Για διεθνή διασυρμό της χώρας κάνουν λόγο τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή την έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ όπου αναφέρεται στο θέμα των υποκλοπών, σε επεισόδια αστυνομικής βίας την χώρα μας και στο μεταναστευτικό.
«Αναρωτιέμαι πώς αισθάνονται οι αυτουργοί της κακοποίησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και της ενημέρωσης στην Ελλάδα, που περιγράφεται με τα πιο μελανά χρώματα όχι από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Όσα αναφέρει η έκθεση του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών δεν αποτελούν είδηση για μας. Τα ξέραμε και τα ζούμε.
Είδηση είναι ο διεθνής διασυρμός της χώρας, παραμονές της εθνικής μας γιορτής, από μια κυβέρνηση και ένα πρωθυπουργό, που υποσχέθηκαν εθνική αναγέννηση και μας οδηγούν σε εθνική ταπείνωση. Πιστεύω ότι όποιος διαβάσει την έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ θα συμφωνήσει ότι δεν μας αξίζει αυτή η Ελλάδα. Δεν πάει άλλο!», ανέφερε η Πόπη Τσαπανίδου.
Πρόκειται για την ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο, σε 198 χώρες, για το έτος 2022, την οποία παρουσίασε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν και στο κεφάλαιο Ελλάδα αναφέρεται ότι υπήρξαν «αξιόπιστες αναφορές» για σημαντικά ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Συγκεκριμένα, επικαλούμενη τις αναφορές αυτές, η έκθεση γράφει για:
- σκληρή, απάνθρωπη, ή ταπεινωτική μεταχείριση, ή τιμωρία κρατουμένων σε φυλακές, καθώς και μεταναστών και αιτούντων ασύλου από τις Αρχές επιβολής του νόμου.
- περιορισμούς στην ελεύθερη έκφραση και τα Μέσα Ενημέρωσης συμπεριλαμβανομένης της επιβολής ή της απειλής επιβολής της ποινικής νομοθεσίας περί συκοφαντίας και δυσφήμησης.
- αναγκαστικές επιστροφές και εικαζόμενη χρήση βίας από τις κυβερνητικές Αρχές κατά μεταναστών και αιτούντων ασύλου.
- ανεπαρκής έρευνας και λογοδοσία για, με βάση το φύλο, βία, συμπεριλαμβανομένης της ενδοοικογενειακής βίας ή εγκλήματα που αφορούν βία που στοχεύει μέλη εθνικών/φυλετικών/εθνοτικών μειονοτήτων και εγκλήματα που περιλαμβάνουν βία ή απειλή χρήσης βίας που στοχεύει λεσβίες, ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους, διεμφυλικούς ή διαφυλικά άτομα.
Η έκθεση αναφέρεται ακόμα στο σκάνδαλο της λίστας Πέτσα και στον αδιαφανή τρόπο κρατικών επιδοτήσεων στα ΜΜΕ.
Όπως γράφει, το GovWatch, η διερευνητική αποστολή του MFRR στην Ελλάδα και το Media Pluralism Monitor, κατήγγειλαν όλοι την έλλειψη διαφάνειας στη διανομή των κρατικών επιδοτήσεων στα μέσα ενημέρωσης κατά την περίοδο της εκστρατείας ενημέρωσης για τον COVID-19 (λίστα Πέτσα).
«Η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι έδωσε επιδοτήσεις με βάση αντικειμενικά κριτήρια, όπως ποσοτικά για την προβολή κοινού, την κυκλοφορία κ.ά, καθώς και ποιοτικά κριτήρια όπως η ασφάλεια της επωνυμίας. Η απουσία δημοσίως διαθέσιμων κριτηρίων ανάθεσης ώθησε μια ΜΚΟ, ωστόσο, να υποβάλει αίτημα απαιτώντας την αποκάλυψη των κριτηρίων. Το δικαστήριο απέρριψε αυτό το αίτημα με την αιτιολογία ότι ο αναφέρων δεν είχε το νόμιμο δικαίωμα πρόσβασης στις πληροφορίες», τονίζεται χαρακτηριστικά.
Ακόμα γίνεται ειδική αναφορά το θέμα των υποκλοπών και πιο συγκεκριμένα στις υποθέσεις Ανδρουλάκη και Κουκάκη ενώ επισημαίνεται ότι «το Σύνταγμα και οι νόμοι της Ελλάδας απαγορεύουν τέτοιες ενέργειες, ωστόσο, η κυβέρνηση δεν σεβάστηκε αυτές τις απαγορεύσεις».
Στην έκθεση παρατίθενται αναφορές των ΜΜΕ για τη χρήση -από πλευράς κυβέρνησης- παράνομου λογισμικού για να παρακολουθεί τις επικοινωνίες ανώτερων κυβερνητικών αξιωματούχων και δημοσιογράφων.