Κεντρικοί τραπεζίτες της ευρωζώνης προειδοποιούν μέσω των Financial Times πως η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ είναι πλέον διαχειρίσιμη ''σαν ένα διαζύγιο''.
Διαβάστε όλο το άρθρο με τίτλο : Πολιτικό θέμα η έξοδος της Ελλάδας
”Η έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη «θα ήταν πιθανή» ακόμη και εάν δεν συμβαδίζει με τα συμφέροντα της Ευρώπης, ενώ τα κράτη-μέλη θα πρέπει να έχουν το δημοκρατικό δικαίωμα της αποχώρησης, σύμφωνα με τα όσα δηλώνει μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Πρόκειται για το Luc Coene, τον κεντρικό τραπεζίτη του Βελγίου, ο οποίος σε συνέντευξή του στους Financial Times επισημαίνει ότι εξαντλείται η υπομονή των αξιωματούχων της ευρωζώνης με την Ελλάδα μετά το εκλογικό αδιέξοδο το οποίο θέτει υπό αμφισβήτηση και τη δέσμευση της χώρας στις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται βάσει του πακέτου στήριξης.
Ο Mario Draghi, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έχει αρνηθεί ακόμη και να συζητήσει το ενδεχόμενο εξόδου μίας χώρας από το ευρώ, κάτι που δεν προβλέπεται και από τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Η ΕΚΤ θα υποστεί άλλωστε σημαντικές ζημίες και πλήγμα αξιοπιστίας στην περίπτωση οικονομικής κατάρρευσης της Ελλάδας. Η ευρωτράπεζα έχει δαπανήσει περί τα 40 δισ. ευρώ σε αγορές ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πλαίσιο των μέτρων στήριξης της χώρας.
Παρόλα αυτά, τα σχόλια του κ. Coene – που έχουν διατυπώσει και άλλοι κεντρικοί τραπεζίτες της ευρωζώνης – αντικατοπτρίζουν την έντονη συζήτηση που διεξάγεται στους κόλπους του ισχυρού 23μελούς συμβουλίου της ΕΚΤ και υποδεικνύουν ότι η ΕΚΤ συνειδητοποιεί πλέον ότι αυτό το ενδεχόμενο γίνεται ευκρινώς πιθανό.
Εάν διακοπεί η διεθνής οικονομική στήριξη προς την Ελλάδα και κατά συνέπεια χρεοκοπήσουν οι ελληνικές τράπεζες, η ΕΚΤ δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να διακόψει την έκτακτη ρευστότητα, προειδοποιεί ο κ. Coene. Παρόλα αυτά, η απόφαση για το εάν η Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη βρίσκεται στα χέρια των πολιτικών. «Θα είναι πολιτικό θέμα – όσον αφορά την ισορροπία της αλληλεγγύης- και όχι ένα τεχνικό θέμα ως προς το εάν έχει γίνει επαρκής ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών» αναφέρει.
«Το ιδανικό θα ήταν αν όλα τα κράτη- μέλη μείνουν στο κλαμπ – αυτό θα ήταν το καλύτερο για όλους, ακόμη και για τους Έλληνες. Αλλά βεβαίως, εάν ένα κράτος-μέλος αποφασίσει ότι πλέον δεν είναι προς το συμφέρον του να παραμείνει, τότε πρέπει να τους επιτρέψουμε να φύγουν. Αυτό είναι μέρος ενός δημοκρατικού συστήματος» δηλώνει ο κ. Coene.
Μέχρι πρότινος, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ προειδοποιούσαν ότι έξοδος της Ελλάδας θα επέφερε καταστροφικές επιπτώσεις που θα ξεπερνούσαν τα σύνορα της Ελλάδας. «Το διαζύγιο δεν είναι ποτέ ομαλό» λέει ο κ. Coene. Συμπληρώνει ωστόσο: «Μαντεύω ότι ένα φιλικό διαζύγιο – εάν αυτό χρειάζεται – θα ήταν εφικτό αν και πάλι πιθανότατα θα το μετάνιωνα».
Διαχειρίσιμη η έξοδος λένε Ιρλανδία και Γερμανία
Ο Patrick Honohan, ο κεντρικός τραπεζίτης της Ιρλανδίας δήλωσε σε συνέδριο στην Εσθονία: «Μπορεί να γίνουν πράγματα που δεν προβλέπονται από τις συνθήκες… Τεχνικά, η ελληνική έξοδος είναι διαχειρίσιμη… δεν θα είναι κατ’ ανάγκη μοιραία, αλλά δεν είναι η πιο ελκυστική επιλογή»
Ο πρόεδρος της Bundesbank, Jens Weidmann, μιλώντας σε γερμανικά ΜΜΕ προειδοποίησε: «Οι επιπτώσεις για την Ελλάδα θα ήταν πιο σοβαρές από ότι για την υπόλοιπη ευρωζώνη».
Ο κ. Coene αναφέρει επίσης ότι τα «τείχη προστασίας» που κατασκευάστηκαν από τις κυβερνήσεις «αρκούν προς το παρόν και είμαι πεπεισμένος ότι θα υπάρξει μεγαλύτερη προστασία εάν οι συνθήκες δημιουργήσουν τέτοια ανάγκη»
Ορισμένοι οικονομολόγοι υπέθεταν ότι η ΕΚΤ θα συνέχιζε να στηρίζει τις ελληνικές τράπεζες, ακόμη και εάν οι διεθνείς πιστωτές αποφάσιζαν να βγάλουν από την πρίζα την τεχνητή υποστήριξη της χώρας. Ο κ. Coene όμως αναφέρει πως η έγκριση της ΕΚΤ για «έκτακτη παροχή ρευστότητας» θα πρέπει να αποσυρθεί εάν οι τράπεζες κριθούν αυτομάτως αφερέγγυες. «Πρόκειται για έκτακτη παροχή ρευστότητας όχι στήριξη για φερεγγυότητα» ξεκαθαρίζει.
Η αβεβαιότητα ως προς το μέλλον της Ελλάδας, όπως επίσης και οι ανησυχίες για την ισχύ του ισπανικού τραπεζικού συστήματος, θέτουν υπό αμφισβήτηση την ανάπτυξη τα ευρωζώνης και απειλούν με επιστροφή στην ύφεση. Παρόλα αυτά, το Βέλγιο, που θεωρείται ταγός των εξελίξεων στην ευρωζώνη, δείχνει ότι ανθίσταται στην πτωτική τάση. Τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν στις αρχές του μήνα δείχνουν ότι επέστρεψε σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης το πρώτο τρίμηνο, κυρίως λόγω της ισχύος της γειτονικής Γερμανίας.
Ο κ. Coene επιμένει: «Ποτέ δεν δεσμευόμαστε εκ των προτέρων για τίποτα». Αφήνει όμως, να εννοηθεί ότι η ΕΚΤ απέχει ακόμη από το να αποφασίσει περαιτέρω κινήσεις για την στήριξη της οικονομίας. Στις αρχές του μήνα αποφάσισε να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στο ιστορικά χαμηλό επίπεδο του 1% και η κεντρική τράπεζα εξακολουθεί να αξιολογεί τον αντίκτυπο των ενέσεων ρευστότητας ύψους 1 τρισ. ευρώ σε τριετή δάνεια προς το χρηματοοικονομικό σύστημα.
Οι αναθεωρημένες προβλέψεις της ΕΚΤ θα κοινοποιηθούν τον επόμενο μήνα και θα δείχνουν «ενδεχομένως μία μικρή επιδείνωση στην ανάπτυξη (συγκριτικά με τις προβλέψεις του Μαρτίου)» δηλώνει ο Coene και συμπληρώνει: «τίποτε όμως, δραματικό ή θεμελιώδες».
Συνεχίζει: «Δεν μπορούμε να λύσουμε τα θεμελιώδη προβλήματα. Μπορούμε μόνο να κερδίσουμε χρόνο και υπάρχουν όρια στον χρόνο που μπορεί να κερδίσει κανείς. Ένα από τα μαθήματα που πήραμε είναι πως εάν μείνουν τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα, δημιουργούνται νέα προβλήματα».
Αν και η ΕΚΤ δεν έχει ακόμη μειώσει σε μηδενικό επίπεδο τα επιτόκιά της, ο κ. Coene υποστηρίζει ότι η προσφορά ρευστότητας έχει ισάξιο αντίκτυπο με τα μεγάλα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης που έκαναν οι κεντρικές τράπεζες σε ΗΠΑ και Βρετανία. «Δεν βλέπω κάποια διαφορά ανάμεσα σε αυτό που κάνουμε ήδη και στην ποσοτική χαλάρωση» τονίζει.
Ερωτηθείς για το εάν αυτό συνεπάγεται ότι υπάρχει η πιθανότητα για νέα τριετή δάνεια, απαντά: «Πολλά μπορούν να γίνουν. Εάν όμως, δεν έχουν αποτέλεσμα, τότε ποια η χρησιμότητα να τα κάνεις; Ουσιαστικά αυτή είναι μία κρίση εμπιστοσύνης. Η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να αλλάξει θεμελιώδεις απόψεις για την εμπιστοσύνη. Τα θέματα αφορούν τη δημοσιονομική πολιτική, τις προοπτικές ανάπτυξης, την υγεία των τραπεζικών συστημάτων… δεν μπορούμε να δώσουμε ώθηση στην οικονομία ως έχει»
Ο Francois Hollande, ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας, ζήτησε από την ΕΚΤ να εγγυηθεί κρατικά ομόλογα. Ο κ. Coene όμως, δηλώνει ότι το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ θα πρέπει να παραμείνει αδρανές. Το πρόγραμμα ενεργοποιήθηκε τον προηγούμενο Αύγουστο για την στήριξη της ιταλικής αγοράς ομολόγων κα, όπως δηλώνει, «και τότε, ο Silvio Berlusconi, υπαναχώρησε σε σειρά υποσχέσεων που είχε κάνει για μεταρρυθμίσεις»”.
Διαβάστε επίσης :