Το χρέος είναι το κλειδί που θα καθορίσει την τύχη των διαπραγματεύσεων, καθώς και το περιεχόμενο της όποιας συμφωνίας υπάρξει τελικά.
Στο συμπέρασμα αυτό κατατείνουν αξιωματούχοι που βρίσκονται πολύ κοντά στις διαπραγματεύσεις. Η εκτίμησή τους επιβεβαιώνεται ως ορθή και από το γεγονός ότι ο περισσότερος χρόνο στις συζητήσεις του Αλέξη Τσίπρα με την Ανγκελα Μέρκελ και τον Φρανσουά Ολάντ διατέθηκε για το θέμα του χρέους.
Από αυτό θα κριθεί και η συμμετοχή ή όχι του ΔΝΤ στη συνέχεια του προγράμματος, καθώς και η καταβολή των δόσεων που απομένουν.
Για να γίνει αντιληπτό τι ακριβώς συμβαίνει είναι πως το ΔΝΤ στην περίπτωση χαμηλών πρωτογενών πλεονασμάτων (οι πληροφορίες αναφέρουν ότι συμφωνήθηκαν να είναι στο 0,75% του ΑΕΠ για το 2015 και το 2016) ζητά σε αντιστάθμισμα το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο, όρος που σύμφωνα με το καταστατικό του είναι αναγκαίος και απαραίτητος για να συνεχίσει να δίνει δάνεια.
Όμως, οι Ευρωπαίοι προς το παρόν δεν επιθυμούν να ανοίξει η συζήτηση για απομείωση του ελληνικού χρέους (ως γνωστόν απορρίπτουν το «κούρεμα»).
Η διαφορά αυτή μπορεί να οδηγήσει στην έξοδο του ΔΝΤ από τους Θεσμούς και τον περιορισμό της παρουσίας του σε ρόλο τεχνικού συμβούλου.
Όμως, αυτή την εξέλιξη, για εσωτερικούς λόγους, απορρίπτει προς το παρόν τουλάχιστον η Γερμανία.
Οπότε προς το παρόν βρισκόμαστε σε αδιέξοδο σε ένα κεντρικό ζήτημα.
Δυσκολίες παρατηρούνται και στο ΦΠΑ αφού ενώ είχε συμφωνηθεί να υπάρξουν τρεις συντελεστές στο 7%, το 14% και το 22%, ξαφνικά την Τετάρτη το βράδι οι Θεσμοί (βασικά το ΔΝΤ) έριξε στο τραπέζι του Brussels Group πρόταση για δύο συντελεστές, στο 12%, και το 23% και με ιδιαίτερη επιμονή ζητά να πάει στο 23% η ενέργεια.
Πρόκειται για πρόταση τορπίλη που προκαλεί οικονομικά και πολιτικά προβλήματα. Οικονομικά γιατί αποτελεί τη χαριστική βολή για την ελληνική βιομηχανία που καταναλώνει πολύ ενέργεια, ενώ θα αυξήσει το κόστος παραγωγής σε ολόκληρη την παραγωγή προκαλώντας μαζικές αυξήσεις σε όλο το φάσμα των προϊόντων (από τα αγροτικά μέχρι και τα βιομηχανικά), ενώ θα αποτελέσει και το νεκροθάφτη των ελληνικών εξαγωγών αφού θα ακριβύνουν τα προϊόντα και η επιδιωκόμενη υποτίθεται ανταγωνιστικότητα θα αναιρεθεί πλήρως (εδώ αποκαλύπτεται και η μεγάλη υποκρισία των Θεσμών για δήθεν αναζήτηση τρόπων να γίνει η Ελλάδα πιο ανταγωνιστική).
Επιπλέον οι καταναλωτές θα δουν τους λογαριασμούς του ρεύματος και τις τιμές όλων των προϊόντων και υπηρεσιών να εκτοξεύονται στα ύψη με ότι αυτό συνεπάγεται για τα φτωχά νοικοκυριά και τους ανέργους.
Σε πολιτικό επίπεδο η πρόταση αυτή οξύνει τις αντιθέσεις εντός του ΣΥΡΙΖΑ, αφού ο Παναγιώτης Λαφαζάνης δεν αποδέχεται μετάταξη του ηλεκτρικού ρεύματος σε υψηλότερο συντελεστή και αποδέχεται το πολύ ο ΦΠΑ στην ενέργεια να είναι 14%. Και όπως γίνεται αντιληπτό πάρα πολύ δύσκολα θα μπορούσε να περάσει μία συμφωνία με ΦΠΑ στην ενέργεια στο 23%, (ασφαλώς και το συνολικό πακέτο 12% και 23% μπορεί να γίνει αποδεκτό αν η κυβέρνηση δεν θέλει να αυτοκτονήσει) πράγμα που ασφαλώς γνωρίζουν οι Θεσμοί, αλλά παρά ταύτα προτείνουν αυτό το ποσοστό που θα είναι η χαριστική βολή για τις εγχώριες επιχειρήσεις και τα φτωχά νοικοκυριά.