Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε ότι «για εμάς, το βασικό ζήτημα είναι η ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης» και πως «οτιδήποτε οδηγεί σε μια ρύθμιση του χρέους τέτοια που να ανοίγει την πόρτα στην ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης είναι καταρχήν από τη δική μας πλευρά αποδεκτό».
Τόνισε, ενόψει του Eurogroup της 22ας Μαΐου, πως για να υπάρξει συνολική συμφωνία δεν μπορεί παρά να προσδιοριστεί το συγκεκριμένο μονοπάτι για τα πρωτογενή πλεονάσματα, γιατί από αυτό εξαρτάται και το ύψος των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Επισήμανε ότι αυτή η συζήτηση είναι βέβαιο ότι θα ανοίξει στο προσεχές Eurogroup και ευελπιστούμε, είπε, να ολοκληρωθεί και στη συγκεκριμένη συνεδρίαση. Επισήμανε ότι επί του θέματος αυτού υπάρχει μια σύγκρουση μεταξύ ΔΝΤ και Γερμανίας που σοβεί επί 7 χρόνια, για να σχολιάσει σε αυτό το πλαίσιο πως «αν δεν καταφέρουμε να ολοκληρώσουμε τις συζητήσεις στις 22 και χρειαστούν μερικές μέρες ακόμα, νομίζω δεν είναι τόσο τρομερό».
Ειδικότερα, ερωτηθείς σχετικά με τη σημερινή συνάντηση του πρωθυπουργού με την επικεφαλής του ΔΝΤ, ο κ. Τζανακόπουλος είπε πως εκτιμά ως εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι το ΔΝΤ δεν είναι διατεθειμένο να ξαναμεταθέσει το ελληνικό πρόβλημα, και έχει πάρει την πολιτική απόφαση ότι εφόσον δεν προσδιοριστούν τα μεσοπρόθεσμα και εφόσον δεν προκύψει εντός των επόμενων ημερών μια απόφαση που θα εγγυάται τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, θα αποχωρήσει από το ελληνικό πρόγραμμα. «Θα μπορούσα να πω ότι αυτή είναι μια στάση του ΔΝΤ που είναι και ειλικρινής και την οποία συμμερίζεται απολύτως η ελληνική πλευρά», σχολίασε, για να προσθέσει ότι ωστόσο δεν φαίνεται ότι μια τέτοια εξέλιξη είναι και η περισσότερο πιθανή. «Εκτιμώ ότι η συντριπτικά μεγαλύτερη πιθανότητα είναι να έχουμε καταλήξει πολύ σύντομα σε μια συμφωνία για το χρέος», τόνισε.
Αναφορικά με τη θέση που εξέφρασε εκ νέου ο πρωθυπουργός ότι αν δεν συμμετέχει στο πρόγραμμα το ΔΝΤ, τα μέτρα δεν θα εφαρμοστούν, ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε ότι πρόκειται για τη δήλωση του προφανούς. Δηλαδή, είπε, τα μέτρα που θα ψηφιστούν αποτελούσαν απαίτηση του ΔΝΤ για να συμμετέχει στο πρόγραμμα, όμως το Ταμείο είχε απαιτήσεις και από τους Γερμανούς και την Ευρωζώνη. «Εφόσον οι προϋποθέσεις που έχει θέσει το ΔΝΤ για συμμετοχή του στο πρόγραμμα δεν ισχύσουν και αποφασίσει να αποχωρήσεις, είναι προφανές ότι δεν θα χρειαστεί και η εφαρμογή των απαιτήσεων τους».
Ως προς το ζήτημα της εξόδου στις αγορές, επισήμανε ότι τα σπρεντ των ελληνικών ομολόγων βρίσκονται σε ιστορικό χαμηλό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης, καθώς επίσης και τη θετική εξέλιξη της προ ημερών έκδοσης του εντόκου γραμματίου. Σχολίασε ότι αυτά είναι σημάδια από τις αγορές χρήματος ότι μερικώς ή σχεδόν έχει προεξοφληθεί θετική εξέλιξη στο ζήτημα του χρέους. Αυτό σημαίνει, είπε, ότι με την ολοκλήρωση της συνολικής συμφωνίας θα έχουμε άλλον έναν γύρο μείωσης των ελληνικών επιτοκίων και θα ανοίξει ο δρόμος για τη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές. Υπάρχει ο ΟΔΔΗΧ, υπάρχει το ΥΠΟΙΚ που μαζί θα καθορίσουν τη στρατηγική για την έξοδο στις αγορές, ώστε να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, πρόσθεσε.
«Το σύνολο της συμφωνίας είναι διαχειρίσιμο πολιτικά και τελικά θα κριθούμε από το αποτέλεσμα που θα προκύψει μέσα στα επόμενα δύο χρόνια»
Στο ερώτημα αν η κυβέρνηση αντέχει πολιτικά τα μέτρα που περιλαμβάνει η συμφωνία που ψηφίζεται τις επόμενες μέρες, είπε ότι βεβαίως πρόκειται για μια συμφωνία που είναι προϊόν προφανώς ενός πολιτικού συμβιβασμού, «αλλά το σύνολο της συμφωνίας είναι διαχειρίσιμο πολιτικά και τελικά θα κριθούμε από το αποτέλεσμα που θα προκύψει μέσα στα επόμενα δύο χρόνια». Εξήγησε ότι πρόκειται για μια ισορροπημένη για πρώτη φορά συμφωνία, που έρχεται μαζί με αντισταθμίσματα και μαζί μάλιστα με ισχυρά πολιτικά αντισταθμίσματα, καθώς είναι προϋπόθεση για να ολοκληρωθεί η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, πράγμα που ανοίγει την πόρτα για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. «Άρα μιλάμε όχι επικοινωνιακά, αλλά απολύτως ουσιαστικά για το πέρασμα σε μια επόμενη μέρα», σημείωσε.
«Η δική μας εξωτερική πολιτική επενδύει στην εμπιστοσύνη, στη συνεργασία, στη διπλωματία»
Με αφορμή και τη χθεσινή συνάντηση Τσίπρα- Ερντογάν, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναφέρθηκε στις διαφορές των δύο χωρών. Πρόσθεσε ότι όμως πρέπει να σταθούμε και στη θετική ατζέντα της συζήτησης με τον κ. Ερντογάν. «Γιατί πέρα από αυτά που μας χωρίζουν υπάρχουν και πάρα πολλά που είναι εφικτό στο μέλλον να μας ενώσουν, και μιλάμε και για τις επενδυτικές πρωτοβουλίες που μπορούν να παρθούν, αλλά και στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Η δική μας εξωτερική πολιτική δεν είναι μια εξωτερική πολιτική επιθετική και αμφισβητήσεων, είναι μια εξωτερική πολιτική που επενδύει στην εμπιστοσύνη, στη συνεργασία, στη διπλωματία», είπε. Για να τονίσει πως «για εμάς η βασική προτεραιότητα είναι να μπορέσουμε να στραφούμε στη θετική ατζέντα σε ό,τι αφορά στις σχέσεις μας την Τουρκία ώστε να επιτύχουμε μια καταλλαγή και εκ μέρους της γείτονος».
Αναφερθείς στις επαφές και τις συμφωνίες στο Πεκίνο, που σχετίζονται μεταξύ άλλων με τις τηλεπικοινωνίες και τα ενεργειακά, ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε αναφορικά με το πρόγραμμα του Δρόμου του Μεταξιού που περιλαμβάνει επενδύσεις 1 τρις για τα επόμενα δέκα χρόνια για όλη την Ευρώπη, πως ο Έλληνας πρωθυπουργός είναι ο μοναδικός ηγέτης της Νότιας Ευρώπης που απηύθυνε ομιλία στην έναρξη των εργασιών του Φόρουμ. Αυτό διότι, όπως είπε, οι Κινέζοι δίνουν εξαιρετικά μεγάλη σημασία στην Ελλάδα ως πύλη προς την Ευρώπη. «Η Κίνα είναι ένας από τους στρατηγικούς μας εταίρους διότι είναι προσανατολισμένη στις παραγωγικές επενδύσεις για το επόμενο διάστημα με έναν πολύ καλά επεξεργασμένο επενδυτικό δρόμο και από τη στρατηγική συνεργασία μόνο οφέλη μπορούμε να έχουμε», σημείωσε.
Ερωτηθείς σχετικά με τα κόκκινα δάνεια κι αν ισχύει αυτό που αποδίδεται πως είπε ο Π. Μοσκοβισί ότι δεν προβλέπεται προτεραιότητα του δικαιώματος στους νυν ιδιοκτήτες, τόνισε ότι πρόκειται για άλλη μια περίπτωση πλήρους διαστρέβλωσης της πραγματικότητας εκ μέρους των ερμηνευτών του κ. Μοσκοβισί. Ως προς την ουσία του ζητήματος, είπε ότι η πραγματικότητα έχει ως εξής: εφόσον υπάρχει πρωτοβουλία από κάποιον για να αγοράσει κόκκινο δάνειο, οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να καταθέσουν την πρόταση στον οφειλέτη του δανείου, και ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα εντός συγκεκριμένης προθεσμίας να κάνει αντιπρόταση για την αγορά του δανείου, ίδια ή ίσως και καλύτερη αν έχει τη δυνατότητα. «Επομένως δεν ισχύει όλο αυτό που δημιουργήθηκε μέσω μιας παρερμηνείας και του νόμου και των ίδιων των δηλώσεων του κ. Μοσκοβισί. Δεν υπάρχει κανένα τέτοιο θέμα και είμαι πλήρως κατηγορηματικός», τόνισε.
Για το ζήτημα των συμβασιούχων των ΟΤΑ, σχολίασε ότι με απαράδεκτο τρόπο διέρρευσε η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ότι ακόμα βρισκόμαστε σε ένα ρευστό τοπίο για το τι έχει ακριβώς αποφασίσει το ΕΣ. Υπογράμμισε ότι «σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει κανένα απολύτως θέμα επιστροφής χρημάτων για εργασία που έχει γίνει» και ότι «επομένως όλα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας είναι πλήρως λανθασμένα και ανακριβή, γιατί σε καμία δικαιοταξία του κόσμου δεν προβλέπεται επιστροφή χρημάτων για εργασία που έχει γίνει». Σχετικά με το ζήτημα της καταβολής των δεδουλευμένων συνέστησε: «Ας περιμένουμε να δούμε πρώτα την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου». Επιπλέον διευκρίνισε κατηγορηματικά ότι «ανεξαρτήτως ποια θα είναι η απόφαση, η κυβέρνηση θα πάρει την οποιαδήποτε αναγκαία πρωτοβουλία είτε νομοθετική είτε άλλη, ώστε να εξασφαλίσει την καταβολή των δεδουλευμένων των ανθρώπων των οποίων οι συμβάσεις έχουν παραταθεί».
«Διασφαλίζουμε συνθήκες διαφάνειας και νομιμότητας, δεν εμπλεκόμαστε σε καμία συζήτηση περί ανακατανομής του χάρτη των ΜΜΕ»
«Ο κ. Μητσοτάκης είναι προφανές ότι δεν θέλει την οποιαδήποτε εμπλοκή του οποιουδήποτε στον χώρο των ΜΜΕ, καθώς έχει δημιουργήσει ένα μιντιακό περιβάλλον που τον εξυπηρετεί απολύτως», είπε ο κ. Τζανακόπουλος.
Ανέφερε ότι αν υπάρξουν υποψήφιοι ή επίδοξοι επενδυτές στον χώρο των ΜΜΕ κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει και πως όμως η κυβέρνηση ούτε θα το χαιρετίσει ούτε θα το καταγγείλει, καθώς δεν είναι δουλειά της κυβέρνησης να εμπλέκεται με τις διαδικασίες στα ΜΜΕ. «Αυτό που μπορεί να κάνει η κυβέρνηση είναι να δημιουργεί ένα περιβάλλον διαφάνειας και τήρησης της νομιμότητας ώστε επίδοξοι επενδυτές να έχουν τη δυνατότητα να εμπλακούν στον χώρο των ΜΜΕ εφόσον το θέλουν», είπε και σημείωσε: «Εμείς δεν έχουμε καμία διάθεση και κανέναν σκοπό να εμπλακούμε σε οποιαδήποτε τέτοια διαδικασία ανακατανομής, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε και θα κάνουμε είναι να διασφαλίσουμε συνθήκες διαφάνειας και τήρησης της νομιμότητας εκ μέρους όλων των πλευρών».
Σχετικά με τη διαδικασία αδειοδότησης των καναλιών, είπε ότι το ΕΣΡ έχει τεράστια ευθύνη κοινωνική και πολιτική ώστε να διευθετήσει το ζήτημα όσο το δυνατόν συντομότερα και με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο. Αναφορικά με το τίμημα που πρέπει να πληρώσουν τα κανάλια εν είδει «ενοικίου» έως την οριστική διευθέτηση του ζητήματος, ανάφερε: «Το ΕΣΡ έχω την εντύπωση ότι θα ρυθμίσει την κατάσταση πιθανόν και αναδρομικά, δεν μπορώ να το γνωρίζω απολύτως αυτό, αλλά σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να υπάρξει μια ρύθμιση και για το έτος 2017».
Ερωτηθείς σχετικά με το Ελληνικό και το ζήτημα με τα 37 στρέμματα δάσους, σημείωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει υπογράψει μια συμφωνία, η οποία δεν μπορεί να προβλέπει ότι θα παρεκκλίνουμε από τις ισχύουσες διατάξεις. Είπε ότι «ο στόχος της κυβέρνησης είναι οποιαδήποτε εμπόδια γραφειοκρατικά ή άλλα να ξεπερνιούνται όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ώστε να προωθηθεί η επένδυση». Υπογράμμισε παράλληλα ότι η συμφωνία που έχουμε υπογράψει μας δεσμεύει απολύτως, το ίδιο ισχύει όμως και για τον αντισυμβαλλόμενο μας, για τον επενδυτή που στην πράξη θα πρέπει να αποδείξει ότι κι εκείνος δεσμεύεται από τη συμφωνία και ότι θα προχωρήσει στην επένδυση».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ