Ο νόμος Κατσέλη δεν καταργείται από την 1η Ιανουαρίου δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος. Ακόμη και αίτηση να έχει κάνει κάποιος, παραμένει σε καθεστώς προστασίας, είπε. Παραδέχτηκε ότι πολύς κόσμος παραμένει ζορισμένος και πως η λιτότητα παραμένει αλλά μειώνεται!
«Δεν καταργείται ο νόμος Κατσέλη από την 1η Ιανουαρίου, το μόνο που μπορεί να καταργηθεί θα ήταν το κομμάτι προστασίας της πρώτης κατοικίας και σε αυτό εμείς ψάχνουμε εναλλακτικές λύσεις που θα τις παρουσιάσουμε σύντομα, για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα», τόνισε χαρακτηριστικά ο Ευκλείδης Τσακαλώτος μιλώντας την Παρασκευή (30.11.2018) στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο».
Μάλιστα, ο υπουργός Οικονομικών σημείωσε ότι «όσοι είναι εντός του νόμου Κατσέλη έως τις 31/12/2018 δεν χάνουν κανένα δικαίωμα. Ακόμη και μόνο η αίτηση να έχει γίνει στον νόμο Κατσέλη, παραμένουν σε αυτό το σύστημα προστασίας πλήρως. Πολλές από τις διατάξεις, σχεδόν όλες οι διατάξεις του νόμου Κατσέλη – Σταθάκη θα παραμείνουν και μετά από τον Γενάρη του 2019».
Σχετικά με το γενικότερο θέμα αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων, ο υπουργός ανέφερε ότι «επεξεργαζόμαστε διάφορα σχέδια και εμείς και το ΤΧΣ και οι ίδιες οι τράπεζες, και νομίζω ότι σιγά- σιγά θα αντιμετωπιστεί».
Αναφερόμενος στον ΕΝΦΙΑ, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος τόνισε πως στα 3,5 εκατομμύρια ιδιοκτητών ακινήτων που ωφελούνται από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, έως 30%, πάνω από το ένα εκατομμύριο άτομα, ανήκουν στη μεσαία τάξη. Πρόσθεσε δε πως και στην υψηλότερη αξίας ακίνητη περιουσία, όπου οι μειώσεις είναι έως 20%, θα υπάρξουν άτομα τα οποία, με οποιονδήποτε ορισμό της μεσαίας τάξης, θα έχουν ωφέλεια.
Παραδέχτηκε πάντως ότι προφανώς θα μπορούσε το όφελος να ήταν μεγαλύτερο και εάν υπήρχε ο δημοσιονομικός χώρος η μείωση θα ήταν εφάπαξ 50% μεσοσταθμικά. Τώρα, είπε, «πρέπει να δούμε τη μείωση του ΕΝΦΙΑ συνοδευτικά, τι θα κάνουμε το 2019 και τι θα κάνουμε το 2020».
Απαντώντας στις κατηγορίες της αντιπολίτευσης περί «παροχολογίας» από την κυβέρνηση, ο κ. Τσακαλώτος δήλωσε ότι «παροχολογία είναι να δίνεις παροχές σε συγκεκριμένους ανθρώπους για να κερδίσεις εκλογές χωρίς να έχεις τα χρήματα. Να αυξάνεται μετά το έλλειμμα του Δημοσίου και μετά να αυξάνεται και το χρέος. Αυτό έκαναν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ πριν από το 2008 και φτάσαμε εκεί που φτάσαμε. Εμείς με πολύ σοβαρό τρόπο αρχίσαμε να κάνουμε μία δημοσιονομική αναπροσαρμογή, πέτυχε, γίναμε αξιόπιστοι, και κάνουμε αυτό που λέμε “χτίζουμε ένα κοινωνικό κράτος”, κάνουμε και πράγματα για την ανάπτυξη σταδιακά».
Πρόσθεσε δε, ότι «από το 2018 αρχίσαμε τα αντίμετρα, δεν αρχίσαμε σήμερα με αυτό που έχει εξαγγείλει ο πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη. Ήδη από το 2018 ξοδέψαμε πάνω από 200 εκατ. ευρώ για τα παιδιά, γιατί η Ελλάδα έπρεπε να έχει μία πολιτική για τα παιδιά. Αυτό θα συνεχιστεί και το 2019 και θα έχουμε επιπλέον και επιδόματα στέγασης, γιατί η Ελλάδα από όλες τις οικονομίες της ΕΕ, ξοδεύει σχεδόν τίποτε για στέγαση. Άρα έτσι χτίζεις ένα κοινωνικό κράτος. Αυτό δεν το βλέπω παροχολογία. Εάν το να χτίσεις ένα κοινωνικό κράτος είναι παροχολογία, τότε σηκώνω τα χέρια».
Οι ζορισμένοι, τα θαύματα και η λιτότητα
Αναφερόμενος στα δημοσιονομικά και το πρωτογενές πλεόνασμα (3,5% του ΑΕΠ έως το 2022) ο υπουργός Οικονομικών έκανε λόγο για πολύ αυστηρούς στόχους αλλά πρόσθεσε πως «οι στόχοι είναι στόχοι» και σημείωσε πως η κυβέρνηση δημιουργεί χώρο για τη λήψη μόνιμων μέτρων, όπως π.χ. η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τους αυτοαπασχολούμενους, η μείωση του ΕΝΦΙΑ και της φορολογίας για τις επιχειρήσεις και το επίδομα στέγασης και το κοινωνικό μέρισμα.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, απαντώντας στις κατηγορίες της αντιπολίτευσης για “καθηλωμένη οικονομία”, είπε ότι από τα στοιχεία που κάθε φορά παρουσιάζει, είτε στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων είτε στην Ολομέλεια της Βουλής, φαίνεται ότι υπάρχει μία σημαντική βελτίωση τον τελευταίο ένα ενάμιση χρόνο. Παραδέχτηκε πάντως ότι υπάρχουν ακόμη κάποιοι που δυσκολεύονται. «Η αλήθεια είναι ότι έχουμε πάρα πολύ κόσμο που είναι ζορισμένος, δεν λέμε ότι τα πράγματα είναι καλά και έχουμε κάνει θαύματα. Έχουμε, μέσα στους περιορισμούς και μέσα στο συσχετισμό δυνάμεων που υπάρχει, μία επιστροφή της ανάπτυξης και πιο επεκτατικούς προϋπολογισμούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι λύνονται όλα τα προβλήματα. Η λιτότητα παραμένει, αλλά μειώνεται στον χρόνο. Αυτό έχουμε υποσχεθεί και αυτό μπορέσαμε να κάνουμε», πρόσθεσε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας σήμερα, ο κ. Τσακαλώτος σχολίασε αρχικά για τον πήχη που θέτει η αντιπολίτευση ότι «θα μπορούσε να είναι πολύ ψηλότερος και θα τον περνάγαμε και γι’ αυτό δεν καταλαβαίνω τη στρατηγική της ΝΔ. Δεν το λέω αυτό σαν ρητορικό σχήμα, πραγματικά δεν καταλαβαίνω τι κερδίζουν που λένε ότι όλα τα πράγματα είναι καταστροφικά, δεν θα βγούμε από το μνημόνιο, θα μειωθούν οι συντάξεις, δεν υπάρχουν αντίμετρα και τώρα όχι μόνο δεν μειώνονται οι συντάξεις αλλά και υπάρχουν αντίμετρα και θα υπάρχει ανάπτυξη».
Το Σκοπιανό
Σχετικά με το «μακεδονικό ζήτημα», ο κ. Τσακαλώτος τόνισε πως «ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου είτε υποστηρίζει την συμφωνία είτε έχει την άποψη ότι και να μην είναι η καλύτερη συμφωνία που θα μπορούσε να γίνει, δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλα 25 χρόνια στην αναμονή μέχρι να βρεθεί η τέλεια λύση. Αυτό το βλέπω και σε πολλούς κεντρώους ανθρώπους και μάλιστα που είναι πολύ στεναχωρημένοι με την στάση του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας».
Συμπλήρωσε δε, ότι «θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα σημαντική η λύση για τη Θεσσαλονίκη», εκφράζοντας την άποψη πως «όσο η Θεσσαλονίκη κοιτάει προς τον νότο, θα την κερδίζει πάντα η Αθήνα. Αν είναι κλεισμένη η οικονομική ανάπτυξη και η συν-ανάπτυξη με τα Βαλκάνια, η Θεσσαλονίκη δεν έχει τη δυνατότητα ούτε να γίνει κέντρο των Βαλκανίων ούτε να είναι κέντρο ενεργειακό, εμπορικό, μεταφορικό».
Για τις καταλήψεις στα σχολεία για το συγκεκριμένο ζήτημα, σημείωσε πως «αυτό το κίνημα κινείται από ακροδεξιές δυνάμεις. Στεναχωριέμαι όταν καθηγητές βάζουν θέμα και τους υποστηρίζουν» και υπογράμμισε πως «η λύση είναι και τα σχολεία και καθηγητές να κάνουν ανοιχτές συζητήσεις -αυτό είναι το σχολείο όπως και το πανεπιστήμιο, είναι χώροι διαλόγου- να συζητήσουν τα θέματα με ανοιχτό τρόπο, πού είναι προβληματική αυτή η λύση, πού δεν είναι προβληματική αυτή η λύση. Νομίζω ότι οι καθηγητές ιδιαίτερα αλλά και το υπουργείο πρέπει να προωθήσει έναν ανοιχτό διάλογο με τα παιδιά για να δούμε τους προβληματισμούς».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ