Όταν το ΦΙΤΑ άνοιξε τις πόρτες του στον Νέο Κόσμο, όλοι έσπευσαν να δουν από κοντά το νέο εστιατόριο που δεν θύμιζε σε τίποτα αυτό που είχαμε συνηθίσει.
Ο Φώτης Φωτεινόγλου και ο Θοδωρής Κασσαβέτης, οι δημιουργοί του, όχι μόνο το έστησαν σε μια εντελώς off Broadway συνοικία (τότε), αλλά είχαν αποφασίσει ότι το ξεκάθαρα ψαροφαγικό μενού τους δεν θα είναι στατικό και θα αλλάζει ανάλογα με τα καλούδια της εποχής.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο λιτός εσωτερικός χώρος με την ανοιχτή κουζίνα και την industrial αισθητική «ξέφευγε» επίσης από τη συνήθεις εστιατορικές σάλες, ενώ τα τραπεζάκια έξω θύμιζαν κάτι από τα παλιά συνοικιακά καφενεία που κάποτε υπήρχαν σε αφθονία στην περιοχή.
Πολύ γρήγορα τα καλά γευστικά νέα για το ΦΙΤΑ διαδόθηκαν και το ίδιο σύντομα το γαστρομαγειρείο με άποψη εδραιώθηκε στην περιοχή, κατακτώντας μια θέση στην καρδιά αυτών που έψαχναν κάτι νόστιμο και διαφορετικό.
Από τα τέλη της άνοιξης το ΦΙΤΑ έχει ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στη γεύση.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Τι άλλαξε; Ο έμπειρος σεφ Δημήτρης Δημητριάδης, ύστερα από εννέα χρόνια και κάτι στην κουζίνα του Artisanal, αποφάσισε να κατηφορίσει προς το κέντρο και να αναλάβει τα ηνία του ΦΙΤΑ – εδώ όμως δεν ήρθε να κάνει κάτι αντίστοιχο με το παρελθόν, αλλά να μας «μιλήσει» μαγειρικά για την comfort πλευρά του, επιμένοντας πάντα στην ελληνική κουζίνα, που βασίζεται στα προϊόντα εγχώριων μικρών παραγωγών.
Ήδη, άλλωστε, είχε αποκαλύψει την έφεσή του στο ζυμάρι, δημιουργώντας στο παρελθόν μια ιδιαίτερη σειρά από λαχταριστά ψωμιά, ενώ όσοι έχουν ξαναφάει από τα χέρια του σίγουρα θυμούνται τον τραχανά, τον οποίο έχει προτείνει κατά καιρούς σε διάφορες μορφές.
Η μεταγραφή, λοιπόν, πέτυχε, καθώς η μαγειρική φιλοσοφία του Δημητριάδη ταίριαξε πολύ με το στυλ του ΦΙΤΑ και πλέον εκεί γράφεται ένα καινούριο γευστικό κεφάλαιο, από έναν κορυφαίο μάγειρα.
Πλέον, στον κατάλογο υπάρχουν πολύ περισσότερα μαγειρευτά, χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι οι θησαυροί της θάλασσας χάνουν τη θέση τους- στο ΦΙΤΑ άλλωστε μάθαμε όλα εκείνα τα ψαράκια με τα περίεργα ονόματα, δηλαδή τα μυξινάρια, τις ντάσκες και τις μπάφες. Απλά, είναι μαγειρεμένα αλλιώς.
Όταν επισκεφτήκαμε το εστιατόριο, ξεκινήσαμε για παράδειγμα με μια άψογα μαριναρισμένη μπάφα με σταμναγκάθι και πιπεριά κέρατο, σε δροσερό ζωμό από αγγούρι, γαρνιρισμένη με λοφάκια ταραμά που ανέβαζαν την ένταση. Δεν αντισταθήκαμε, φυσικά ούτε στη θρυλική ταραμοσαλάτα, ούτε και στις κουτσομούρες σχάρας, λιτά σερβιρισμένες με ψητά παραπούλια, αρτυμένα με λαδολέμονο, πιάτα τα οποία συνοδέψαμε με έναν κομψό Νασσίτη 2023 από το οινοποιείο του Βασάλτη της Σαντορίνης, αλλά κατόπιν αφεθήκαμε να ανακαλύψουμε τα νέα, ενδιαφέροντα χαρτιά του σεφ.
Στο τραπέζι έφτασε ένα καλοδουλεμένο «nigiri» από βιολογικά παντζάρια, ελαφριά σκορδαλιά αμυγδάλου, πίκλα από παντζάρι και λάδι μαύρου σουσαμιού, το οποίο μας άλλαξε τη γεύση προκειμένου να περάσουμε στα σπουδαία μαγειρευτά του Δημητριάδη. Επειδή, η εποχή είναι ιδανική για όσπρια, είπαμε ναι στη βρασμένη σε σάλτσα κακαβιάς ρεβιθάδα, την οποία εδώ την ταιριάζουν πρωτότυπα με ένα θράψαλο σχάρας να απορροφά αρκετό από το ζουμάκι.
Λόγω της κρύας ημέρας, βρήκαμε παρηγοριά στα αφράτα γιουβαρλάκια που ο σεφ τα συνοδεύει με ψητό λάχανο και άψογα δεμένο αυγολέμονο αγκινάρας – φανταστείτε δηλαδή «γυμνούς» λαχανοντολμάδες με το περιτύλιγμά τους στο πλάι, σαν ξεχωριστό υλικό. Τα απολαύσαμε μαζί με τη λαδένια αργής ωρίμασης, με ξινόχοντρο και πρωτόλαδο Σπάρτης: για αυτή και μόνο την ξινούτσικη λιχουδιά, που αποδεικνύει πόσο έχουμε υποτιμήσει στις μέρες μας το ψωμί, αξίζει να κατηφορίσετε μέχρι τον Νέο Κόσμο.
Δεν μείναμε όμως μόνο σε αυτά, καθώς την περιέργειά μας κέντρισαν οι γκόγκες (είδος παραδοσιακού ζυμαρικού) γραβιέρας, μαγειρεμένες με χρυσές και μαύρες τρομπέτες, ψητό καρότο και μια βαθιάς νοστιμιάς σάλτσα με αγκινάρα και γραβιέρα Σύρου.
Συντροφιά στο ποτήρια μας για όλα τα παραπάνω είχαμε τον λευκό Διάλογο 2023 από το κτήμα Δύο Ύψη, ένα πολύ εκφραστικό μπλεντ Κυδωνίτσας και Ασύρτικου.
Ολοκληρώσαμε το γεύμα μας με μια καλοφτιαγμένη, ρετρό πάστα αμυγδάλου με γκανάς λευκής σοκολάτας και το πληθωρικό εκμέκ με το τραγανό φύλλο κανταϊφιού που κρύβει στη καρδιά του παγωτό εκμέκ από πρόβειο γάλα, κεράσια και κρέμα φιστίκι. Εννοείται ότι πήραμε μαζί μας φεύγοντας λίγη ακόμη από τη λαδένια με ξινόχοντρο που μας φίλεψε ο σεφ: «για βούτες στο σπίτι», μας είπε χαμογελώντας συνωμοτικά.
ΦΙΤΑ, Ντουρμ 1 & Κασομούλη 6-8, Νέος Κόσμος, Τηλέφωνο: 211-41.48.624, Ωράριο: Καθημερινά βράδυ, Σάβ. & μεσημέρι. Κυρ. μόνο μεσημέρι. Δευτέρα κλειστά. Κόστος: 30 ευρώ/άτομο (χωρίς ποτό)