Μπούμεραγκ θεωρούν στον ΣΥΡΙΖΑ ότι γύρισε στην Κυβέρνηση η επιμονή του Κυριάκου Μητσοτάκη να επιχειρήσει να συνδέσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και το ΠΑΣΟΚ με τα οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα της χώρας.
Παράλληλα επισημαίνουν ότι το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναγκάστηκε να θέσει εκτός κυβέρνησης δύο από τους πιο στενούς του συνεργάτες – γιατί πήγαν στο σπίτι γνωστού επιχειρηματία για να του ευχηθούν για την ονομαστική του εορτή ενώ η κυβέρνηση τον έχει στοχοποιήσει θεωρώντας ότι κάνει κινήσεις εναντίον της – δείχνει ότι και αυτή η κρίση αγγίζει ευθέως το Μέγαρο Μαξίμου.
Λένε μάλιστα ότι οι αποχωρήσεις του Σταύρου Παπασταύρου και του Γιάννη Μπρατάκου έρχονται μετά την απομάκρυνση του ανιψιού του πρωθυπουργού Γρηγόρη Γρηγοριάδη για το θέμα των υποκλοπών από το Μέγαρο Μαξίμου.
Το γεγονός, αυτό λένε τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, δείχνει ότι «κάτι στραβό υπάρχει στο Μέγαρο Μαξίμου το οποίο κατά διαστήματα αποκαλύπτεται μέσα από μία σειρά κακών χειρισμών».
«Η όψιμη μάχη του κατά των συμφερόντων θυμίζει δυστυχώς τον πατέρα του, ο οποίος στην πτώση του αποφάσισε να καταγγείλει τα «διαπλεκόμενα συμφέροντα». Το «δεν θα συγκυβερνήσω με κανένα παράκεντρο» του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι το πιο σύντομο ανέκδοτο της μεταπολίτευσης. Όλοι γνωριζόμαστε σε αυτό τον τόπο. Εδώ ξέρουμε και εμείς καλά αυτά που και ο ίδιος ξέρει, αναφέρουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα επισημαίνουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατέφυγε σε απαράδεκτους χαρακτηρισμούς εναντίον του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζοντας τον φαιδρό και μιλώντας ειρωνικά για την θητεία του Στέφανου Κασσελάκη κάνοντας λόγο για κουραστική θητεία. Επισήμαιναν μάλιστα ότι είναι απαράδεκτο ο πρωθυπουργός να απαξιώνει ένα νόμο του κράτους αλλά και όλους όσους κάνει χρήση αυτής της διάταξης.
Στελέχη της Κουμουνδούρου έλεγαν ακόμα ότι ο Στέφανος Κασσελάκης με τις αναρτήσεις του έφερε στην πραγματικότητα σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση την κυβέρνηση καθώς ανέδειξε το θέμα το οποίο έφερε τις παραιτήσεις των δυο υπουργών.
Στην πρώτη ανάρτηση του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είχε προκαλέσει τον πρωθυπουργό να απαντήσει «αν τολμάει τι δουλειά είχαν την Κυριακή το βράδυ οι δύο πιο στενοί του συνεργάτες (Παπασταύρου – Μπρατάκος) στο σπίτι του επιχειρηματία που κατηγορούν ως «οικονομικά συμφέροντα που θέλουν να μας ρίξουν»; Η γραμμή Μητσοτάκη είναι η ΝΔ να κατηγορεί τον «υπονομευτή» και το Μαξίμου να συναντάται μαζί του;
Λίγες ώρες αργότερα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επανήλθε λέγοντας:
«Κύριε Πρωθυπουργέ,
Αναδιατυπώνω το πρώτο ερώτημα από αυτά που σας απηύθυνα (βλέπετε, δεν προλαβαίνουμε τους ρυθμούς της αποσύνθεσης).
Γιατί διώξατε τους δύο στενότερους συνεργάτες σας μετά την επίσκεψή τους «στα συμφέροντα που μας υπονομεύουν» την περασμένη Κυριακή;
Είχαν κάτι τα ποτά; Δεν ήταν καλά τα πούρα; Ή μήπως δεν πέτυχε η αποστολή;
Συνομιλήσατε ή όχι μαζί τους από τον Καναδά για να μάθετε πώς πήγε η συνάντηση; Μήπως σας έδωσαν λάθος αναφορά;
Κύριε Μητσοτάκη, διοικείτε μία οργάνωση υπό διάλυση.
Σας επαναφέρω την πρότασή μου για αξιοπρεπή αποχώρηση, προτού το παρακράτος που στήσατε καταρρεύσει πάνω σας».
Μετά το τέλος της συζήτησης η Κουμουνδούρου η οποία επιμένει στην προανακριτική επιτροπή σε ανακοίνωση της ανέφερε:
«Η τραγική εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη αποτελεί προσβολή στη μνήμη των θυμάτων των Τεμπών, στους συγγενείς τους και στη Δημοκρατία.
Ο κ. Μητσοτάκης παραμένει προκλητικός μέχρι τελικής πτώσης.
Αρνήθηκε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για προανακριτική με το επιχείρημα ότι θέλουμε να στείλουμε τον Κώστα Καραμανλή φυλακή. Ποιος του το είπε αυτό; Στη Δικαιοσύνη θέλουμε να τον παραπέμψουμε. Θεωρεί βέβαιο ο πρωθυπουργός ότι εάν ο κ. Καραμανλής βρεθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης θα πάει φυλακή; Ξέρει κάτι που δεν ξέρουμε;
Αρνήθηκε να απαντήσει ποιος έκανε το μοντάζ της συνομιλίας που δόθηκε στα ΜΜΕ για να θεμελιώσει την πρωθυπουργική ετυμηγορία του ανθρώπινου λάθους. Στην προσπάθεια του, μάλιστα, να υπερασπιστεί τα θλιβερά επιχειρήματα του έκανε αναφορά στην «κρατική» ΕΡΤ. Την θεωρούσαμε δημόσια τηλεόραση. Ξέρει και εδώ κάτι που δεν ξέρουμε;
Παραδέχτηκε και επισήμως για πρώτη φορά το μπάζωμα αλλά μας είπε ότι έγινε για καλό σκοπό. Ντροπή!».