Ο Σταύρος Θεοδωράκης στην ομιλία του στη Βουλή τόνισε την ανάγκη να αλλάξει πορεία η χώρα για να ξεπεράσει τη βαθιά κρίση προκρίνοντας εμμέσως τη προσφυγή σε εκλογές.
«Ο νέος δρόμος απαιτεί μια μεγάλη πολιτική αλλαγή. Το μοντέλο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ απέτυχε και αποτυγχάνει καθημερινά. Ο τόπος θέλει προτεραιότητες, νέα μυαλά, ταχύτητα, μεταφορά στη χώρα μας όλων των πετυχημένων προτύπων, μέτωπο στο συντηρητισμό και το λαϊκισμό, απελευθέρωση από το κομματικό κράτος-δυνάστη. Αυτήν την πολιτική αλλαγή έχει ανάγκη ο τόπος. Με μια συμμαχία δημιουργικών προοδευτικών δυνάμεων, όπως αυτή που επιχειρεί το Κίνημα Αλλαγής. Μπροστά μας έχουμε μία τελευταία ευκαιρία. Αν πάλι αποτύχουμε αυτή τη φορά, μετά τον Αύγουστο θα είμαστε μόνοι. Ας το καταλάβουμε, ας βγούμε από τα “κουτιά” μας. Και ας ακούσουμε τις ανάγκες της κοινωνίας. Και τη βοή αυτών που έρχονται», τόνισε ο επικεφαλής του Ποταμιού.
Ο κ. Θεοδωράκης ξεκίνησε την ομιλία του με την καταδίκη της επίθεσης στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη, καταγγέλλοντας: «Όσα μου είπε ο Γιάννης Μπουτάρης στη Θεσσαλονίκη μαρτυρούν ότι υπήρχε αρχηγός -μαύρος αρχηγός- και κεντρικός συντονισμός. Ο στόχος θα ήταν ο Μπουτάρης ή κάποιος άλλος “εθνοπροδότης” που θα τολμούσε να εμφανιστεί στη γιορτή των Ποντίων».
Ενώ στη συνέχεια ανέφερε το υβριστικό σύνθημα εις βάρος του Γ. Μπουτάρη, που είχε ακουστεί στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης για το Μακεδονικό, μόλις τελείωσε την ομιλία του ο Φραγκούλης Φράγκος. Όπως σημείωσε ο επικεφαλής του Ποταμιού, «”Ο Νίμιτς παίρνει λεφτά από τον Σόρος και άλλον έναν συντοπίτη μας που τον ξέρετε καλύτερα απ’ όλους και δεν ήθελε να είστε εδώ παρόντες, ο δήμαρχος”. Αυτά επί λέξει είπε πριν μερικούς μήνες ο απόστρατος Φραγκούλης, με το πλήθος να φωνάζει: “Μπουτάρη μεθυσμένε – στα Σκόπια πουλημένε” και κανένας πολιτικός από τα τέσσερα κόμματα -δεν υπολογίζω την Χρυσή Αυγή- που συμμετείχε στο συλλαλητήριο, δεν αποχώρησε!».
Ενώ συμπλήρωσε λέγοντας ότι «παρά τη δημόσια έκκλησή μας την επόμενη μέρα να διαχωρίσουν τη θέση τους από όλα αυτά τα υβριστικά, για τη Δημοκρατία, συνθήματα που ακούστηκαν, ουδείς μίλησε. Εκτός αν θεωρούμε κανονική τη φράση με την οποία έκλεισε το συλλαλητήριο: “Ζήτω ο στρατός. Ζήτω οι ειδικές δυνάμεις! Θα μας βρουν μπροστά τους, με ό,τι αυτό σημαίνει”.
Επέκρινε έντονα τον Αλέξη Τσίπρα πως με όσα είπε στο Υπουργικό Συμβούλιο όπου καταδίκασε μονομερώς τη βία. «Νομίζω ότι ο κ. Τσίπρας έχασε μια μεγάλη ευκαιρία να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τη βία. Να καταδικάσει τη φασιστική βία, εύκολο, αλλά, να καταδικάσει και τη βία που “φορά”, αριστερή δήθεν, αμφίεση. Τη βία με τις βαριοπούλες. Τη βία στα πανεπιστήμια, τη βία στις γειτονιές των Εξαρχείων. Τη βία των δήθεν αγανακτισμένων, που αφήνουν να καούν άνθρωποι στη Σταδίου, που προπηλακίζουν, απειλούν και κυνηγούν πολιτικούς τους αντιπάλους. Δεν το κάνατε κ. Τσίπρα. Αν θέλετε να συμβάλετε στον πολιτικό διάλογο με όρους κανονικότητας, πρέπει να τελειώνετε οριστικά με τη ρητορική του μίσους εκείνης της περιόδου που άφησε ανοικτά τραύματα», τόνισε ο κ. Θεοδωράκης.
Κράτησε αποστάσεις από άλλα κόμματα για τη στήριξη λύσης στο ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ λέγοντας: «Καλούμε την κυβέρνηση να ξεκαθαρίσει τι θέλει. Πιστεύει στη λύση ή απλώς κάνει επικοινωνιακά παιχνίδια για να προκαλέσει προβλήματα στην αντιπολίτευση; Με ερασιτεχνισμούς και παλινωδίες δεν χαράζεις εθνική πολιτική. Να βρεθεί λύση με τη σφραγίδα της ΕΕ και με σεβασμό στη γραμμή που υποστήριξε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης από το 1992! Με τον Γκλιγκόροφ τότε χάσαμε την πρώτη ευκαιρία. Γιατί κάποιοι στην Ελλάδα έχτιζαν τότε καριέρες και σαμπόταραν τη λύση. Αν λοιπόν ο Ζάεφ τολμήσει εμείς δεν πρέπει να χάσουμε την ευκαιρία!», επεσήμανε.
Όσο αφορά στο σχέδιο ανάπτυξης της κυβέρνησης ο Σταύρος Θεοδωράκης το χαρακτήρισε, ωραία αλλά κενά λόγια, καθυστερημένο και αποσπασματικό βήμα. Ο κ. Θεοδωράκης υπογράμμισε ότι οι άτολμες προσπάθειες της κυβέρνησης και οι πειραματισμοί δεν είναι ικανοί να ξυπνήσουν την ελληνική οικονομία ενώ άφησε αιχμές για την έλλειψη συννεννόσης. «Το πρόβλημα βεβαίως δεν είναι τωρινό. Δεν θα κουραστώ να το επαναλαμβάνω. Η ευκαιρία για τη χώρα χάθηκε στην έναρξη της κρίσης. Χρεοκοπήσαμε κι αντί να ανοίξουμε νέο μαγαζί, κατηγορήσαμε τους άλλους λαούς για την αποτυχία μας. Ο καθένας οραματίστηκε τον εαυτό του ως μοναδικό σωτήρα!».
Επικαλέστηκε, τέλος, συγκεκριμένες αναφορές και διατυπώσεις από το κείμενο για σειρά ζητημάτων για να υποστηρίξει ότι κανείς «επιχειρηματίας δεν θα παραμείνει στη χώρα: με τον υψηλότερο φορολογικό συντελεστή της Ευρώπης, 29! Τον υψηλότερο ΦΠΑ, 24! Τη χειρότερη και πιο αργή διαδικασία απονομής δικαιοσύνης, μια διεφθαρμένη Διοίκηση, μόνο και μόνο για να πληρώνει ένα σπάταλο αναποτελεσματικό δημόσιο και τα χρέη που δημιούργησαν και συνεχίζουν να δημιουργούν κομματικές νομενκλατούρες».