Μηνύματα για την οικονομία και το Σκοπιανό έστειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος σήμερα το πρωί είχε πρόγευμα εργασίας με τους επικεφαλής των διπλωματικών αντιπροσωπειών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εκτίμησε δε πως οι εθνικές εκλογές θα γίνουν το Μάιο και γι’ αυτό ο ίδιος θα μιλά τους επόμενους μήνες για το μέλλον και την ανάγκη ενότητας των Ελλήνων απέναντι σε μια κυβέρνηση «που ανακυκλώνει τις χειρότερες πρακτικές του παρελθόντος.
Κατά τον κ. Μητσοτάκη, αυτά μπορούν να επιτευχθούν μόνο με «ένα εμπροσθοβαρές πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που θα προτάξει τη μείωση της φορολογίας για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις». Ο βασικός στόχος – σύμφωνα με τον ίδιο – για την οικονομική ανάταξη της Ελλάδας είναι η δημιουργία πολλών και καλά αμειβόμενων νέων θέσεων εργασίας, η οποία μπορεί να επιτευχθεί όχι μόνο με την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, αλλά και την υλοποίηση δίχως άλλες καθυστερήσεις εμβληματικών επενδυτικών σχεδίων, όπως το Ελληνικό.
Επίσης, σημείωσε ότι η υπερφορολόγηση που επέβαλε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μείωσε το διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων, έπληξε τη μεσαία τάξη και επιβάρυνε το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, καθώς η συρρίκνωση των εισοδημάτων επηρέασε αρνητικά τις γεννήσεις.
Για το Σκοπιανό, ο κ. Μητσοτάκης επέμεινε ότι η συμφωνία των Πρεσπών είναι «άκρως προβληματική» και απορρίπτεται «από τα 3/4 των Ελλήνων», ενώ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι εκχωρεί στην πΓΔΜ «μακεδονική» γλώσσα και εθνότητα. Έτσι, κατέληξε λέγοντας ότι η ΝΔ δεν πρόκειται να ψηφίσει τη συμφωνία των Πρεσπών, εάν και εφόσον αυτή έλθει στη Βουλή των Ελλήνων.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο κ. Μητσοτάκης στο πολωτικό κλίμα που συντηρεί η κυβέρνηση και, κατά τον ίδιο, μεταδίδεται στο εξωτερικό: «Οι κύριοι Τσίπρας και Καμμένος καταφεύγουν ακόμη και σε προσωπικές επιθέσεις, καθώς πιστεύουν προφανώς ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να συσπειρώσουν τους εναπομείναντες ψηφοφόρους τους», τόνισε ο πρόεδρος της ΝΔ. Αντιθέτως, όπως είπε, η ΝΔ «έχει κατορθώσει να είναι σήμερα μια από τις μεγαλύτερες και -κυρίως- ενωμένες κεντροδεξιές παρατάξεις της ΕΕ και μάλιστα σε μια εποχή που η Ευρώπη δοκιμάζεται από τις δυνάμεις της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού».