Στις νέες προκλήσεις και τα θέματα ασφάλειας στην Νοτιανατολική Ευρώπη αναφέρθηκε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος, μιλώντας την έναρξη των εργασιών της SEECP, που είναι σε εξέλιξη στο Ίδρυμα Πολιτισμού «Σταύρος Νιάρχος».
Ο Τάκης Θεοδωρικάκος ανέφερε πως: «Η ενδυνάμωση της περιφερειακής συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων είναι καθοριστική για να αντιμετωπίσουμε από κοινού τις μεγάλες προκλήσεις ασφάλειας. Βασική προτεραιότητα της προεδρίας της Αθήνας στη διυπουργική διάσκεψη στο πλαίσιο της ελληνικής προεδρίας της “Διαδικασίας Συνεργασίας Νοτιοανατολικής Ευρώπης” (SEECP) είναι τα θέματα ασφάλειας».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο υπουργός προσέθεσε δε τα εξής: «Μας ενδιαφέρει η περαιτέρω ενδυνάμωση της συνεργασίας για να αντιμετωπίσουμε με αποτελεσματικότητα κάθε απειλή στην περιοχή μας. Στη δική μας αντίληψη, προτεραιότητα αποτελεί η αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, του οργανωμένου εγκλήματος, της διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων, της διασποράς και του λαθρεμπορίου όπλων, της διακίνησης ναρκωτικών, του χουλιγκανισμού, καθώς και των κυβερνοεπιθέσεων».
«Όλα αυτά», τόνισε ο κ. Θεοδωρικάκος, «αποτελούν σοβαρούς κινδύνους για τις κοινωνίες μας, παραβιάζοντας σε μεγάλο βαθμό τα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες και υπονομεύοντας τη σταθερότητα, την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία των λαών της περιοχής. Το διεθνές πολιτικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από αστάθεια και ρευστότητα, καθώς και από απρόβλεπτες απειλές. Είναι απόλυτη ανάγκη να διευρύνουμε το συντονισμό μας και την ανάπτυξη κατάλληλων στρατηγικών αντιμετώπισης του προβλήματος. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητη η πλήρης αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει τόσο η Ευρωπαϊκή Πολυτομεακή Πλατφόρμα κατά των Εγκληματικών Απειλών Empact (European Multidisciplinary Platform Against Criminal Threats), όσο και η EUROPOL, ώστε να καταπολεμήσουμε όλες τις μορφές οργανωμένου εγκλήματος, που εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες της συγκεκαλυμμένης δράσης τις οποίες προσφέρει το “σκοτεινό διαδίκτυο” (dark web)».
Ειδική αναφορά στο θέμα της παράνομης μετανάστευσης έκανε στη συνέχεια ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, σημειώνοντας: «Μετά τον Φεβρουάριο του 2020, έχει εμπεδωθεί σε όλους μας η αλήθεια ότι τα σύνορα της Ελλάδας αποτελούν ευρωπαϊκά σύνορα. Επομένως, η αντιμετώπιση της εισόδου παράνομων μεταναστών αποτελεί μείζον θέμα όχι μόνο για την Αθήνα, αλλά και για όλη την περιοχή. Η αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού απαιτεί βελτίωση του συντονισμού των ενεργειών μας, με στόχο την καταπολέμηση των δικτύων παράνομης διακίνησης μεταναστών.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Είναι γεγονός ότι έχουν αναληφθεί πολλές δράσεις σε περιφερειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο για την καταπολέμηση αυτού του φαινομένου. Η συνδρομή του FRONTEX υπήρξε και εξακολουθεί να είναι καθοριστική. Θεωρούμε, ωστόσο, ότι απαιτείται περαιτέρω επιχειρησιακή συνεργασία μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου, αλλά και της διοργάνωσης “εκστρατειών ενημέρωσης του κοινού”, ιδιαίτερα σε χώρες που θεωρούνται χώρες προέλευσης ή διέλευσης παράνομων μεταναστών».
Πέραν της υφιστάμενης κατάστασης, ανέφερε ο κ. Θεοδωρικάκος καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε μια νέα μεταναστευτική -προσφυγική πρόκληση λόγω της ουκρανικής κρίσης. «Σύμφωνα με τις πρόσφατες αναλύσεις του FRONTEX και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περισσότεροι από 4,8 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν απομακρυνθεί από τις εστίες τους, από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Ορισμένα μέλη που σήμερα εκπροσωπούνται εδώ, όπως το Βουκουρέστι, έχουν επωμισθεί σημαντικό βάρος, λόγω των προσφυγικών ροών από την Ουκρανία. Η Ελλάδα έχει μέχρι στιγμής υποδεχθεί 23.558 πρόσφυγες, εκ των οποίων 6.500 είναι ανήλικοι. Τα ανωτέρω στοιχεία απαιτούν εγρήγορση και μεγαλύτερο συντονισμό», υπογράμμισε ο κ. Θεοδωρικάκος.
Η νέα κατάσταση με τον πόλεμο στην Ουκρανία
Αναφερόμενος στα Κοινά Κέντρα Επαφής Αστυνομικής και Τελωνειακής Συνεργασίας, ο υπουργός υπογράμμισε ότι αποτελούν μια βέλτιστη πρακτική και συμβάλλουν στη βελτίωση του συντονισμού και την ανταλλαγή πληροφοριών. «Ανάμεσα στις δραστηριότητες των εγκληματικών οργανώσεων», τόνισε, «ξεχωρίζει, δυστυχώς, η εμπορία και εκμετάλλευση ανθρώπων, το ειδεχθές, λεγόμενο trafficking, το οποίο καταργεί το σύστημα των ανθρώπινων αξιών και δικαιωμάτων. Είναι γεγονός ότι η στρατολόγηση, η διακίνηση ανθρώπων με σκοπό την εκμετάλλευσή τους, είναι ένα πολύπλοκο εγκληματολογικό φαινόμενο, ενώ κοινός παρονομαστής στον τρόπο στρατολόγησης θυμάτων, η οποία πλέον γίνεται και διαδικτυακά, είναι η εκμετάλλευση της ευάλωτης θέσης τους.
Βάσει των νέων δεδομένων που έχουν διαμορφωθεί από την κατάσταση στην Ουκρανία και σύμφωνα με αναφορά της EUROPOL, πιθανολογείται ότι εγκληματικά δίκτυα που δραστηριοποιούνται στην εμπορία ανθρώπων, σε χώρες που θα δεχθούν πρόσφυγες από την Ουκρανία, θα προσπαθήσουν, εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση, να στρατολογήσουν και να εκμεταλλευτούν πιθανά θύματα, κυρίως γυναίκες και παιδιά. Οι ευάλωτες αυτές ομάδες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο σεξουαλικής και εργασιακής εκμετάλλευσης, καθώς και καταναγκαστικής εγκληματικότητας και επαιτείας.
Στο πλαίσιο αυτό, χρειάζεται από την πλευρά μας μια ολοκληρωμένη απόκριση και ανάληψη πρωτοβουλιών. Η διασφάλιση της διασυνοριακής και περιφερειακής συνεργασίας είναι ένα κρίσιμο ζήτημα που μπορεί να επιτευχθεί και μέσω της ανάπτυξης ανταλλαγής τεχνογνωσίας και πληροφοριών».
Προς αυτή την κατεύθυνση, ο υπουργός πρότεινε τη διοργάνωση ενός εργαστηρίου (work-shop) με τη συμμετοχή στελεχών των διωκτικών αρχών της περιοχής, με σκοπό τη βέλτιστη αντιμετώπιση του trafficking με έμφαση στην εμπορία γυναικών και παιδιών. «Ζητούμενο», σημείωσε ο κ. Θεοδωρικάκος «είναι η κοινή αντίδραση μετά από σύγκριση των διαφορετικών νομικών πλαισίων και πρακτικών, σχετικών με την πάταξη της εγκληματικής αυτής δραστηριότητας.
Σημαντική κρίνεται η ευρύτερη ανάπτυξη συνεργασίας μεταξύ των Αστυνομικών Ακαδημιών και ειδικότερα η επιμόρφωση των στελεχών τους, σε σχέση με τις διαφορετικές νομοθεσίες. Αντίστοιχα, καθοριστική είναι η σημασία της ανταλλαγής πρακτικών, τεχνογνωσίας και κοινών εκπαιδευτικών προγραμμάτων για την αντιμετώπιση των κινδύνων του οργανωμένου εγκλήματος».
Όσον αφορά την αντιμετώπιση των φαινομένων του εξτρεμισμού και της τρομοκρατίας, ο υπουργός τόνισε: «Η ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των αρχών ασφαλείας αποτελεί το εργαλείο για μια συντονισμένη και αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού.
Σημαντική κρίνεται η πλήρης αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων ευρωπαϊκών και διεθνών βάσεων, καθώς και η άμεση ανταλλαγή πληροφοριών, μεταξύ των αρμόδιων αρχών, επί ατόμων που εκτιμάται ότι συνιστούν κίνδυνο για την εσωτερική ασφάλεια.
Σημαντική πτυχή στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού είναι η χρηματοδότηση του φαινομένου αυτού από το οργανωμένο έγκλημα. Ταυτόχρονα, έντονος προβληματισμός υπάρχει για τη διάχυση του οπλισμού και πιθανές προσπάθειες από ακραία εξτρεμιστικά στοιχεία και τρομοκράτες για λαθρεμπόριο και διακίνηση όπλων. Κατά συνέπεια, χρειάζεται να ενισχυθούν οι δίαυλοι επικοινωνίας, μεταξύ των αρμόδιων αρχών της επιβολής του νόμου των μελών της Διαδικασίας μέσω της αποστολής πληροφοριών και ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου. Ταυτόχρονα, κρίνεται σημαντική η διοργάνωση συναντήσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ανεπίσημο περιφερειακό δίκτυο συνεργασίας μεταξύ των μελών».
Ο κ. Θεοδωρικάκος έκανε ειδική μνεία στην παρουσία στην SEECP της αναπληρώτριας γενικής γραμματέως του RCC, επιχειρησιακού βραχίονα της διαδικασίας, καθώς και των εκπροσώπων των ΗΠΑ, της Γερμανίας και της Ιταλίας, ενώ κλείνοντας την ομιλία του υπογράμμισε:«Η οικοδόμηση ενός περιφερειακού περιβάλλοντος ασφάλειας και σταθερότητας θα συμβάλει στην πρόοδο και την οικονομική ολοκλήρωση της περιοχής, στόχοι που παραμένουν στρατηγικοί για την Αθήνα».