Ο Χουάν Μιρό –ή Ζουάν Μιρό, όπως προφέρεται στα καταλανικά– γεννιέται στις 20 Απριλίου 1893 στη Βαρκελώνη.
Οι πρώτες προσπάθειές του να ακολουθήσει καλλιτεχνική σταδιοδρομία απέτυχαν και τον γέμισαν πίκρα. Ο πατέρας του, ωρολογοποιός και χρυσοχόος το επάγγελμα, δεν άφησε το γιο του να εγγραφεί σε σχολή τέχνης. Επιθυμούσε ένα ασφαλές επάγγελμα για το γιο του και γι’ αυτό, όταν ήταν 14 ετών, τον έστειλε για σπουδές στην Εμπορική Σχολή. Δούλεψε ως λογιστής σε εταιρεία χημικών προϊόντων. Μια ασθένεια και η νευρική κατάρρευση τον σταμάτησαν.
Όλο αυτό το διάστημα βέβαια παρακολουθούσε κρυφά μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών La Escuela de la Lonja και στα 25 του (1918) πραγματοποίησε την πρώτη ατομική έκθεση στην γκαλερί του Josep Dalmau, στη γενέτειρά του. Πρώτος δάσκαλός του ήταν ο Francisco Gali, ο οποίος τον εισήγαγε στη μοντέρνα τέχνη και του έδειξε τα κτήρια του Antonio Gaudí. Αντίθετα με τους φοβιστές και τους κυβιστές, που προσπαθούσαν να αντιπαρέλθουν την ακαδημαϊκή παράδοση με ένα εσκεμμένο, περιγεγραμμένο όραμα, ο Miró κατείχε ένα τέτοιο όραμα από φυσικού του. Επιθυμούσε να εγκαταστήσει ένα μέσο «μεταφορικής» έκφρασης, να εφεύρει σύμβολα που θα αντιστοιχούσαν σε αντιλήψεις για τη φύση. Οραματίστηκε μια τέχνη υπερβατική, ποιητική, μια απεικόνιση της φύσης με τον τρόπο ενός πρωτόγονου ή ενός παιδιού, που θα διέθετε εν τούτοις την ευφυΐα ενός ενηλίκου του 20ού αιώνα.
Η δίψα του για γνώση τον οδήγησε στο 1920 στο Παρίσι. Εκεί άνοιξε τα φτερά του. Επισκέφτηκε μουσεία, το ατελιέ του Picasso, συμμετείχε στους καλλιτεχνικούς κύκλους της Μονμάρτης, γνωρίστηκε με το κίνημα του ντανταϊσμού και αργότερα με τους υπερρεαλιστές. Επηρεασμένος βαθύτατα από τους δεύτερους, άρχισε να διαμορφώνει το ιδιαίτερο και προσωπικό ύφος του στη ζωγραφική του. «Είναι ο πιο σουρεαλιστής απ’ όλους» έλεγε για το Miró ο André Breton, ένα από τα ηγετικά στελέχη του υπερρεαλισμού. Το ταλέντο του φάνηκε σύντομα, και το 1921 ήρθε η ώρα και για την πρώτη του ατομική έκθεση στο Παρίσι, στην Gallerie Licorne. Μαζί με την καλλιτεχνική πορεία του ήρθε και ο γάμος. Το 1929 παντρεύτηκε την Pilar Juncosa και μαζί της έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Οι ατομικές εκθέσεις του στο Παρίσι αυξάνονταν, αλλά ο ίδιος αποφάσισε να επιστρέψει στη Βαρκελώνη, όπου το 1930 γεννήθηκε και η μοναχοκόρη του, η Dolores. Την ίδια χρονιά πραγματοποίησε την πρώτη ατομική του έκθεση στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ άνοιξε τα φτερά του και για άλλες μορφές τέχνης. Ασχολήθηκε με τη σκηνογραφία και σχεδίασε τα κοστούμια για τα ρωσικά Μπαλέτα Ντιαγκίλεφ.
Το ξέσπασμα του Εμφυλίου το 1936 τον οδήγησε και πάλι στο Παρίσι, όπου έμεινε έως το 1942. Τότε επέστρεψε και εγκαταστάθηκε στο πατρικό του. Ο Miró γεύτηκε την παγκόσμια διασημότητα μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εξέθεσε τους πίνακες, τα σχέδια και τα γλυπτά του σε πάμπολλες χώρες. Το 1944 μπήκε δυναμικά στο χώρο της κεραμικής εγκαταλείποντας σταδιακά τη ζωγραφική. Δημιούργησε τα πρώτα του κεραμικά σε συνεργασία με τον Llorens Artigas και τα πρώτα μπρούτζινα γλυπτά του. Το 1947 επισκέφτηκε πρώτη φορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, γνώρισε τους Clement Greenberg και Jackson Pollock. Το 1950 φιλοτέχνησε μια τοιχογραφία για το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, το 1953 άρχισε μια μεγάλη σειρά κεραμικών και το 1954 κέρδισε το πρώτο βραβείο στην Μπιενάλε της Βενετίας. Το 1958 δημιούργησε τον πασίγνωστο κεραμικό τοίχο στο κτήριο της UΝΕSCΟ στο Παρίσι, για τον οποίο του απονεμήθηκε το Μεγάλο Διεθνές Βραβείο του Ιδρύματος Solomon R. Guggenheim.
Το 1962 η πόλη των Παρισίων τίμησε το Miró με μεγάλη αναδρομική έκθεση στο Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Το 1980 η Ισπανία τού απένειμε το Χρυσό Μετάλλιο Καλών Τεχνών και έδωσε το όνομά του σε μια πλατεία της Μαδρίτης. Έφυγε από τη ζωή στις 25 Δεκεμβρίου 1983, στο ατελιέ του στη Μαγιόρκα.
To εργαστήριο της Μαγιόρκα
«Μόλις μπορέσω να εγκατασταθώ κάπου, θα αποκτήσω ένα πολύ μεγάλο στούντιο, για να έχω αρκετό χώρο για πολλούς καμβάδες, καθώς, όσο περισσότερο δουλεύω, τόσο περισσότερο μου έρχεται η επιθυμία να συνεχίσω να δουλεύω».
Το ατελιέ του Miró ήταν αναμφίβολα σημαντικό για τη δημιουργικότητά του. Το 1954 ο Joan Miró σε ηλικία 61 ετών αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Πάλμα ντε Μαγιόρκα, στο απλό και ήρεμο καταφύγιο της παιδικής του ηλικίας. Τότε εμπιστεύτηκε το σχεδιασμό του εργαστηρίου του στο φίλο του αρχιτέκτονα José Lluis Sert. Εκεί, μέσα σε ένα λευκό ορθογώνιο κτήριο με κυματοειδείς θόλους, ο Ισπανός καλλιτέχνης άπλωσε το χαρακτηριστικό μικρόκοσμό του και επανεκτίμησε το έργο του κάνοντας μια νέα αρχή.
Ένα μπαλκόνι στο εσωτερικό του άνετου αυτού χώρου επέτρεπε στο Miró να κοιτάζει από ψηλά τα μεγάλων διαστάσεων έργα του ή να τα παρατηρεί συγκεντρωμένα. Στους τοίχους του εργαστηρίου, σε διάφορα σημεία, είχε συγκεντρώσει τα πιο απίθανα μικροαντικείμενα, φωτογραφίες με μνήμες παλιών πολιτισμών, σπαράγματα της λαϊκής παράδοσης, ένα κλαδί, μία πέτρα, μια ραχοκοκαλιά ψαριού… καρτ ποστάλ, αποκόμματα εφημερίδων, βότσαλα, πεταλούδες, κοχύλια, siurells (πήλινες σφυρίχτρες από τη Μαγιόρκα), μικρά παιχνίδια, kachinas (κούκλες που θεωρούνταν ότι είχαν μαγικές ιδιότητες) από τους Ινδιάνους Hopi ή μάσκες από την Ωκεανία. Τα στοιχεία αυτά ενσωματώνονται στα έργα του: «Ό,τι προέρχεται από τη γη είναι καλό» έλεγε.
Άλλωστε το πάθος του για τη λαϊκή τέχνη εξέφραζε την πεποίθησή του ότι «όσο πιο τοπικό είναι ένα αντικείμενο, τόσο πιο παγκόσμιο είναι. Αυτό αιτιολογεί και τη σημασία της λαϊκής τέχνης: Yπάρχει μεγάλη συνάφεια ανάμεσα στις σφυρίχτρες που φτιάχνονται στη Μαγιόρκα και σε ορισμένα αντικείμενα του ελληνικού πολιτισμού».
Με την εγκατάστασή του στο εργαστήριό του, επανεκτίμησε το έργο του και έκανε μια νέα αρχή. «Στο καινούριο εργαστήριο είχα πρώτη φορά πολύ χώρο. Μπόρεσα να αδειάσω κιβώτια με πολύ παλιά έργα. Είχα να δω αυτά τα έργα πριν από τον πόλεμο. Πέρασα μια διαδικασία αυτοεξέτασης, κριτικής. Υπήρξα ανηλεής με τον εαυτό μου. Κατέστρεψα πολλούς πίνακες και ακόμη περισσότερα σχέδια και γκουάς. Μέσα σε λίγα χρόνια έγιναν δυο τρεις μεγάλες εκκαθαρίσεις».
Ξανάρχισε να ζωγραφίζει το 1960 και οι εκθέσεις του ανά τον κόσμο ήταν πολλές: ΗΠΑ, Ιαπωνία, Αθήνα (1966). Παράλληλα τα γλυπτά του ιδιαίτερα, με αφετηρία συναρμογές κάθε είδους αντικειμένων που διέρχονταν από μια διαδικασία «ανθρωπομορφοποίησης». «Όταν δημιουργώ γλυπτά, ξεκινάω από τα αντικείμενα που συλλέγω, ακριβώς όπως χρησιμοποιώ τις κηλίδες στο χαρτί και τις ατέλειες στους καμβάδες» έλεγε. Το 1975 ιδρύει το Ίδρυμα Joan Miró στο Κέντρο Σπουδών Σύγχρονης Τέχνης στη Βαρκελώνη και δωρίζει περί τα 5.000 σχέδιά του.
Η ζωγραφική του Miró είναι ποίηση, φαντασία, χρώμα, ρυθμός, μουσική. Τα θέματά του, συνήθως γυναίκες, πτηνά, έντομα, ο ήλιος, το φεγγάρι και οι αστερισμοί, είναι σύμβολα που μετατρέπουν την ύλη σε τέχνη, με χιούμορ ή παιχνιδιάρικη διάθεση, κρύβοντας ωστόσο μια τραγικότητα που παραπέμπει στη μεταφυσική αναζήτηση του καλλιτέχνη για τη ζωή, το θάνατο, τον κόσμο. Σε πολύ νεαρή ηλικία έγραφε: «Οι περίπατοι στο βουνό, η ανάγνωση ενός βιβλίου ή η παρατήρηση μιας ωραίας γυναίκας, η ακρόαση μιας συναυλίας που προκαλεί την ενόραση μορφών, ρυθμών και χρωμάτων, αυτά θα μορφοποιήσουν και θα θρέψουν το πνεύμα μου, ώστε να αποκτήσει δύναμη ο λόγος μου και, κυρίως, για να μη μας λείψει η αγία ανησυχία. Χάρη σ’ αυτήν προοδεύει ο άνθρωπος».
H έκθεση «Ο Mirό της Μαγιόρκα», που παρουσιάζεται στο «ΘΕΑΤΡΟΝ» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» θα διαρκέσει από τις 22 Φεβρουαρίου έως τις 30 Μαΐου.
Περισσότερες πληροφορίες http://miro.hellenic-cosmos.gr/
Για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα http://miro.hellenic-cosmos.gr/edu/