Η σύνδεση των πληρωμών για την εξυπηρέτηση του χρέους με το ελληνικό ΑΕΠ σημαίνει ότι οι σχετικές δαπάνες της χώρας θα είναι μικρότερες, εάν η οικονομία αντιμετωπίζει δυσκολίες, ενώ θα είναι υψηλότερες εάν αυτή είναι εύρωστη.
Εάν η αξιολόγηση των μεταρρυθμίσεων που θα κάνει η Ελλάδα τους επόμενους δύο μήνες δείξει ότι η Αθήνα εφαρμόζει τις αλλαγές που έχουν ζητήσει οι πιστωτές της, η Ευρωζώνη θα συμφωνήσει να προσαρμόσει διάφορες παραμέτρους των δανείων που έχει δώσει, ώστε να διασφαλίσει ότι το κόστος εξυπηρέτησής τους από την Ελλάδα δεν θα υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ. «Είναι ευρύτερα αποδεκτό τώρα. Υπάρχει συναίνεση τώρα ότι αυτός είναι ο τρόπος που πρέπει να προχωρήσουμε», δήλωσε αξιωματούχος της Ευρωζώνης με γνώση των συζητήσεων για το ελληνικό χρέος.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θεωρούσε προηγουμένως ότι το χρέος μίας χώρας είναι βιώσιμο, εάν ήταν μικρότερο από το 120% του ΑΕΠ. «Για την Ελλάδα, ωστόσο, αυτός δεν έχει νόημα, καθώς δεν αντανακλά τις περιόδους χάριτος, τα πολύ χαμηλά επιτόκια και τις μακρές περιόδους αποπληρωμής, που κρατούν πολύ χαμηλά το κόστος του χρέους – χαμηλότερα απ’ ό,τι για παράδειγμα στη Γερμανία», δήλωσε δεύτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης. «Για τον λόγο αυτό, η νέα μέθοδος για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους είναι να εξετάζεται το κόστος εξυπηρέτησής του ως ποσοστό του ΑΕΠ και αυτό δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 15%», δήλωσε ο δεύτερος αξιωματούχος.
Το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους ανέρχεται το 2015 στο 11% περίπου του ΑΕΠ και θα μειωθεί απότομα τα επόμενα χρόνια, αλλά θα αυξανόταν ξανά μετά τη λήξη της περιόδου χάριτος των δανείων της Ευρωζώνης το 2023.
Οι παράμετροι που μπορεί να προσαρμοσθούν, για να διατηρηθεί το κόστος εξυπηρέτησης κάτω από το 15% του ΑΕΠ, περιλαμβάνουν τις περιόδους αποπληρωμής των δανείων, τις περιόδους χάριτος και τα επιτόκια, αν και τα τελευταία είναι απίθανο να αλλάξουν περαιτέρω, επειδή κινούνται ήδη στο ύψος του κόστους χρηματοδότησης (σ.σ.: των πιστωτών). Με τις αλλαγές στις περιόδους αποπληρωμής και χάριτος, η Ευρωζώνη θα είναι σε θέση να εξομαλύνει την εξυπηρέτηση του χρέους, όταν αυτή θα ήταν πολύ υψηλή τα επόμενα 20-30 χρόνια.
«Μόλις η Ελλάδα τη λάβει (την απόφαση για το χρέος), αυτό θα προσέφερε μεγάλη βεβαιότητα και προβλεψιμότητα», δήλωσε τρίτος αξιωματούχος της Ευρωζώνης. «Με το προφίλ αυτό για την εξυπηρέτηση του χρέους, οι χώρες – μέλη της Ευρωζώνης θα έπαιρναν πίσω τα χρήματά τους», πρόσθεσε. Ο αξιωματούχος πρόσθεσε ότι το πλαφόν στις δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους θα βοηθούσε επίσης την Αθήνα να επιστρέψει στις αγορές για τη χρηματοδότηση όλων των αναγκών της, επειδή οι ιδιώτες επενδυτές θα είχαν βεβαιότητα για τις δαπάνες της χώρας για το χρέος για μία μακρά χρονική περίοδο.
Αξιωματούχοι δήλωσαν ότι το ποσοστό του 15% είναι μάλλον ένας αυθαίρετος αριθμός, αλλά είναι πιθανόν να είναι αποτελεσματικός. «Το ΔΝΤ λέει ότι έως και το 15% του ΑΕΠ είναι φυσιολογικό, ότι σε αυτή την περίπτωση το χρέος είναι βιώσιμο», δήλωσε την 17η Αυγούστου ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ. «Για την Ελλάδα, γνωρίζουμε ότι οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της θα είναι χαμηλότερες από το 15% τα επόμενα δέκα χρόνια. Μετά, θα είναι υψηλότερες», είπε ο Ρέγκλινγκ, προσθέτοντας: «Αλλά, με τη χρήση ενός μίγματος μεταβλητών… υποθέτω ότι θα ήταν δυνατό να μειωθούν οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες κάτω από το 15% μακροπρόθεσμα».
Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ φαίνεται επίσης πως έχει πεισθεί ότι αυτός είναι ο τρόπος για να προχωρήσει. «Όταν οι αποπληρωμές αρχίσουν, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι το κόστος θα μείνει κάτω από το όριο του 15%», είχε πει την 31η Αυγούστου στο Βερολίνο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ