Δύο είναι ασφαλώς οι συναντήσεις που ξεχωρίζουν στο πρόγραμμα του κ. Μητσοτάκη στο «Μεγάλο Μήλο». Η μία είναι αυτή με τον Ντόναλντ Τραμπ και η δεύτερη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν. Ειδικά για τη συνάντηση με τον Αμερικανό πρόεδρο, από το Μαξίμου τονίζουν πως συνηθίζει να έχει ελάχιστες διμερείς συναντήσεις στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ, συνεπώς αυτό καταδεικνύει τον αναβαθμισμένο ρόλο της Ελλάδας στο διεθνές σκηνικό.
Όσο για την ατζέντα της συνάντησης με τον Τούρκο πρόεδρο, είναι εξαιρετικά «βαριά»: ξεκινά από τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας και φτάνει ως την Κύπρο και τις προκλήσεις της Τουρκίας όσον αφορά στις έρευνες για υδρογονάνθρακες στην ΑΟΖ της Κύπρου. Όμως, τη δεδομένη χρονική συγκυρία, μία ακόμη σημαντική παράμετρος είναι αυτή του προσφυγικού, με τις ροές τις τελευταίες εβδομάδες να είναι αυξημένες από τα τουρκικά παράλια προς τα νησιά του Αιγαίου, αλλά και τον ίδιο τον κ. Έρντογαν να απειλεί την Ευρώπη ότι θα τινάξει στον αέρα τη συμφωνία με τις Βρυξέλλες για τη διαχείριση του προσφυγικού.
Σημαντικό, επίσης, ως προς τις επενδύσεις και το αμερικανικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα είναι το γεύμα που θα έχει ο κ. Μητσοτάκης με Αμερικανούς επιχειρηματίες και το οποίο οργανώνεται από τον υπουργό Εμπορίου των ΗΠΑ, Ουίλμπουρ Ρος. Ο κ. Ρος είχε επισκεφθεί, μάλιστα, την Αθήνα πριν από λίγες ημέρες κι είχε περάσει το κατώφλι του Μαξίμου για να συναντήσει τον πρωθυπουργό.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την οικονομία, στόχος του κ. Μητσοτάκη είναι να παρουσιάσει το νέο αφήγημα που θέλει την Ελλάδα ως έναν ελκυστικό επενδυτικό προορισμό, με αποκατάσταση της αξιοπιστίας της οικονομίας και τη δημιουργία φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος μέσα από μεταρρυθμίσεις και τη βελτίωση των δεικτών του οικονομικού κλίματος.
Ενδιαφέρον θα έχει πάντως και η συνάντηση του κ. Μητσοτάκη με τον Ζόραν Ζάεφ, καθώς είναι η πρώτη επίσημη των δύο ανδρών και στο επίκεντρο ασφαλώς θα βρεθεί η συμφωνία των Πρεσπών και η πορεία εφαρμογής της, με τον πρωθυπουργό να έχει εκφράσει την αντίθεσή του σ’ αυτήν, αλλά να έχει αποδεχθεί πως από τη στιγμή που κυρώθηκε από τη Βουλή δεν μπορεί ν’ αλλάξει ή να καταργηθεί.