Αντιθέτως όμως από το 2016 η ΚΑΠ αποκεντρώνει τις πολιτικές της και αφήνει το δικαίωμα στα κράτη μέλη να προσδιορίσουν το δικό τους μοντέλο μέχρι το 2020 ,ενώ στην χώρα μας έχει ήδη αρχίσει να δομείται τα τελευταία χρόνια ένα εθνικό αγροτικό μοντέλο ανάπτυξης όχι βάση των κοινοτικών επιδοτήσεων αλλά με βάση την καινοτομία, την ποιότητα, την εξωστρέφεια και που τα τελευταία χρόνια συμβάλλει στην βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου μας. Παρά τα θετικά αυτά δεδομένα που σταδιακά θα ενίσχυαν τον εθνικό αγροτοδιατροφικό τομέα τα προτεινόμενα φορολογικά, ασφαλιστικά, χρηματοδοτικά μέτρα και η έλλειψη κάθε μορφής ρευστότητας οδηγούν τον σημερινό πρωτογενή τομέα στην αποδόμηση του.
Η μείωση των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών ή η μετατροπή των αγροτών σε εργάτες γης, η μείωση της πρωτογενούς παραγωγής που θα συμπαρασύρει και τον δευτερογενή, δεν θα είναι πλέον μέρος κάποιου σεναρίου φαντασίας αλλά μία δυσάρεστη πραγματικότητα. Μπορεί στον αγροτικό τομέα να του καταλογίζονται πολλά, ορισμένες όμως κριτικές είναι πολύ αυστηρές. Η λειτουργία της αγροτικής οικονομίας είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη, πολυκλαδική και κατά συνέπεια η «αδιαφάνεια» της λειτουργίας της δεν εξαρτάται μόνο από τους αγρότες…
Οι αγρότες όπως και πολλά άλλα κοινωνικά στρώματα έχουν δείξει ωριμότητα και πλήρη κατανόηση των προβλημάτων της χώρας και των συμπολιτών τους, ενώ έχουν ξεφύγει από τις «παραδοσιακές» ετήσιες κινητοποιήσεις τους. Είναι ίσως η πρώτη φορά που οι αγρότες στο σύνολο τους πέρα από το τι καλλιεργεί ο καθένας και σε ποια περιοχή αντιδρούν συλλογικά, έχουν δείξει διαπραγματευτική διάθεση προς την κυβέρνηση μήνες πριν και δεν διεκδικούν επιπλέον καμία στήριξη από εθνικούς πόρους.
Αντιθέτως ζητούν μία ορθολογική συμμετοχή του τομέα τους στην ασφαλιστική και φορολογική πολιτική της χώρας. Την περίοδο αυτή σε αντίθεση με άλλες περιόδους δεν θα ενεργοποιηθούν κοινωνικά αντανακλαστικά διότι όλα τα κοινωνικά στρώματα και οι παραγωγικές δυνάμεις βρίσκονται σε πολύ δύσκολη και αλληλέγγυα κατάσταση. Από την άλλη πλευρά όμως η πολιτεία, η κυβέρνηση πρέπει να βρει λύσεις για το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας. Χρειάζονται ανοικτά μυαλά, ανοικτός διάλογος και ανοικτοί δρόμοι.
Δεν είναι η περίοδος ρεβανσισμού αλλά κοινωνικών συμφωνιών για την παραγωγική αναδόμηση της χώρας. Αν αυτό δεν γίνει τότε η «έξοδος» των ελλήνων γεωργών από τον παραγωγικό τομέα και από την ΚΑΠ που ρίχνει ρευστό στην αγορά 1,9 δις. ευρώ ετησίως θα γίνει σταδιακά και κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει και από πού αλλού μπορεί να γίνει μία έξοδος.
Τα προτεινόμενα μέτρα πρέπει να επαναξιολογηθούν και κυρίως:
• Η αλόγιστη ενοποίηση του ΟΓΑ με τα άλλα ασφαλιστικά ταμεία.
• Η πρωτοφανής ταύτισης του αγροτικού επαγγέλματος με εκείνο του ελεύθερου επαγγελματία.
• Η ανορθολογική υποκατάσταση των ελεκτικών μηχανισμών και της ισχύουσας νομοθεσίας για την εισπραξιμότητα φόρων και εισφορών, με την αύξηση των φορο-ασφαλιστικών εισφορών για την κάλυψη των ελλειμμάτων.
Προφανώς όλοι οι πολίτες και οι παραγωγικές δυνάμεις θα πρέπει να συμμετέχουν στην δημοσιονομική και μεταρρυθμιστική πορεία της χώρας αλλά με πολιτικές που συμβάλλουν στην ανάπτυξη και σύμφωνα με την συμμετοχή τους στην διαμόρφωση του εθνικού ΑΕΠ. Θα υπάρξουν θυσίες αλλά και απολαβές. Κατά την εξέλιξη δε της διαδικασίας για την δημιουργία της νέας αρχιτεκτονικής του εθνικού ασφαλιστικού συστήματος δεν μπορεί να διακοπεί ο εθνικός και κοινωνικός διάλογος.
Ως πολίτες, ως θεσμοί, ως οργανωμένη κοινωνία ας αποδείξουμε με την εθνική μας συλλογική δράση «στα έξω γατάκια ότι δεν είμαστε αγελάδες…».