«Η θεωρία της δέσμευσης της επόμενης Βουλής από την παρούσα Βουλή οδηγεί σε νομικό και πραγματολογικό παραλογισμό», τόνισε ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος.
Ο κ. Βενιζέλος υπογράμμισε πως καμία διάταξη για κρίσιμα ζητήματα δεν πρέπει να συγκεντρώσει πάνω από 179 ψήφους, ώστε όλες οι αλλαγές στο σύνταγμα να αποφασιστούν με συναίνεση και αυξημένη πλειοψηφία μετά τις εκλογές.
«Η δική μας θέση είναι πάρα πολύ καθαρή, καμία διάταξη δεν πρέπει να συγκεντρώσει παραπάνω από 151 ψήφους, δηλαδή, πρακτικά, παραπάνω από 179 ψήφους στην παρούσα Βουλή. Όλες οι διατάξεις πρέπει να τύχουν επεξεργασίας και απόφασης από την επόμενη Βουλή, μετά τις εκλογές, μετά την απόφαση του εκλογικού σώματος, με αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών, προκειμένου να διατηρηθεί ο αυστηρός χαρακτήρας του συντάγματος», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Βενιζέλος στη Βουλή, κατά τη συζήτηση της αναθεώρησης του συντάγματος.
Στη συνέχεια ο κ. Βενιζέλος τόνισε πως “άλλωστε 180 ψήφοι χρειάζονται και για την εκλογή ενός Προέδρου της Δημοκρατίας, συναινετικού, από μία νέα Βουλή, από μία νέα πλειοψηφία, μέσα σε ένα άλλο κλίμα λειτουργίας της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα μία πρόχειρη συζήτηση για την αναθεώρηση του ίδιου του άρθρου 110, το οποίο έχει τρία διαρθρωτικά στοιχεία, την αυξημένη πλειοψηφία, την παρεμβολή του εκλογικού σώματος και την προθεσμία ωρίμου χρόνου που κανείς δεν μπορεί να θίξει, γιατί, εάν θιγούν τα στοιχεία αυτά, θίγεται ο αυστηρός χαρακτήρας του συντάγματος».
Ο κ. Βενιζέλος, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «δεν αποδέχθηκε τελικά και δεν συμπεριέλαβε στις διατάξεις που είναι υπό αναθεώρηση καμία από τις προτάσεις που αφορούν κρίσιμα θέματα στο πεδίο στο οποίο έχει την πραγματική πρωτοβουλία το σύνταγμα και δεν μπορεί να την έχει ο κοινός νόμος, που είναι το πεδίο της δικαιοσύνης».
«Δεν υπάρχουν προτάσεις οι οποίες να πάνε στην επόμενη Βουλή προς συζήτηση σε σχέση με τον έλεγχο της συνταγματικότητας και σε σχέση με την επιλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης. Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο κενό, το οποίο θα έχουμε την ευκαιρία να το συζητήσουμε από διάφορα βήματα, αλλά πάντως είναι μία αναπηρία της διαδικασίας αυτής», ανέφερε.
«Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι συνταγματικό, το πρόβλημα της χώρας φάνηκε όλα τα τελευταία χρόνια ότι είναι βαθιά πολιτικό, είναι αναπτυξιακό. Αν υπάρξουν οι προϋποθέσεις της πολιτικής αλλαγής, τότε και η ερμηνεία και η εφαρμογή του συντάγματος θα γίνει με άλλον τρόπο, με έναν τρόπο προοδευτικό, αποτελεσματικό, κινητήριο για τη χώρα. Μπορεί να δώσει πραγματικά προοπτική στη χώρα, μέσα όμως από την εφαρμογή ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης προοδευτικού, συναινετικού, πρακτικού, εφαρμόσιμου», επεσήμανε ενώ κατέληξε: «Η αναθεώρηση του συντάγματος δεν υποκαθιστά την ανάγκη να έχει η χώρα ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και ανάταξης. Αυτό προτείνουμε εμείς, αυτό θέλει ο τόπος, αυτή είναι η προτεραιότητα της πατρίδας μας».