Αναλυτικά το κείμενο του πορίσματος του ΚΚΕ έχει ως εξής:
“Η λειτουργία της Εξεταστικής Επιτροπής επιβεβαίωσε τις βασικές εκτιμήσεις του Κόμματος, όπως αυτές εκφράστηκαν κατά την συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής για τη σύσταση της Επιτροπής.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Συστηματική ήταν η προσπάθεια, τόσο από τα κόμματα της κυβέρνησης όσο και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, να αξιοποιηθούν οι εργασίες της Επιτροπής για να ενισχυθεί το κλίμα αποπροσανατολισμού που μεθοδικά επιδιώκουν.
Αφενός να συντηρήσουν ένα ψευδεπίγραφο πολωτικό κλίμα και να ενισχύσουν έναν κάλπικο διαχωρισμό με στόχο να συγκαλύψουν τη γενικευμένη σύγκλιση που επιδεικνύουν στις στρατηγικές επιλογές που εξυπηρετούν τις ανάγκες του κεφαλαίου, μέσα από πολιτικές που φορτώνουν τα βάρη της δημοσιονομικής πειθαρχίας στις πλάτες του λαού και θυσιάζουν την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών στο βωμό της ανταγωνιστικότητας και της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Αφετέρου ουσιαστικά συσκοτίζουν το χαρακτήρα της κρίσης, ως καπιταλιστικής κρίσης, αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, προϊόν του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος, που οι δικές του λειτουργίες οξύνουν την κοινωνική πόλωση, συσσωρεύοντας από τη μια μεριά τον κοινωνικά παραγόμενο πλούτο σ’ όλο και λιγότερα χέρια οδηγώντας ταυτόχρονα όλο και περισσότερους όχι μόνο σε σχετική αλλά και σε απόλυτη επιδείνωση της θέσης τους. Συγκαλύπτουν τις πραγματικές αιτίες, τους πραγματικούς υπεύθυνους για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο λαός.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η μόνη τους υπαρκτή διαπάλη αφορά το ποιος θα κερδίσει το εύσημο της αστικής τάξης και των δανειστών ως ο καλύτερος διαχειριστής των αντιλαϊκών πολιτικών και σε φάση συρρίκνωσης της παραγωγής και γενικότερα της οικονομίας και σε φάση ύφεσης και ανάπτυξης.
Αναδεικνύουν επιμέρους πτυχές που όμως είναι συνυφασμένες με τον ίδιο το χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος (π.χ. τη διαπλοκή και τη διαφθορά) ή αδυναμίες και λάθη διαχειριστικού χαρακτήρα καλλιεργώντας φρούδες ελπίδες για φιλολαϊκή διέξοδο στο πλαίσιο του συστήματος.
Τι αναδείχθηκε από τις εργασίες της Επιτροπής: Κατ’ αρχάς το έργο της Επιτροπής περιορίστηκε στην εξέταση ενός μικρού μέρους της συνολικής δανειοδότησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Το συνολικό άνοιγμα του χρηματοπιστωτικού ανήλθε το γ΄ τρίμηνο του 2016 στα 238 δισ. ευρώ και από αυτά το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων ανήλθε στα 107,6 δισ. ευρώ, δηλαδή στο 45,2% του συνόλου. Τις εργασίες της Επιτροπής απασχόλησε η εξέταση δανείων στα ΜΜΕ και στα κόμματα που ανέρχονται μόνο στα 1,8 δισ. Ευρώ.
Τα δάνεια προς τα νοικοκυριά αποτελούν το 46,2% της συνολικής χρηματοδότησης, με τα 2/3 αυτών να αφορούν τα στεγαστικά δάνεια. Τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις αποτελούν το 53,8% της συνολικής χρηματοδότησης.
Από τα 94,8 δισ. ευρώ δάνεια προς τα νοικοκυριά, τα μη εξυπηρετούμενα είναι 45,7%, ενώ από τα 145,8 δισ. ευρώ δάνεια προς επιχειρήσεις τα μη εξυπηρετούμενα είναι 44,7%.
Από τις εργασίες της Επιτροπής επιβεβαιώθηκε ότι οι τράπεζες αντιμετωπίζουν με διαφορετικό τρόπο τα δάνεια προς τα νοικοκυριά απ’ αυτά προς τις επιχειρήσεις. Τα δάνεια προς τα νοικοκυριά έχουν υψηλότερα επιτόκια, άρα είναι πιο ακριβά και τα στεγαστικά διασφαλίζουν τις τράπεζες με εμπράγματες εξασφαλίσεις- εγγυήσεις (υποθήκη του ακινήτου), ενώ αντίθετα για τις επιχειρήσεις, ιδιαίτερα για τις μεγάλες, έχουν χαμηλά επιτόκια και σε μεγάλο βαθμό χωρίς εμπράγματες εγγυήσεις.
Δεν αντέχει σοβαρή κριτική ο ισχυρισμός που προέβαλαν οι εκπρόσωποι των τραπεζών, ότι αυτή η διαφοροποίηση (ευνοϊκή μεταχείριση) οφείλεται στο υψηλό λειτουργικό κόστος που έχει η διαχείριση χιλιάδων δανείων προς τα νοικοκυριά, από τη στιγμή που οι κίνδυνοι για την τράπεζα είναι πολύ μεγαλύτεροι σε περίπτωση μη εξυπηρέτησης ενός δανείου ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ προς μια επιχείρηση.
Το Χρηματοπιστωτικό σύστημα στον καπιταλισμό αποτελεί την καρδιά του συστήματος τροφοδοτώντας με φτηνό χρήμα τις επιχειρήσεις, την ίδια στιγμή που οδηγεί σε μακροχρόνια ομηρεία μέσω του δανεισμού τα λαϊκά νοικοκυριά.
Την εικόνα της ευνοϊκής μεταχείρισης και προς τους επιχειρηματικούς ομίλους που δραστηριοποιούνται στο χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης αποτυπώνει η κατάσταση του συνολικού δανεισμού τους από τις τράπεζες. Την ευνοϊκή μεταχείρισή τους επισημαίνει και η ΤτΕ όταν διαπιστώνει ότι εγκρίθηκαν χρηματοδοτήσεις χωρίς την ύπαρξη ουσιαστικών πηγών αποπληρωμής και χωρίς ταυτόχρονα να υπάρχει δέσμευση των μετόχων.
Το σύνολο των δανειακών τους υποχρεώσεων ανέρχεται στα 1,27 δισ. ευρώ, από τα οποία πάνω από 400 εκατ. ευρώ έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα, ενώ πάνω από 280 εκατ. ευρώ δεν έχουν καμία διασφάλιση.
Τα δάνεια των κομμάτων από τις τράπεζες είναι σήμερα 418 εκατ. ευρώ περίπου, ΕΤΕ: 33,6 εκ. ευρώ, Πειραιώς (συμπεριλαμβανομένης της ΑΤΕ): 359 εκ. ευρώ, Eurobank: 13 εκ. ευρώ και Alpha Bank: 12,2 εκ. ευρώ.
Η ΝΔ οφείλει 210 εκ. ευρώ [από τα οποία τα 196 εκ. ευρώ στην Τράπεζα Πειραιώς (ΑΤΕ), η οποία το έχει καταγγείλει].
Το ΠΑΣΟΚ οφείλει 190 εκ. ευρώ [από τα οποία 158 εκ. ευρώ στην Τράπεζα Πειραιώς (ΑΤΕ), που επίσης έχουν καταγγελθεί].
Ο ΣΥΡΙΖΑ 8 εκ. ευρώ στην ΕΤΕ, το οποίο εξυπηρετείται.
Το ΚΚΕ 8,3 εκ. ευρώ στην ΕΤΕ και Attica Bank, τα οποία εξυπηρετούνται και μας καλύπτει η βασική εκτίμηση του πορίσματος της πλειοψηφίας όπου αναφέρεται ότι τα δάνεια που έχει συνάψει το ΚΚΕ με την ΕΤΕ και την Τράπεζα Αττικής είναι εξυπηρετούμενα και έχουν δοθεί με εγγύηση την κρατική επιχορήγηση και με εμπράγματη ασφάλεια ακινήτων.
Για την ευνοϊκή χρηματοδότηση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ υπάρχουν πολιτικές ευθύνες, άλλωστε το σύνολο των δανείων που έχουν καταγγελθεί, είχε χορηγηθεί από την κρατική ΑΤΕ. Συνολικά επρόκειτο για δανεισμό χωρίς εγγυήσεις, με πολλαπλή εκχώρηση της κρατικής χρηματοδότησης και για διάρκεια που ξεπερνούσε την συνήθη κοινοβουλευτική περίοδο. Τυχών ποινικές ευθύνες πρέπει να διερευνηθούν από τις αρμόδιες αρχές.
Πρόκειται για μια πορισματική αναφορά που υπέβαλε ο επίκουρος Εισαγγελέας κ. Καλούδης προς τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος κ. Γρ. Πεπόνη στις 15/3/2013.
Σ’ αυτήν αναφέρει ότι θα πρέπει να ασκηθεί ποινική δίωξη κατά στελεχών τραπεζών και οικονομικών υπευθύνων (εκπροσώπων) πολιτικών κομμάτων, μεταξύ αυτών και του οικονομικού υπευθύνου του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ, με απόλυτα σύννομες αποφάσεις των οικείων οργάνων της Εθνικής Τράπεζας, που έχουν επικυρωθεί επίσης απόλυτα νομότυπα από την Ανώτατη Επιτροπή πιστοδοτήσεων της τράπεζας, είχε δανειοδοτηθεί με συμβάσεις ανοιχτού (αλληλόχρεου) λογαριασμού. Το σημερινό υπόλοιπο της οφειλής αυτής ανέρχεται σε 7.072.656 (31/10/2016).
Προς εξασφάλιση των απαιτήσεων της τράπεζας, το ΚΚΕ είχε κάνει νομότυπη εκχώρηση της κρατικής επιχορήγησης των ετών 2011 έως 2015. Τονίζουμε ότι το ΚΚΕ είχε (και έχει) νομότυπα εκχωρήσει αποκλειστικά και μόνο προς την Εθνική Τράπεζα, το σύνολο της ετήσιας τακτικής κρατικής επιχορήγησής του, των ετών 2011 έως 2018.
Το παραπάνω δάνειο κατά την ημερομηνία σύνταξης και υποβολής του παραπάνω πορίσματος (15/3/2013) ήταν ενήμερο και εξυπηρετείτο κανονικά.
Η Τράπεζα της Ελλάδος που είχε ελέγξει τα δάνεια των κομμάτων από πιστωτικά ιδρύματα (τράπεζες), στην από 26/4/2012 «Έκθεση Ειδικής Έρευνας», αναφερόμενη στο δανεισμό του ΚΚΕ, αναφέρει μεταξύ άλλων τα κύρια χαρακτηριστικά των οικονομικών στοιχείων του ΚΚΕ, στα οποία διαλαμβάνει «τις διαρκώς αυξανόμενες εισφορές μελών, βουλευτών και φίλων», την εκμετάλλευση ακίνητης περιουσίας και το χαμηλό (όπως το χαρακτηρίζει) «υπόλοιπο δανεισμού» και εκτιμά «ότι αυτά διασφαλίζουν την ομαλή αποπληρωμή των δανειοδοτήσεων, που το ΚΚΕ έχει λάβει».
Έτσι, από το περιεχόμενο της παραπάνω έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος ειδικά, αλλά και γενικότερα, είναι κοινά γνωστό ότι όλες οι συναλλασσόμενες με το ΚΚΕ τράπεζες, μεταξύ των οποίων και η Εθνική Τράπεζα, γνωρίζουν πολύ καλά την ισχυρή οικονομική -και όχι μόνο- φερεγγυότητά του, η οποία ακόμα και υπό τις συνθήκες της εξελισσόμενης οικονομικής κρίσης, εξακολουθεί να διατηρείται σταθερή, γιατί στηρίζεται στους ακατάλυτους δεσμούς που έχουν δημιουργηθεί κατά την 99χρονη ιστορική διαδρομή του, με τις εκατοντάδες χιλιάδες μέλη, φίλους, οπαδούς, οι οποίοι το ενισχύουν με οικονομικές εισφορές και δωρεές περιουσιακών στοιχείων. Κατά συνέπεια, προδήλως δεν ευσταθεί καμία υπόνοια κατά του ΚΚΕ για τη χορήγηση του δανείου από την Εθνική Τράπεζα, αφού αυτό χορηγήθηκε με πλήρη γνώση της πιστοληπτικής ικανότητας του Κόμματός μας εκ μέρους των τραπεζών και με πλήρη διασφάλιση των συμφερόντων τους ως δανειστριών και είναι όλα ενήμερα και εξυπηρετούνται κανονικά.
Ύστερα από τα παραπάνω, αποδεικνύεται ότι είναι εντελώς ουσιαστικά αβάσιμη η πιο πάνω αναφορά του κ. Καλούδη όσο αφορά το Κόμμα μας.
Το πιστωτικό κεφάλαιο αποτελεί μέρος του συνολικού κεφαλαίου, όχι μόνο δεν οδηγεί τα κεφάλαια άλλων κλάδων της οικονομίας σε «ασφυξία», αλλά αντίθετα αποτελεί βασικό μηχανισμό για την αύξηση του μέσου ποσοστού κέρδους. Οι τραπεζικές επιχειρήσεις διεισδύουν σ’ άλλες επιχειρήσεις που λειτουργούν στη βιομηχανία, το εμπόριο, τις υπηρεσίες κ.α. Αγοράζουν μετοχές άλλων εταιριών, χορηγούν σ’ αυτές δάνεια με ακόμη πιο ευνοϊκούς όρους, δημιουργούν και οι ίδιες άλλες επιχειρήσεις. Μεγαλομέτοχοι άλλων επιχειρήσεων είναι και μεγαλομέτοχοι τραπεζών.
Αυτή η αλληλοσύνδεση καθώς και τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια, οι διευκολύνσεις προς τις επιχειρήσεις, δεν αποτελούν ελληνικό φαινόμενο. Για παράδειγμα, στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία το ιδιωτικό χρέος μετατράπηκε σε δημόσιο.
Το ίδιο ισχύει και για τη διαπλοκή ιδιωτικού κεφαλαίου με την κρατική χρηματοδότηση. Η σύμφυση της πολιτικής με την οικονομική εξουσία αποτελεί διαχρονικό φαινόμενο για το σύνολο των καπιταλιστικών οικονομιών. Σ’ αυτή τη σύμφυση βρίσκεται και η βάση της διαπλοκής, της διαφθοράς και των σκανδάλων. Η αποκάλυψη τους, σε μεγάλο βαθμό, είναι αποτέλεσμα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού.
Όσο η ενημέρωση βρίσκεται στα χέρια του κεφαλαίου, ατομικού και συλλογικού κρατικού, όχι μόνο αντικειμενική δεν θα είναι, αλλά θα υπηρετεί με κάθε τρόπο τα συμφέροντα του κεφαλαίου συσκοτίζοντας την πραγματικότητα και χειραγωγώντας τη λαϊκή συνείδηση. Ανέκαθεν η εκάστοτε διακυβέρνηση επεδίωκε να δημιουργεί φιλικές σχέσεις με τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, να δημιουργεί ευνοϊκό περιβάλλον γι’ αυτήν, έλεγχε τα κρατικά μέσα ενημέρωσης. Έτσι και η σημερινή διακυβέρνηση προσπαθεί να ξαναμοιράσει την πίτα της ενημέρωσης σε παλιούς και νέους επιχειρηματικούς ομίλους.
Τέλος, η περαιτέρω διερεύνηση των υποθέσεων που αφορούν ευνοϊκή, παράτυπη δανειοδότηση αποτελεί υπόθεση των αρμόδιων αρχών.