίδια τη χώρα και να αυξήσει τους μισθούς: «Το να κάνει εξαγωγές είναι θαυμάσιο, αλλά οι εξαγωγές πρέπει να βρίσκονται σε αναλογία με τις εισαγωγές. Για μένα δεν υπάρχει άλλη ερμηνεία από το ότι υπάρχει η βούληση να κυριαρχήσει επί των άλλων χωρών».
Όταν του ειπώθηκε ότι αυτό ακούγεται σαν κατηγορώ κατά της Γερμανίας και μοιάζει με τις κατηγορίας του αριστερού Γάλλου πολιτικού Ζαν-Λικ Μελανσόν περί γερμανικής εθνικής ψυχοπαθολογίας η οποία οδήγησε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Τομάς Πικετί απάντησε ως εξής: «Όχι, δεν κάνω ψυχολογική ανάλυση. Πρόκειται για μια παθολογία της παγκοσμιοποίησης. Η Γερμανία φοβόταν το 2000 ότι δεν θα επιτύχει η επανένωση, ότι η οικονομία θα αποδυναμωθεί και ότι η χώρα θα κυλήσει σε ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο. Αυτός ο φόβος οδήγησε σε μια υπερβολική συμπεριφορά. Κάποτε πρέπει κανείς να παρέμβει, να ρυθμίσει, σε κάθε περίπτωση πρέπει να διατηρηθεί η νομισματική ένωση».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ