Το βιβλίο παρουσιάζει τον μεγαλύτερο ναό της αιγυπτιώτικης παροικίας στο Κάιρο, τον Άγιο Κωνσταντίνο, άνω των 100 χρόνων ζωής.
Σημαντικό γεγονός αποτέλεσε για την Ελληνική Κοινότητα Καΐρου η έκδοση του νέου βιβλίου για τον Κοινοτικό ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης που εξέδωσε η αιγυπτιώτισσα συγγραφέας και Πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αποφοίτων Αμπετείου Σχολής κα Βίλλυ Πολίτου.
Το έργο αυτό που χαρακτηρίστηκε από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Κοινότητας Χρήστο Καβαλή ως ένα «ιστορικό ντοκουμέντο» είδε για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας την κυριώνυμο ημέρα της πανήγυρης του Πολιούχου της Κοινότητας, στις 21 Μαΐου, προσελκύοντας το ενδιαφέρον των παροίκων και αποσπώντας τα συγχαρητήρια του Πατριάρχη Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ.κ. Θεοδώρου Β΄, ο οποίος μάλιστα προλογίζει την έκδοση.
Ο Προκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αφρικής τονίζει για το βιβλίο ότι «αι ιστορικαί πληροφορίαι και η παρουσίαση του Ιερού Ναού και των μεγάλης ιστορικής και πολιτιστικής αξίας κειμηλίων εντός αυτού, που αποδίδονται μετά επιστημονικού και λογοτεχνικού ύφους, ως και το φωτογραφικόν υλικόν, αποτελούν βοήθημα διά τους μελλοντικούς ερευνητάς και συγχρόνως ενημερωτικόν εγχειρίδιον του αναγνώστου».
Θετικά είναι και τα σχόλια του Επιτετραμμένου της Ελληνικής Πρεσβείας στο Κάιρο κ. Δημητρίου Ζεβελάκη ο οποίος επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι «η παρουσίαση και έκδοση αυτού του βιβλίου συμπίπτει, κατ΄ευτυχή συγκυρία, με τη συμπλήρωση εκατονταετίας από την θεμελίωση του Ιερού Ναού και προσφέρει σε όλους μας τη δυνατότητα όχι μόνον να γνωρίσουμε την πορεία του μέσα στο χρόνο, αλλά παράλληλα, να αποδώσουμε την αρμόζουσα τιμή και να εκφράσουμε τις βαθειές ευχαριστίες μας προς όλους εκείνους που προσέφεραν παντοιοτρόπως στο Ναό».
«Η εμβριθής έρευνα της κας Πολίτη», συνεχίζει ο κ. Ζεβελάκης, «μας μεταφέρει, σε πρώτη φάση, στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν, με τη συγκρότηση μιας 24μελούς Επιτροπής, ελήφθη η αρχική απόφαση να ανεγερθεί, υπό την εποπτεία και επιστασία της, Ναός στη μνήμη των Ισαποστόλων, καθώς είχε καταστεί έκδηλη η ανάγκη κατασκευής Κοινοτικού Ναού για την δυναμική Ελληνική Παροικία στο Κάϊρο. Το έργο συνέχισε η Ελληνική Κοινότητα Καϊρου, από την ίδρυσή της, το 1904. Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε τον Δεκέμβριο του 1906, ενώ τα θυρανοίξια τελέσθηκαν το 1914. Ο Νέστωρ Τσανακλής ανέλαβε όλα τα έξοδα της ανέγερσης και ονομάστηκε Κτήτορας του Ναού.». Και ο Επιτετραμμένος καταλήγει: «Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου εκτυλίσσονται τα ιστορικά γεγονότα και οι συνθήκες, υπό τις οποίες κατέστη δυνατή η επιλογή και αγορά του οικοπέδου, με αναφορές στο χρονικό οικοδόμησης του ναού, παρουσίαση των συντελεστών που συνέβαλαν στην ανέγερση και αποπεράτωση του. Υπάρχει, επίσης αναφορά στην τελετή εγκαινίων του, καθώς και σε εκδηλώσεις που έλαβαν χώρα σε αυτόν και στον περιβάλλοντα χώρο.»
Τέλος, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου Χρήστος Καβαλής στον πρόλογό του ανέφερε: «Αυτά καλά γνωρίζοντας οι Κτήτορες και Μεγάλοι Ευεργέτες της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου, όπως ο Νέστωρ Τσανακλής, ο Αλέξανδρος Ρόστοβιτς, οι αδελφοί Κυριαζή κ.α. πριν από 100 χρόνια μας χάρισαν το λιμάνι της παροικίας, το λαμπρό στολίδι του ελληνισμού του Καΐρου, τον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Δεν υπάρχει πάροικος του Καΐρου, που να μην έχει μια άμεση επαφή και σύνδεση με τον ιερό μας Κοινοτικό Ναό, που στέκει χρόνια περήφανα μέσα στην καρδιά του Καΐρου. Χαρούμενες, ένδοξες, ιστορικές αλλά και άκρως προσωπικές στιγμές γεμίζουν την μνήμη μας όταν βρισκόμαστε στο αγαπημένο μας αυτό λιμάνι.
Σήμερα προσφέρουμε σε αυτό μας το λιμάνι, ένα δώρο!
Του προσφέρουμε ένα βιβλίο με την ιστορία του, ένα βιβλίο που εμπεριέχει πολλές άγνωστες σε πολλούς λεπτομέρειες, του προσφέρουμε μια θέση στην μεγάλη ιστορική αλυσίδα των εκδόσεων που αφορούν τη δράση και την ιστορία των Ελλήνων Αιγυπτιωτών.
Η Διαχειριστική Επιτροπή, γνωρίζοντας την σημασία του πονήματος αυτού, ανέθεσε την εργασία αυτή στη διακεκριμένη Καϊρινή νομικό, Κοινοτική Επίτροπο και συνεργάτη κα Βίλλυ Πολίτη, που με σεβασμό και πολύ αγάπη περισυνέλεξε όσα περισσότερα στοιχεία διαθέτουμε σε αυτήν εδώ την ιστορική έκδοση. Την συγχαίρουμε για τη εργασία της, την αφιλοκερδή προσφορά της, ιδιαίτερα όμως την διακριτικότητα με την οποία παρουσίασε αυτά τα στοιχεία και τις πηγές τους, σε αυτό το νέο λαμπρό ψηφιδωτό της Αιγυπτιώτικης ιστορικής βιβλιογραφίας.»