Σε μια τελευταία δημοσκόπηση, της GPO, που παρουσιάσθηκε από το Μέγκα την περασμένη Δευτέρα, πάνω από το
50% των ερωτηθέντων όχι μόνον αντιτίθενται στην εμπλοκή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην εγχώρια οικονομία, αλλά ισχυρίζονται ότι υπάρχουν και διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης κι εναλλακτικοί τρόποι άσκησης οικονομικής πολιτικής, δίχως όμως να τους προσδιορίζουν. Είναι προφανές ότι η αντίθεση στο ΔΝΤ οφείλεται στο θυμικό.
Ο κόσμος αποσβολωμένος και φοβισμένος καθώς είναι από τις τρομακτικές εξελίξεις, που επέρχονται τους τελευταίους μήνες κι αλλάζουν άρδην την καθημερινότητα του και μεταβάλλουν εκ βάθρων το πρότυπο διαβίωσης, που εγκαθιδρύθηκε κυρίως τις τελευταίες τρεις δεκαετίες με τα δανεικά, που καλλιεργούσαν μια τεχνητή αίσθηση αφθονίας, δεν θέλει να πιστέψει ότι αυτά θα αλλάξουν. Ότι αυτά που ήξερε θα καταρρεύσουν κι η ζωή του θα γίνει πολύ δυσκολότερη και πολύ πιο απαιτητική. Και σε αυτό ευθύνονται οι πολιτικοί κατά μείζονα λόγο.
Ευθύνεται το ΠΑΣΟΚ κι η ηγεσία του όταν προεκλογικά υποσχόταν αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις, ενώ αυτές έγιναν σήμερα μοιραία μειώσεις. Ευθύνεται ο Γιώργος Παπανδρέου, διότι αν και δεν το είχε ανάγκη, ισχυρίζοταν προεκλογικά ότι «υπάρχουν τα λεφτά». Ευθύνεται η ΝΔ όχι μόνον για την εγκληματική πολιτική, που ακολούθησε επί μια εξαετία, οπότε καταβαράθρωσε κι ότι είχε απομείνει όρθιο στην Ελλάδα. Αλλά γιατί σήμερα ακολουθώντας εξίσου ανεύθυνη πολιτική ισχυρίζεται ψευδώς ότι υπάρχει εναλλακτική του ΔΝΤ πολιτική, δίχως όμως να την προτείνει, δίχως να έχει πρόγραμμα και σχέδιο για την αντιμετώπιση της συγκλονιστικής κρίσης, που μαστίζει την ελληνική οικονομία.
Και φυσικά κατά μείζονα λόγο ευθύνεται ο λαϊκισμός της αριστεράς, που μπορεί ποτέ να μην άσκησε εξουσία αλλά πάντα πίεζε, μαζί με τους συνδικαλιστές, τις κυβερνήσεις να κάνουν περισσότερες προσλήψεις στο Δημόσιο, να δώσουν αύξηση στα επιδόματα, να αποφύγουν αναγκαίες αλλαγές στο συνταξιοδοτικό με αποτέλεσμα να φθάσουμε στο σημερινό αδιέξοδο.
Σήμερα, η αριστερά συνεχίζει να ακολουθεί την καταστροφική για τον τόπο πολιτική της. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τις δηλώσεις των ηγετών του, που θέλουν να διώξουμε κακήν κακώς τους ελεγκτές του ΔΝΤ, ωσάν εκείνοι να μας φταίνε για τα χάλια μας.
Το ΚΚΕ, που ονειρεύεται να καταλάβει τα «χειμερινά ανάκτορα» και να κάνει την δική του «επανάσταση των μπολσεβίκων» στα συντρίμμια της ελληνικής οικονομίας. Γι’ αυτό οδηγείται σε παράνομες κι εμπρηστικές ενέργειες, όπως το κλείσιμο του ξενοδοχείου της «Μεγάλης Βρετανίας» και ο αποκλεισμός των ξένων τουριστών από τα κρουαζιερόπλοια, που υπονομεύουν την μόνη βιομηχανία, που διαθέτει η Ελλάδα, τον τουρισμό της.
Παρ’ όλα αυτά η συναισθηματική αντίδραση του κόσμου στην οδυνηρή πραγματικότητα, που βιώνουμε δεν λύνει αλλά αντίθετα επιδεινώνει το πρόβλημα. Ο κόσμος, όσο κι αν δεν το επιθυμεί, πρέπει να ακούσει την αλήθεια, έστω κι αν οι πολιτικοί του ταγοί, πολύ κατώτεροι των περιστάσεων, αποφεύγουν να του την πουν σε όλη της την έκταση. Κι η αλήθεια είναι ότι χρεοκοπήσαμε. Χρεοκοπήσαμε οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά. Χρεοκοπήσαμε από πλευράς οραμάτων, αξιών κι ηθών. Και τούτο διότι επί δεκαετίες δανειζόμαστε αφειδώς για να ζούμε πολύ πάνω από τις δυνάμεις μας χωρίς να παράγουμε, χωρίς να δημιουργούμε. Φθάσαμε στο σημείο να κάνουμε εισαγωγή ακόμα και ελαιολάδου από το Μαρόκο.
Η ευλογημένη για την ελιά της από τα αρχαία χρόνια Ελλάδα κάνει εισαγωγή λαδιού. Δηλαδή είναι το ίδιο ωσάν να έκαναν οι Εσκιμώοι εισαγωγή πάγου στην Αλάσκα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα το 1981, όταν επιβλήθηκαν οι κοινοτικές επιδοτήσεις στη γεωργία, ήταν αυτάρκης σε τρόφιμα και γεωργικά προϊόντα. Και σήμερα εισάγει, φευ, το 65% των αναγκών της. Και τούτο γιατί βολευτήκαμε σε ένα στρεβλό και διεφθαρμένο μοντέλο ψευτο- ανάπτυξης, χωρίς κατεύθυνση, χωρίς σχέδιο, χωρίς όραμα και προοπτική. Όπως η αρχαία Σύβαρις, που κατέρρευσε εξαιτίας της τρυφηλότητας των κατοίκων της.
Σήμερα χρειάζεται να αποκτήσουμε, έστω και την ύστατη στιγμή, την δύναμη να αντιστρέψουμε την πορεία προς την καταστροφή. Και για να το πράξουμε αυτό χρειάζεται να δούμε την αλήθεια κατάματα, χωρίς φτιασιδώματα.