«Πράσινο» φώς για τη θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας για τους Βουλευτές από την αρμόδια Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής.
Ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης κατέθεσε στα κόμματα και την Επιτροπή για επεξεργασία πρόταση Κώδικα, όπως αυτός «είχε ξεκινήσει τον Φεβρουάριο του 2014 επί προεδρίας της Βουλή του Ευάγγελου Μεϊμαράκη και στην συνέχεια είχε μορφοποιηθεί από την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής των Ελλήνων…» και ο οποίος θα τεθεί σε ευρύτερη συζήτηση την ερχόμενη Δευτέρα σε κοινή συνεδρίαση της Επιτροπής Δεοντολογίας και της Επιτροπής Κανονισμού της Βουλής.
Θετική η πρώτη στάση των κομμάτων εάν και υπήρξαν αρκετές ενστάσεις και επιφυλάξεις σε επιμέρους άρθρα και διατυπώσεις, που χρίζουν, όπως εξήγησαν, βελτιώσεις. ΚΚΕ και Χρυσή Αυγή έδειξαν να είναι περισσότερο επιφυλακτικοί για την ανάγκη θέσπισης ενός ιδιαίτερου Κώδικα καθώς όπως είπαν μπορεί αυτά να τεθούν ως άρθρα στον ΚτΒ.
Ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, επιχειρηματολόγησε για την ανάγκη θέσπιση ενός τέτοιου Κώδικα καθώς όπως είπε « ανάλογος Κώδικας Δεοντολογίας έχει θεσπιστεί επί Κυβερνήσεως Σαμαρά για τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου.
Ανάλογοι Κώδικες Δεοντολογίας υπάρχουν διεθνώς σε πολλά ξένα Κοινοβούλια, ενώ υπάρχει και ως δέσμευση που έχει αναληφθεί προς του εταίρους μας, στα πλαίσια της πάταξης της Διαφθοράς και θα μπορούμε να τις συζητήσουμε και με τους Θεσμούς μαζί με τις τροποποιήσεις σχετικά με τις τροποποιήσεις του νόμου της χρηματοδότησης των κομμάτων».
Πριν λίγες εβδομάδες, είπε ο κ. Νίκος Βούτσης «ξαναζεστάναμε αυτή την συζήτηση με βάση το υλικό της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής και μπορούμε να συνέλθουν τη ερχόμενη Δευτέρα εδώς την Επιτροπή Κανονισμού να κάνουμε την επεξεργασία αυτού του Κώδικα, ο οποίος θα ενσωματωθεί στον ΚτΒ, αφού καταλήξουμε στην τελική πρόταση και εφόσον εισαχθεί και ψηφιστεί από την Ολομέλεια».
Ο Πρόεδρος της Βουλής, μάλιστα για να προλάβει την δημιουργία παραπλανητικών εντυπώσεων, υπογράμμισε πως αυτή είναι μια πρώτη συνεδρίαση και οι προτάσεις αυτές ένα σχέδιο βάσης πάνω στο οποίο κόμματα και βουλευτές καλούνται να συμβάλλουν δημιουργικά στην σύνταξη ενός Κώδικα Δεοντολογίας.
Σύμφωνα με αυτό το πρωτόλειο σχέδιο που δόθηκε χθες στους βουλευτές της Επιτροπής, εάν και υπήρξαν και νέες προσθήκες σήμερα, ο Κώδικας απαρτίζεται από 11 άρθρα και στο Προοίμιο να αναφέρει πως « η υιοθέτηση ενός Κώδικα Δεοντολογίας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ενίσχυση του αισθήματος εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης στο Κοινοβούλιο, τους βουλευτές και το κοινοβουλευτικό έργο καθώς και της καλλιέργειας, εν γένει , της αντίληψης προάσπισης του δημόσιου συμφέροντος έναντι του ιδιωτικού».
Ο προτεινόμενος Κώδικας Δεοντολογίας, εκτός από τις «γενικές αρχές», θεσπίζει το «πεδίο εφαρμογής» του, την έννοια της «σύγκρουσης συμφερόντων», θέματα που αφορούν περιουσιακές μεταβολές βουλευτών, την παραλαβή δώρων, άλλες σχετικές παροχές και ωφελήματα, χρήση εμπιστευτικών εγγράφων και πληροφοριών καθώς και πειθαρχικά μέτρα.
Σύμφωνα με αυτό το σχέδιο στις Γενικές Αρχές θεσπίζεται ότι οι βουλευτές οφείλουν «να ασκούν τα καθήκοντά τους υπεύθυνα, με ακεραιότητα, ανιδιοτέλεια, αντικειμενικότητα και ειλικρίνεια. Να ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και να μην επιδιώκουν να λάβουν, ούτε να επιδιώκουν να λάβουν άμεσα ή έμμεσα οικονομικά οφέλη υπέρ των ιδίων ή υπέρ τρίτων προσώπων. Να απέχουν, κατά την άσκηση του νομοθετικού έργου, από χαριστικές ή άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις σεβόμενοι απόλυτα τις αρχές και τα μέσα καλής νομοθέτησης. Να σέβονται τους κανόνες εχεμύθειας για θέματα τα οποία έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τηρουμένης της αρχής του ανοικτού χαρακτήρα και της διαφάνειας που διέπουν τα θεσμικά όργανα και τις διαδικασίες. Να απέχουν από τη χρησιμοποίηση ή την επίκληση της βουλευτικής τους ιδιότητας προκειμένου να εξυπηρετηθούν, διευκολυνθούν ή ευνοηθούν έναντι άλλων προσώπων ή από τις αρχές και τις δημόσιες υπηρεσίες.
Να προβαίνουν σε ορθή χρήση και διαχείριση των μέσων και των παροχών που η ΒτΕ θέτει στην διάθεση τους για την απρόσκοπτη άσκηση του έργου τους, όπως για παράδειγμα τα υπηρεσιακά οχήματα και αποκλειστικά για την εκπλήρωση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων.
Να μην ανέχονται με τη στάση τους, να μην υποκινούν άλλους και να μην υιοθετούν οι ίδιοι βίαιες συμπεριφορές έναντι άλλων προσώπων ή ρητορική μίσους και εγκλήματα μίσους, εντός και εκτός του κοινοβουλίου. Να τηρούν με το λόγο, τις πράξεις και εν γένει το κοινοβουλευτικό έργο τους, την αρχή της ισότητας, των ίσων ευκαιριών και της μη διάκρισης λόγω φύλου, ηλικίας, αναπηρίας, φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, θρησκείας, πολιτικών πεποιθήσεων ή σε σεξουαλικού προσανατολισμού.
Τα μέλη του ελληνικού κοινοβουλίου οφείλουν να τηρούν πιστά τους κανόνες δεοντολογίας που εμπεριέχοντες τον Κώδικα . Οι βουλευτές είναι υπόλογοι για τις αποφάσεις και τις ενέργειές τους κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων τους και οφείλουν να συνεργάζονται πλήρως σε οποιοδήποτε έλεγχο ή έρευνα διαταχθεί». Και προβλέπει ότι «οι αναφορές σχετικά με τις παραβάσεις των γενικών αρχών του παρόντος κατατίθενται σε πρωτόκολλο που τηρείται στην Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας που θα εξετάζει και κρίνει τα ζητήματα που χρήζουν περαιτέρω διερεύνηση και θα ενημερώνει τον Πρόεδρο της Βουλής για την περαιτέρω διερεύνησή τους
Αναφορικά με τη «Σύγκρουση Συμφερόντων», το σχέδιο της πρότασης το θεσπίζει ως έννοια σε «κάθε κατάσταση στην οποία ο βουλευτής κατά την άσκηση των καθηκόντων του, έχει άμεσο ή έμμεσο ιδιωτικό συμφέρον, ήτοι χρηματικό, οικονομικό, ή άλλο προσωπικό, το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι επηρεάζει την αμερόληπτη και αντικειμενική εκτέλεση αυτών. Επίσης όταν βουλευτής εν γνώσει του εξυπηρετεί (ή δεν επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια ώστε να αντιληφθεί ότι εξυπηρετεί), άμεσα ή έμμεσα, ιδιωτικό συμφέρον, οικονομικό ή άλλο, σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος».
Ο Κώδικα θεωρεί ότι «υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων όταν ο βουλευτής συμμετέχει με οποιαδήποτε ιδιότητα ή παρ΄χει τις υπηρεσίες του επ’ αμοιβή ή δωρεάν ή λαμβάνει δώρα, παροχές και άλλα ωφελήματα από ομάδες πίεσης ( lobby groups) και οι οποίες δραστηριοποιούνται σε τομείς για τους οποίους είναι πολύ πιθανό, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να κληθεί να συμμετάσχει σε νομοθετικές ή άλλες διαδικασίες. Αντίθετα, σύγκρουση συμφερόντων δεν υφίσταται στην περίπτωση που ο βουλευτής αντλεί κάποιο όφελος μόνο ως μέλος του γενικότερου κοινωνικού συνόλου ή μιας ευρείας κοινωνικής ομάδας προσώπων.
Οι βουλευτές υποχρεούνται, κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, να ενημερώνουν εγγράφως τον Πρόεδρο της Βουλής για την ύπαρξη παρούσας ή παρελθούσας κατάστασης η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει τυχόν σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Την ίδια υποχρέωση γνωστοποίησης οποιασδήποτε υπάρχουσας ή δυνητικής σύγκρουσης συμφερόντων, έχουν οι βουλευτές σε περίπτωση που λάβουν τον λόγο, συμμετέχουν σε ψηφοφορία στο κοινοβούλιο ή προταθούν ως εισηγητές σε σχέση με το θέμα που εξετάζεται. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εάν υπάρξει σχετική έγγραφη και επώνυμη αναφορά τότε το θέμα θα παραπέμπεται για εξέταση στην Επιτροπή για διερεύνηση. Και εάν κρίνει μετά και την ακρόαση του βουλευτή ότι στοιχειοθετείται σύγκρουση συμφερόντων το εισηγείται στον Πρόεδρο της Βουλής.
Σχετικά με τις δηλώσεις των βουλευτών περί «συγκρούσεως συμφερόντων» το σχέδιο του Κώδικας προβλέπει ότι αυτές θα πρέπει οι βουλευτές να τις καταθέτουν με την ανάληψη των καθηκόντων τους αλλά και να την επικαιροποιούν κατά την διάρκεια της βουλευτικής τους θητείας, εφόσον προκύψουν μεταβολές. Επίσης να αναφέρουν εάν οι ίδιοι ή σύζυγος τους έχουν συμμετοχή στο κεφάλαιο ή τη διοίκηση επιχειρήσεων ή εταιρειών οποιασδήποτε μορφής. Οι αλλαγές αυτές θα πρέπει να γνωστοποιούνται γραπτώς εντός 30 ημερών από όταν συμβούν. Σε περίπτωση που διαπιστωθούν παραλήψεις ή ανακρίβειες ο Πρόεδρος της Βουλής αρχικά καλεί τον βουλευτή άμεσα να προχωρήσει στις διορθώσεις, αντιθέτως θα παραπέμπεται στην Επιτροπή.
Σε ότι αφορά «Δώρα, σχετικές παροχές και ωφελήματα», το σχέδιο αυτό αναφέρει πως « οι βουλευτές οφείλουν να μην αποδέχονται πάσης φύσεως δώρα, παροχές ή άλλα ωφελήματα, των οποίων η φύση ή η χρηματική τους αξία εγείρουν ζητήματα μεροληπτικής άσκησης των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων. Δώρα των οποίων η αξία είναι μικρότερη των 150 ευρώ και λαμβάνονται ως αναμνηστικά στο πλαίσιο επίσημης επίσκεψης και φιλοξενίας κατά την εκτέλεση της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας, εξαιρούνται από την απαγόρευση . Τα δώρα αυτά καταχωρίζονται με δήλωση του βουλευτή σε ειδικό κατάλογο πρωτοκολλημένο, αριθμημένο και μονογραφημένο, ο οποίος τηρείται στη Διεύθυνση της ΚΟ στην οποία ανήκει.
Για τις «εμπιστευτικές πληροφορίες και έγγραφα» οι προτάσεις στο σχέδιο του Κώδικα αναφέρει ότι « οι βουλευτές οφείλουν να μην χρησιμοποιούν προς ίδιον όφελος ή προς όφελος τρίτων προσώπων εμπιστευτικές πληροφορίες και έγγραφα, τα οποία περιέχονται σε γνώση κατά τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους. Κατά την ανάληψη των καθηκόντων του οι βουλευτές θα υπογράφουν δήλωση ότι αναλαμβάνουν την υποχρέωση της τήρηση τους εμπιστευτικού των πληροφοριών και εγγράφων που λαμβάνουν γνώση για μια 2ετία από τη λήξη του αξιώματός τους . Οι δε βουλευτές που μετά την λήξη της θητείας τους, δραστηριοποιούνται επαγγελματικά σε ομάδες συμφερόντων ή ασκούν δραστηριότητες εκεπροσώπισης άμεσα συνδεδεμένες με τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων του Κοινοβουλίου, οφείλουν να ενημερώνουν τη Βουλή των Ελλήνων και δεν δύναται να επωφελούνται των διευκολύνσεων που παρέχονται στους πρώην Βουλευτές για όλη τη διάρκεια αυτής της δραστηριότητάς τους.
Σε ότι αφορά τα «Πειθαρχικά μέτρα» που προβλέπονται στο σχέδιο του Κώδικα αυτού, αναφέραται ότι «σε περίπτωση που, μετά την κατάθεση της εισήγησης της Επιτροπής που εξέτασε το ζήτημα και εντός προθεσμίας οριζόμενης από τον Πρόεδρο της Βουλής η οποία σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 30 ημέρες, ο Βουλευτής θα είναι αντιμέτωπος:
– για παραβάσεις των Γενικών Αρχών του Κώδικα και σε ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις, με μομφή για αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά
– για τις περιπτώσεις παράβασης διατάξεων σχετικά με τη σύγκρουση συμφερόντων θα μπορεί να επιβάλλεται προσωρινός αποκλεισμός του Βουλευτή μέχρι και 15 ημέρες από τις συνεδριάσεις της Βουλής και σωρευτικά ή εναλλακτικά, κράτηση του 1/30 της μηνιαίας του αποζημιώσεως
– Οι βουλευτές που έχουν δηλώσει ή έχει διαπιστωθεί «σύγκρουση συμφερόντων» δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε συνεδριάσεις του οργάνου της Βουλής ή σε σχετικές ψηφοφορίες που σχετίζονται με αυτή την σύγκρουση συμφερόντων.
– Οι βουλευτές που θα παραβιάσουν τις διατάξεις που αφορούν την παροχή δώρων, παροχών ή ωφελημάτων θα τους γίνεται κράτηση του 1/30 της μηνιαίας τους αποζημίωση. Η κράτηση αυτή θα επαναλαμβάνεται κάθε μήνα μέχρι ο βουλευτής να συμμορφωθεί με την απόφαση
– Για τους βουλευτές που παραβιάσουν τη διάταξη της χρήση της εμπιστευτικότητας εγγράφων και πληροφοριών θα τους επιβάλλεται η κράτηση του 1/30 της μηνιαίας τους αποζημίωσης
– Οι βουλευτές που παραλείψουν να καταθέσουν δήλωση ή καταθέσουν ανακριβή δήλωση θα μπορεί να τους επιβληθεί σε μη συμμόρφωσης η κράτηση της μισής μηνιαίας βουλευτικής τους αποζημίωσης. Η ποινή αυτή θα επαναλαμβάνεται ανά μήνα μέχρι τη συμμόρφωση του βουλευτή.
Τα επιβαλλόμενα πειθαρχικά μέτρα, προβλέπεται, να μπορεί ο Πρόεδρος της Βουλής να τα αναρτά στον διαδικτυακό τόπο της Βουλής.