Μετά το σάλο που ξέσπασε απ' την παραίτηση των δυο αντιπροέδρων του ΣτΕ απ' την Ένωση του Συμβουλίου καταγγέλλοντας μάλιστα μεθοδεύσεις στον νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες ο Πρωθυπουργός έχει συνάντηση με τους προέδρους των ανώτατων δικαστηρίων της χώρας.
Στις 09:30 το κατώφλι του Μαξίμου θα περάσουν η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου, η Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ο Νίκος Σακελλαρίου, πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Κατά το Μαξίμου η συνάντηση πραγματοποιείται μετά από αίτημα των δικαστικών και έχει προγραμματιστεί εδώ και μέρες, ενώ κατά τις ίδιες πληροφορίες στην ατζέντα της συνάντησης είναι τα αιτήματα του δικαστικού κλάδου. Ωστόσο ο κ. Τσίπρας αναμένεται να έχει και κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον πρόεδρο του ΣτΕ.
Οι δύο αντιπρόεδροι που παραιτήθηκαν από μέλη της Ένωσης του ΣτΕ, μεταξύ των άλλων, αναφέρουν στις επιστολές παραίτησης τους ότι η ανακοίνωση της Ένωσης του ΣτΕ, αποτελεί «μέγα ατόπημα» καθώς άφησε την εντύπωση προς τα έξω (τους πολίτες) ότι «ομιλεί το σύνολο του σώματος» του ΣτΕ, δηλαδή όλοι οι δικαστές του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, κάτι που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Πέρα από όλα αυτά, συνεχίζουν οι δύο αντιπρόεδροι, η Ένωση για πρώτη φορά στην ιστορία της «μετατράπηκε ουσιαστικά σε γραφείο Τύπου του προέδρου του ΣτΕ», ενώ παράλληλα παραγνώρισε το θεσμικό της ρόλο και «εξέφρασε γνώμη για ζήτημα το οποίο ούτε είχε θεσμικά τη δυνατότητα να γνωρίζει ως συλλογικό όργανο (πως δηλαδή, υπό ποίες συνθήκες και για ποίο πραγματικά λόγο διακόπηκε μια διάσκεψη), ούτε ανήκει στις αρμοδιότητες της».
Σε άλλο σημείο των παραιτήσεων τους αναφέρουν ότι η ανακοίνωση της Ένωσης «εμφανίζεται στην πρώτη παράγραφο να παίρνει θέση μόνο επί ενός πραγματικού γεγονότος χωρίς να το αξιολογεί», ενώ με την τελευταία παράγραφο της ανακοίνωσής της «δημιουργείται σαφώς η εντύπωση ότι η Ένωση θεωρεί ότι ήταν επαρκής λόγος για την διακοπή της διάσκεψης η δημιουργία κλίματος δημοσίων αντεγκλήσεων» και εκεί «βρίσκεται το μεγαλύτερο ατόπημα, διότι αφορά την ίδια την λειτουργία του θεσμού».
«Αρνησιδικία» συνιστά, σύμφωνα με τους δύο αντιπροέδρους, η άποψη που δέχεται ότι το ΣτΕ «αντί να διασκεφθεί και να εκδώσει απόφαση επί οποιασδήποτε υποθέσεως ανεξαρτήτως της φύσεως της, είναι σκόπιμο να αναβάλει επ΄ αόριστον την διάσκεψη του με την επίκληση ενός κάποιου κλίματος (το οποίο το δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγξει)».
Και καταλήγουν ότι η ανακοίνωση αποτελεί ατόπημα που πλήττει καίρια το θεσμικό ρόλο του της Ένωσης του ΣτΕ και «σηματοδοτεί αλλαγή στην μακροχρόνια πορεία της από ανεξάρτητο όργανο έκφρασης του συνόλου των μελών του ΣτΕ σε διοικητική υπηρεσία».