Αύριο τελικά και όχι σήμερα (28.3.2024) αναμένεται να ανακοινωθούν τα πρώτα ενενήντα ονόματα των πολιτών που θα διεκδικήσουν μία θέση στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ μέσα από τις εσωκομματικές εκλογές της 14ης Απριλίου, δηλαδή από τα δημοψηφίσματα που θα γίνουν προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι να πάρουν το πράσινο φως για να δώσουν την μάχη των Ευρωεκλογών.
Μετά από πολλή σκέψη αποφασίστηκε να μην ανακοινωθούν σήμερα καθώς θα κυριαρχήσει η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης.
Οι διεκδικητές του χρίσματος έχουν αγωνία γιατί έχουν μόνο δυο εβδομάδες μπροστά τους προκειμένου τα μέλη και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να τους γνωρίσουν για να τους ψηφίσουν. Τα κορυφαία στελέχη του κόμματος από την άλλη θέλουν από την Δευτέρα και μετά το τέλος της θητείας του Στέφανου Κασσελάκη από τον στρατό να ξεκινήσει αμέσως η προεκλογική περίοδος.
Οι πληροφορίες λένε ότι τα στελέχη, που έτσι και αλλιώς θα διεκδικήσουν την ψήφο των συντρόφων τους είναι οι ευρωβουλευτές Κώστας Αρβανίτης και Έλενα Κουντούρα, ο σύμβουλος του προέδρου καθηγητής Νικόλας Φαραντούρης, η πρώην εκπρόσωπος του κόμματος Δώρα Αυγέρη, οι πρώην βουλευτές Γιώργος Τσίπρας και Μάριος Κάτσης και ο μπασκεμπολίστας Νίκος Παππάς με την Ολυμπία Τελιγιορίδου.
Σύμφωνα πάντα με τις ίδιες πηγές στο ευρωψηφοδελτίο του ΣΥΡΙΖΑ θα μείνουν μέχρι και την τελευταία στιγμή πέντε θέσεις κενές ώστε, έστω και την τελευταία στιγμή, να ενταχθούν υποψήφιοι που τα βιογραφικά τους κρίνονται από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ιδιαίτερα σημαντικά και δεν τα κατάφεραν στα δημοψηφίσματα, ενώ μπορεί να ενταχθούν και πρόσωπα από κάποιες μειονότητες από την κοινωνία των πολιτών.
Δύο ακόμα θέσεις θα καλυφθούν με πρόσωπα της επιλογής του ίδιου του Στέφανου Κασσελάκη.
Τελικά πάντως η όλη διαδικασία ήταν ιδιαίτερα χρονοβόρα, καθώς η νομική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έλεγξε καταρχήν το ποινικό μητρώο όσων είχαν δηλώσει το ενδιαφέρον για να μπουν στην διαδικασία των δημοψηφισμάτων, ενώ μία άλλη ομάδα ερεύνησε την παρουσία αυτών των ανθρώπων στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Παράλληλα, ελέγχθηκαν και οι επαγγελματικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες όλων των ενδιαφερόμενων.
Η πρόταση δυσπιστίας
Εν τω μεταξύ ο ΣΥΡΙΖΑ κρατάει ιδιαίτερα ψηλά το θέμα της πρότασης δυσπιστίας. Τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης χθες κατέθεσαν έξι ερωτήματα προς την κυβέρνηση με αφορμή τις τελευταίες αποκαλύψεις. Πιο συγκεκριμένα, όπως ανέφερε η Κουμουνδούρου “ενώ έχουν συμπληρωθεί τρία 24ωρα από τις αποκαλύψεις της εφημερίδας «Το Βήμα της Κυριακής» για την κρατική μονταζιέρα στα ηχητικά των κρίσιμων συνομιλιών πριν από την σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών στα Τέμπη η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη εξακολουθεί να ποιεί την νήσσαν”.
Πιο συγκεκριμένα στα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητούν απαντήσεις στα εξής ερωτήματα:
- Ποιοι είχαν πρόσβαση στα ηχητικά;
- Ποιοι παρέλαβαν το στικάκι με τις συνομιλίες και ποιοι έκαναν αντίγραφά του;
- Ποιοι συμμετείχαν στο μοντάζ των ηχητικών;
- Ποιοι αποφάσισαν να σταλούν τα ηχητικά στις ανακριτικές αρχές με καθυστέρηση δύο ημερών;
- Ποιοι τα προώθησαν σε φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης μονταρισμένα;
- Ποιος έδωσε στο «Πρώτο Θέμα» λίγες ώρες μετά την τραγωδία το μονταρισμένο υλικό των συνομιλιών;
Την Τετάρτη μιλώντας στην Βουλή η Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Θεοδώρας Τζάκρη, ανέφερε ότι αναφέρθηκε στην πολιτική σημασία και στον συμβολισμό της πρότασης αμφισβήτησης της κυβερνητικής πολιτικής: «Η πρόταση δυσπιστίας δεδομένων των κοινοβουλευτικών συσχετισμών περισσότερο αντιπροσωπεύει μια συμβολική αποτύπωση του δημοσίου αισθήματος και για αυτό τον λόγο και συνυπογράψαμε και την στηρίζουμε, γιατί, όταν μια κυβέρνηση προκαλεί διαρκώς και βρίσκεται σε δυσαρμονία με το πραγματικό εκλογικό σώμα, πρέπει να της αποδίδεται η αρμόζουσα απαξία».
Η βουλευτής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης επεσήμανε ακόμα ότι: «Η λύση, όπως ορθά και ξεκάθαρα το διατύπωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Στέφανος Κασσελάκης, είναι η άμεση προσφυγή στην κάλπη. Για να μπορέσει ο κ. Μητσοτάκης να φύγει δημοκρατικά και να μπορέσει η ελληνική κοινωνία να αναπνεύσει από την αντικοινωνική και αντιθεσμική διακυβέρνηση την οποία ασκεί ο ίδιος προσωπικά».
Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι: «Ακόμη και όσοι επικαλούνται το επιχείρημα ότι έχει νωπή λαϊκή εντολή η κυβέρνηση, γνωρίζουν ότι αυτή η εντολή υπεξαιρέθηκε με έναν καταιγισμό ψεμάτων και συνειδητής παραποίησης της πραγματικότητας. Σε λιγότερο από έναν χρόνο αποκαλύφθηκαν όσα συγκάλυπτε και είναι τόσο επικίνδυνος για την πατρίδα μας γιατί δεν είναι ο εξωτερικός, αλλά ο εσωτερικός εχθρός της. Υπερψηφίζουμε την πρόταση δυσπιστίας και επιμένουμε για την ταχύτερη δυνατή προσφυγή σε εκλογές».