Site icon NewsIT
12:21 | 08.09.10

Λογοτεχνία και αισθητική στο Μεσοπόλεμο

Λογοτεχνία και αισθητική στο Μεσοπόλεμο
Newsit Newsroom

Η ελληνική κοινωνία του Μεσοπολέμου, μετά την αποτυχημένη μικρασιατική εκστρατεία και στο πλαίσιο της πολιτικής

και κοινωνικής κρίσης που την ακολούθησε, βρισκόταν σε συνεχή μεταβολή.

Υπήρχε μια αδιάκοπη ροή ιδεών και νοοτροπιών, ενώ η πόλη έγινε ένας κόμβος επικοινωνίας πληθυσμιακών στρωμάτων, που προέρχονταν από διαφορετικά κοινωνικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα. Αυτή η κινητικότητα εξέβαλλε, ανάλογα με τον χώρο που την υποδεχόταν, σε διαφορετικές πολιτισμικές εκφράσεις. Κάποιες από αυτές σχετίζονταν με τη λογοτεχνική παραγωγή, ποίηση και πεζογραφία, που κατά τη δεκαετία του ’20 πέρασε ένα στάδιο έντονης κρίσης.

Ένα καινούργιο ανανεωτικό πνεύμα εμφανίστηκε, ωστόσο, με τη δράση και την παραγωγή της γενιάς του ’30. Με την έκφραση “γενιά του ’30”, στο ευρύτερό της νόημα, εννοούμε όσους νέους λογοτέχνες και ποιητές ωρίμασαν ανάμεσα στα 1930 και τα 1940.

Πρόκειται για μια ομάδα ανθρώπων του πνεύματος που είχαν τη διάθεση να έρθουν σε ρήξη με το παρελθόν ή τουλάχιστον να διαφοροποιηθούν από αυτό. Η γενιά του ’30 συνδιαλεγόταν με άλλες κατευθύνσεις και καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής και έκανε την είσοδό της στο προσκήνιο της ελληνικής πολιτισμικής δραστηριότητας ως πρωτοποριακό κίνημα, καλλιεργώντας και τον προβληματισμό για την έννοια της ελληνικής ταυτότητας.

Στα πλαίσια αυτού του προβληματισμού αναπτύχθηκε ένας λόγος για κάποιες εκδηλώσεις άλλων πολιτισμικών χώρων. Πρόκειται για το ενδιαφέρον σ’ αυτό που ονομάστηκε πρωτόγονη ή λαϊκή έκφραση και την οποία αναζήτησαν στο έργο “ναΐφ” (αυτοδίδακτων, απλοϊκών) ή λαϊκών καλλιτεχνών όπως ο Μακρυγιάννης, ο Θεόφιλος, οι καραγκιοζοπαίχτες ή οι λαϊκοί τεχνίτες και τα τοπικά εργαστήρια. Παράλληλα, νέα καλλιτεχνικά δημιουργήματα, όπως το θέατρο σκιών και το ρεμπέτικο τραγούδι, παράγονταν και απευθύνονταν κυρίως σε λαϊκά και περιθωριακά στρώματα, βρίσκονταν σε στενή συνάρτηση μεταξύ τους και συνδιαλέγονταν στο πλαίσιο του κοινωνικού χώρου απ’ όπου προέρχονταν και όπου απέληγαν.

Ο Μεσοπόλεμος υπήρξε μια περίοδος αναζητήσεων και προβληματισμών, μια περίοδος κατά την οποία οι εσωτερικές ζυμώσεις, οι ανακατατάξεις και η διακίνηση νέων ιδεών ευνόησαν τη διαμόρφωση ενός πολύπλευρου διαλόγου. Ποικίλα θεωρητικά ρεύματα όπως ο νεοκαντισμός, ο φροϋδισμός, ο μαρξισμός, ο υπαρξισμός και ο μπερξονισμός επηρέασαν τους Έλληνες διανοούμενους. Άνθησε το δοκίμιο ως προνομιακό είδος, στο οποίο οι κοινωνικές αγωνίες συναντούσαν το φιλοσοφικό στοχασμό. Ο λόγος για την αισθητική και οι ανησυχίες αυτές απέληξαν σε μια διαρκή διερεύνηση της έννοιας της ελληνικότητας. Στο χώρο της τέχνης έκαναν την εμφάνισή τους πολλοί και διαφορετικοί τρόποι έκφρασης.

Καινούργια ρεύματα, με σημείο εκκίνησης τη δυτική Ευρώπη, εισήχθησαν στον ελληνικό χώρο. Ένα από αυτά, ο υπερρεαλισμός, θεμελιωμένος στην ψυχανάλυση και την επαναστατική έκφραση, βρήκε σημαντικούς εκπροσώπους, αλλά προκάλεσε και σφοδρές αντιδράσεις. Ο υπερρεαλιστικός λόγος που παράχθηκε, ανατρεπτικός και ευφάνταστος, οδήγησε σε μια γόνιμη δημιουργία με μεγάλη εμβέλεια στα κατοπινά χρόνια. Τέλος, το αίτημα για επιστροφή στις πηγές, τάση που ανάγεται στον ευρωπαϊκό ρομαντισμό, στην Ελλάδα εκδηλώθηκε με το ενδιαφέρον για τη λαϊκή παράδοση και πήρε συγκεκριμένη μορφή στις δραστηριότητες της λαογραφικής έρευνας.

Ο αισθητικός λόγος της περιόδου του Μεσοπολέμου προσδιορίστηκε από τα δημιουργήματα της ελληνικής καλλιτεχνικής παραγωγής και το διάλογο που αυτά διατηρούσαν με τα διεθνή καλλιτεχνικά ρεύματα. Ταυτόχρονα αποτελώντας έκφραση της ελληνικής κοινωνίας έδωσε το στίγμα των ορίων και δυνατοτήτων της ελληνικής τέχνης. Ο λόγος λοιπόν που ανέπτυξαν οι θεωρητικοί της εποχής, όπως ο Ευάγγελος Παπανούτσος, ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, ο Κωσταντίνος Τσάτσος, ο Κριστιάν Ζερβός, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου και καλλιτέχνες ή λογοτέχνες όπως ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας και ο Οδυσσέας Ελύτης χρησιμοποίησε σε μεγάλο βαθμό ως κριτήριο την έννοια της ελληνικότητας.

Μέτρο της, το ελληνικό τοπίο με το διαυγές του φως, που τόνιζε την καθαρότητα των περιγραμμάτων και όριζε με σαφήνεια τα χρώματα. Οι συνιστώσες αυτές παρέπεμπαν σε μια μορφή που εμπεριείχε τη φύση μαζί με τη λογική και το πνεύμα. Σε γενικές γραμμές, οι αισθητικές αυτές αντιλήψεις αντιμετώπισαν πιο θετικά τον κυβισμό, ως γεωμετρική απόδοση της φύσης, ενώ επέκριναν τις εξπρεσιονιστικές τάσεις που “καταστρέφουν” τη μορφή προσδίδοντάς της την αίσθηση της ρευστότητας.

copyright IME,

Από το έργο του ΙΜΕ “Ελληνική ιστορία στο διαδίκτυο”: www.e-history.gr

Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version