“Η κυβέρνηση δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά εργαλείο για να αλλάξει θετικά την κοινωνία και, εάν αυτό δεν μπορούμε να το πετύχουμε, το καλύτερο που θα έχουμε να κάνουμε είναι να αφήσουμε την κυβερνητική σκυτάλη” τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτης Λαφαζάνης, σε συνέντευξή του στην Καθημερινή της Κυριακής, εκφράζοντας παράλληλα την αισιοδοξία του ότι «Μπορούμε, όμως, να πετύχουμε και θα πετύχουμε».
«Δεν θεωρώ -επισήμανε- ότι η Κυβέρνηση σκοπεύει να ξεπεράσει κάποια κρίσιμα όρια συμβιβασμού, γιατί όλοι γνωρίζουμε πως σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα καταρρεύσει μόνο η ίδια, αλλά θα μιλάμε και για την “τελική λύση” στον τόπο», υπογραμμίζοντας την επείγουσα ανάγκη για ένα θετικό και πολύ συνεκτικό προοδευτικό «πρόγραμμα-πακέτο», το οποίο θα δίνει προτεραιότητα στην απομείωση του χρέους, στην παροχή ισχυρής ρευστότητας για την οικονομία και στην ανάπτυξη με παραγωγικό προσανατολισμό.
Σημείωσε τέλος πως τα μόνα δόγματα που οφείλουν να προσδιορίζουν τις αποφάσεις και τις επιλογές της κυβέρνησης είναι: η εθνική αξιοπρέπεια, το δημόσιο συμφέρον και η ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη.
Από την πλευρά του ο ευρωβουλευτής Μανώλης Γλέζος μέσω δημοσιεύματος στην ιστοσελίδα του «Ενεργοί Πολίτες» εκτιμά πως απομακρύνεται η «έντιμη συμφωνία» στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους και καλεί την κυβέρνηση να μην υπαναχωρήσει από τις «κόκκινες γραμμές» της.
Το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς στο κείμενο του που τιτλοφορείται «Βρυξέλλες – Ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω» και με φωτογραφία από πανό με την «Ούτε βήμα πίσω».χαρακτηρίζει ακατανόητη την επιμονή των δανειστών για μειώσεις συντάξεων και ομαδικές απολύσεις.
Επίσης ο υπουργός Εσωτερικών Νίκος Βούτσης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Real News αποκλείει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο λήψης πρόσθετων μέτρων ξεκαθαρίζοντας πως δεν θα υπάρξει κανένα μέτρο «το οποίο να εμπεριέχει μείωση μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, βασικών υποχρεώσεων του κράτους για τα ασφαλιστικά ταμεία και έγκριση άδικων επενδυτικών σχεδίων για ιδιωτικοποιήσεις».
Αφήνει ωστόσο ανοιχτό το ενδεχόμενο πως «μπορεί να έρθουν μέτρα που θα προκαλέσουν μια σχετική δυσαρέσκεια και που θα αφορούν τη μετάθεση προεκλογικών υποσχέσεων για αργότερα» και πιστεύει ότι ο ΕΝΦΙΑ είναι «μεγάλο αγκάθι» και πως «δεν θα πρέπει να δρομολογηθεί η διατήρησή του σε καμία περίπτωση».
Ο υπουργός Εσωτερικών χαρακτηρίζει ακόμη συμπεριφορές όπως του κ. Ντάισελμπλουμ ως «απολύτως προκλητικές στα όρια της συνείδησης της προσπάθειας για να μην υπάρξει συμφωνία» και εκφράζει την εκτίμηση πως η κυβέρνηση δεν θα φτάσει στο σημείο να προσφύγει σε δημοψήφισμα.
Ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης μιλώντας στην Εφημερίδα των Συντακτών εκτιμά ότι η «Ευρωζώνη, αν δεν αλλάξει, δεν θα μπορεί να επιβιώσει» και τονίζει ότι «καμία χώρα, και όχι μόνο η Ελλάδα, δεν έπρεπε να εισέλθει σε ένα τόσο σαθρά δομημένο κοινό νόμισμα, ιδίως μια χώρα βαθιά ελλειμματική όπως η δική μας».
«Το μονοπάτι το οποίο μας οδήγησε εντός της ΟΝΕ δεν υπάρχει πια και αν προσπαθήσουμε να κάνουμε όπισθεν, θα βρεθούμε προ δυσάρεστου απροόπτου», αναφέρει και εκφράζει την θέση του ότι η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει χωρίς νέο δάνειο εφόσον υπάρξει σημαντική αναδιάρθρωση του χρέους και μάλιστα αποκαλύπτει ότι στο παρασκήνιο έχει γίνει σχετική συζήτηση.
Επίσης θεωρεί ότι η κυβέρνηση παλεύει για μια συμφωνία που θα αναιρεί το καταστροφικό δίλημμα ανάμεσα στο πιστωτικό γεγονός και στη μη καταβολή μισθών και συντάξεων και υπογραμμίζει ότι «το ζητούμενο είναι η συμφωνία να καταστήσει το ελληνικό δημόσιο χρέος και την ελληνική κοινωνική οικονομία ξανά βιώσιμη».
Με αφορμή μάλιστα τις εσωτερικές ανακατατάξεις στην διαπραγματευτική ομάδα μιλά με θετικά λόγια για τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών, αρμόδιο για τις Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις Ευκλείδη Τσακαλώτο, χαρακτηρίζοντας τη μεταξύ τους σχέση ως άριστη, μιλά για τον κ. Σόιμπλε ως «σημαντικό πολιτικό αντίπαλο», ενώ χαρακτηρίζει τους δανειστές «παράταιρους εταίρους».
«Εδώ που έχουμε φθάσει, απαιτούνται πολιτικές αποφάσεις προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία. Απαιτείται πρωτοβουλία από τον πρωθυπουργό», δήλωσε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Πάνος Σκουρλέτης στο ραδιοφωνικό σταθμό ΑΘΗΝΑ 9,84 και χαρακτήρισε «σχεδόν μάταιο» το ενδεχόμενο να επιτευχθεί συμφωνία σε επίπεδο τεχνοκρατών.
«Το καινούριο στοιχείο που προκύπτει, τα τελευταία εικοσιτετράωρα, είναι όχι μόνο ότι μία μερίδα των δανειστών ζητάει πράγματα, τα οποία ζητούσαν και μέσω του “mail Χαρδούβελη” αλλά υπάρχει μία παράλογη εμμονή στο ζήτημα των συλλογικών συμβάσεων και σε ζητήματα που δεν έχουν δημοσιονομικό αντίκτυπο και δεν επηρεάζουν την ικανότητα της χώρας να αποπληρώσει τα χρέη της», υπογράμμισε ο κ. Σκουρλέτης.
«Αυτό το οποίο απαιτείται σήμερα είναι να υπάρξουν πολιτικές προσεγγίσεις εκατέρωθεν. Αν, δηλαδή, οι δανειστές μας θέλουν να υπάρξει μία λύση, η οποία δεν θα είναι ένας επώδυνος και ταπεινωτικός συμβιβασμός για την Ελλάδα -που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός-, ή όχι, τόνισε ο υπουργός Εργασίας. «Σε πολιτικό επίπεδο, δεν θέλει κανείς -προφανώς ούτε και η κ. Μέρκελ-, να αναλάβει το κόστος μίας ρήξης με την Ελλάδα, ανέφερε ο κ. Σκουρλέτης, τονίζοντας όμως πως «από την άλλη, στο επίπεδο του Γιούρογκρουπ, εμφανίζεται η πιο άτεγκτη λογική, εκ μέρους των κυρίαρχων δυνάμεων σήμερα στην Ευρώπη…».
Ο κ.Σκουρλέτης τόνισε ότι πρέπει να «επιμείνουμε στις κόκκινες γραμμές και να εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια, για να υπάρχει αυτή η αμοιβαία επωφελής συμφωνία. Οι κόκκινες γραμμές είναι κόκκινες, για να υπάρχουν. Αν είναι συνεχώς να τις πηγαίνουμε πιο πίσω ή να αλυσοδεθούμε με αυτές, τότε παύουν να είναι κόκκινες γραμμές».
Απαισιόδοξος για τις εξελίξεις εμφανίστηκε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Μανιός καθώς σε δηλώσεις του στον ΣΚΑΪ προέβλεψε ότι εάν οι δανειστές δεν υποχωρήσουν από ορισμένες εκ των απαιτήσεών τους έναντι της ελληνικής κυβέρνησης, θα οδηγήσουν τη χώρα μας σε πιστωτικό γεγονός σε 15 ημέρες,
Μιλώντας στο ραδιοσταθμό «στο Κόκκινο», ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Δημήτρης Παπαδημούλης τόνισε ότι, πέρα από «δραματοποιήσεις», δεν είναι μόνον η Ελλάδα που έχει άμεσο συμφέρον από τη σύναψη συμφωνίας.
Υπενθύμισε δηλώσεις Ευρωπαίων και Αμερικανών παραγόντων οι οποίοι, σε διάφορους τόνους, αναγνωρίζουν ότι τυχόν «ατύχημα» με την Ελλάδα (Grexit) θα πλήξει σοβαρότατα όλο το ευρωπαϊκό πολιτικό – οικονομικό οικοδόμημα και ερωτηθείς πώς ακριβώς εννοεί την «καλή συμφωνία» έθεσε δυο βασικές αρχές, χωρίς να κάνει ειδικές αναφορές οι οποίες, όπως είπε, θα μπορούσαν να δυσχεράνουν το διαπραγματευτικό έργο της Αθήνας, στην παρούσα κρίσιμη καμπή. Η πρώτη αφορά τη βελτίωση δεδομένων, σε σύγκριση με όσα έκανε και με όσα προετοίμαζε (βλ. e mail Χαρδούβελη) η προηγούμενη κυβέρνηση. Η δεύτερη, να πρόκειται για συμφωνία, η οποία θα επιτρέπει στην κυβέρνηση να εφαρμόσει το πρόγραμμά της, έστω και με καθυστερήσεις.
Εξέφρασε μάλιστα την άποψη ότι η συμφωνία, καθώς θα διαλύσει οριστικά τις αυταπάτες περί «αριστερής παρένθεσης», θα βοηθήσει και τη ΝΔ να απαλλαγεί από ακροδεξιά στερεότυπα και πρακτικές.
Αίθηση προκάλεσε και η παρέμβαση της Λούκας Κατσέλη, καθώς τόνισε την ανάγκη να κλείσει η συμφωνία με τους εταίρους.
Σε συνέντευξή της στην τηλεόραση του Alpha η πρόεδρος της ΕΤΕ είπε ότι «Δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού, πρέπει να κλείσει η συμφωνία και να αποκατασταθεί η ρευστότητα», σημειώνοντας ότι το μήνυμα είναι ότι θα πρέπει να γίνει προσπάθεια από όλους – εταίρους, θεσμούς, κυβέρνηση – να κλείσει η συμφωνία και να υπάρχει αναπτυξιακή προοπτική.
Η πρόεδρος της ΕΕΤ επισήμανε μεταξύ άλλων ότι η προσέγγιση και η διαδικασία εξεύρεσης κοινού τόπου μεταξύ δύο πλευρών που αρχίζουν με διαφορές δεν είναι μια εύκολη υπόθεση και πρόσθεσε ότι στη χώρα μας όλοι όσοι μιλούν δημόσια θα πρέπει να είναι προσεκτικοί σε αυτά που λένε.
Η εικόνα της Ελλάδος στο εξωτερικό θα πρέπει να αλλάξει, η Ελλάδα να μην είναι πρόβλημα, αλλά αξία, να έχει θετικές προοπτικές και να κερδίσει το στοίχημα της ανάπτυξης, επισήμανε.
«Η πρώτη Περιφέρεια της χώρας να καταστεί ισχυρό χαρτί στη συλλογική προσπάθεια ανάκαμψης που επιβάλλει το εθνικό και δημόσιο συμφέρον», δήλωσε τέλος στην “Αυγή” η περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου, με αφορμή τη συμπλήρωση επτά μηνών διοίκησης από την ανάληψη των καθηκόντων της.