Στη συνέντευξή του, στην Καθημερινή της Κυριακής, ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, μιλά ακόμα για το Κυπριακό, το προσφυγικό αλλά και τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει στην Ελλάδα και όπως λέει δεν πρέπει να σταματήσουν.
Ο Γερμανός υπουργός για τις προσφυγικές ροές και την απειλή της Τουρκίας, τονίζει: “Κατανοώ απόλυτα ότι στην Ελλάδα υπάρχει ανησυχία για μια νέα έξαρση των μεταναστευτικών ροών μέσω Αιγαίου. Πιστεύω, όμως, πως η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι και αυτή έχει να αποκομίσει οφέλη από τη συμφωνία, όπως και εμείς στην ΕΕ. Μέχρι στιγμής και οι δύο πλευρές την τηρούν. Και ακόμα κάτι: Γνωρίζω πολύ καλά ότι η φήμη της Γερμανίας εδώ στην Ελλάδα δεν είναι πάντοτε η καλύτερη. Εντούτοις έχουμε επανειλημμένως αποδείξει ότι δεν εγκαταλείπουμε την Ελλάδα στην τύχη της. Ήμασταν η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που προσέφερε οικονομική και υλική υποστήριξη για την φροντίδα των προσφύγων. Στις Βρυξέλλες υπήρξε προσωπική μου παρέμβαση ώστε η Ελλάδα να μην αποκλειστεί από τον χώρο Σένγκεν. Επιπλέον, υποδεχόμαστε σε μηνιαία βάση ως και 500 πρόσφυγες από την Ελλάδα- παρότι τον τελευταίο χρόνο κι εμείς ζήσαμε μια μαζική εισροή προσφύγων. Είναι σημαντικό και η Ελλάδα να συνεχίσει την προσπάθεια για επιτάχυνση της διαδικασίας ασύλου, καθώς και για βελτίωση των συνθηκών υποδοχής των προσφύγων.“
Σε ότι έχει να κάνει με την τουρκική προκλητικότητα, ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, δηλώνει “Το θέμα είναι σαφές από πλευράς διεθνούς δικαίου και κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Η ισχύς της Συνθήκης της Λωζάννης είναι αδιαμφισβήτητη. Δεν πιστεύω ωστόσο ότι υπάρχει λόγος ανησυχίας – και ο Τούρκος ομόλογός μου, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, κατέστησε δημοσίως σαφές ότι η Τουρκία αισθάνεται δεσμευμένη από τη συνθήκη της Λωζάννης.”
Όσο για το Κυπριακό, ο Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ, θυμάται την περίπτωση επανένωσης της χώρας του και τονίζει “Εμείς οι Γερμανοί δραστηριοποιούμαστε ιδιαιτέρως στο ζήτημα της επίτευξης μιας συμφωνίας στην περίπτωση της Κύπρου, ειδικά εφόσον ζήσαμε εμείς οι ίδιοι την ευτυχία της επανένωσης της Γερμανίας. Εύχομαι και ο κόσμος στην Κύπρο να έχει την ευκαιρία να ζήσει την επανένωση της χώρας του. Για τον λόγο αυτό υποστηρίζουμε με όλες μας τις δυνάμεις τον ειδικό απεσταλμένο του ΟΗΕ, Έσπεν Μπαρθ Εϊντε, στις προσπάθειές του για επίτευξη μιας συμφωνίας. Το ζήτημα της επανένωσης είναι, όμως, πρωτίστως θέμα των ίδιων των Κυπρίων. Η Ελλάδα, η Τουρκία αλλά και η Μεγάλη Βρετανία, έχουν τηρήσει μέχρι στιγμής ως “εγγυήτριες δυνάμεις εποικοδομητική στάση στηρίζοντας τις διαπραγματεύσεις για την επανένωση. Ελπίζω και αναμένω όλοι οι συμμετέχοντες να τηρήσουν την ανάλογη στάση και στο μέλλον.”
Τέλος για τις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει αλλά και γι αυτές που… μέλλονται να ρθουν, αναφέρει: “Επιτρέψτε μου κατ’ αρχάς να αναφέρω ότι είμαι βαθύτατα εντυπωσιασμένος από τις εκτενείς μεταρρυθμίσεις στις προέβη αυτή η κυβέρνηση. Κι εμείς οι Γερμανοί πρέπει να αναγνωρίσουμε τον άθλο τον οποίο ανέλαβαν όλοι οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια για να μεταρρυθμίσουν την χώρα τους. Εδώ, το ΔΝΤ αποτελεί σημαντικό εταίρο, τη συμμετοχή του οποίου φυσικά και επιθυμούμε να έχουμε στο ελληνικό πρόγραμμα. Η τεχνογνωσία του ΔΝΤ είναι αδιαμφισβήτητη. Ήδη τον περασμένο Μάιο το Eurogroup είχε καταθέσει ένα ιδιαιτέρως λεπτομερές σχέδιο για την ελάφρυνση του χρέους. Ατό το σχέδιο και προπάντων η εφαρμογή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων από την πλευρά της Ελλάδας αποτελούν τη βάση για τις συζητήσεις με το ΔΝΤ. Η κατάσταση μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνεται αδιέξοδη, όμως εως τώρα βρίσκαμε πάντα έναν τρόπο να ξεπερνάμε τα αδιέξοδα. Ο στόχος μας είναι εν τέλει κοινός: θέλουμε η Ελλάδα να ορθοποδήσει, να υπάρξει οικονομική δυναμική στη χώρα και να αποκτήσει ο κόσμος πρόσβαση σε καλές θέσεις εργασίας.”
ΠΗΓΗ: Καθημερινή