Σε ανάρτηση που ανέβασε στο επίσημο ευρωπαϊκό blog της, ο αντιπροέδρος και διευθυντής του νομικού της τμήματος της Google, Kent Walker, κατηγορεί την Ευρωπαϊκή Ένωση για παρανόηση οικονομικών και νομικών όρων ενώ παράλληλα αμφισβήτησε την εγκυρότητα των στοιχείων που έχει στην κατοχή της.
Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη την ανάρτηση του Kent Walker
“H βελτίωση της ποιότητας δεν είναι αντι-ανταγωνιστική (μέρος δεύτερο)
Σε κάθε αναζήτηση που πραγματοποιείτε στο Google, προσπαθούμε να σας παρέχουμε πληροφορίες υψηλής ποιότητας. Οι μηχανικοί μας κάνουν συνεχείς δοκιμές, προκειμένου να βρουν καλύτερους τρόπους να σας συνδέσουν με χρήσιμες πληροφορίες και να παρέχουν άμεσες απαντήσεις στις ερωτήσεις σας, όσο πιο στοχευμένα γίνεται.
Με τον ίδιο τρόπο προσεγγίζουμε τις αναζητήσεις που κάνετε κατά τη διάρκεια των διαδικτυακών αγορών σας. Αν για παράδειγμα ψάχνετε να αγοράσετε μια “καφετιέρα” ή “ένα ανοξείδωτο τηγάνι”, θα σας συνδέσουμε απευθείας με τους εμπόρους που τα πωλούν, είτε μέσω της εμφάνισης οργανικών αποτελεσμάτων ή μέσω διαφημίσεων. Τα τελευταία χρόνια, βελτιώσαμε τη μορφή των διαφημίσεών μας, ώστε να περιλαμβάνουν περισσότερα ενημερωτικά στοιχεία με εικόνες, τιμές και συνδέσμους, απ’ όπου μπορείτε να αγοράσετε προϊόντα. Όταν σας παρουσιάζουμε πιο στοχευμένες διαφημίσεις, επωφελούμαστε εμείς, οι διαφημιζόμενοί μας και περισσότερο εσείς, οι χρήστες των υπηρεσιών μας.
Για αυτούς τους λόγους, διαφωνούμε με την επιχειρηματολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία υποστηρίζει ότι τα βελτιωμένα αποτελέσματα του Google Shopping πλήττουν τον ανταγωνισμό. Όπως δηλώσαμε πέρυσι με απάντησή μας στην επίσημη Κοινοποίηση Αιτιάσεων της Επιτροπής, πιστεύουμε ότι οι αιτιάσεις αυτές είναι λανθασμένες ως προς την πραγματικότητα, το δίκαιο και την οικονομία.
Την προηγούμενη χρονιά, η κοινοποίηση αιτιάσεων της Επιτροπής ανέπτυξε ένα ιδιαίτερα περιοριστικό ορισμό για τις υπηρεσίες των διαδικτυακών αγορών με αποτέλεσμα να αποκλειστούν ακόμα και υπηρεσίες, όπως η Amazon. Η Επιτροπή ισχυρίστηκε ότι όταν προσφέραμε βελτιωμένες διαφημίσεις στους χρήστες και τους διαφημιζόμενους, “ευνοήσαμε” τις δικές μας υπηρεσίες – κάτι που έπληξε αρκετούς ιστοτόπους σύγκρισης τιμών, οι οποίοι υποστήριξαν ότι έχουν χάσει αρκετά κλικ από την Google. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της την ανταγωνιστικότητα εταιρειών, όπως η Amazon, καθώς επίσης και την ευρύτερη δυναμική των διαδικτυακών αγορών.
Η απάντησή μας κατέστησε σαφές ότι οι διαδικτυακές αγορές είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικές, ενώ πολλά στοιχεία αποδεικνύουν το λογικό συμπέρασμα ότι η Google και πολλές ακόμα ιστοσελίδες προσπαθούν να συναγωνιστούν την Amazon, που αποτελεί τον κατεξοχήν μεγαλύτερο παίκτη στην αγορά.
Στη συνέχεια καταστήσαμε σαφές ότι οι βελτιωμένες διαφημίσεις μας ήταν χρήσιμες στους χρήστες και στους εμπόρους. Ποτέ δεν διακινδυνεύσαμε την ποιότητα ή τη σχετικότητα της πληροφορίας που εμφανίζουμε. Αντίθετα, τις βελτιώσαμε. Αυτό δεν θεωρείται “ευνοϊκή μεταχείριση”- αλλά δείχνει ότι ακούμε τις ανάγκες των πελατών μας.
Αυτό το καλοκαίρι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μας έστειλε ένα αναθεωρημένο σύνολο αιτιάσεων, υπό τον τίτλο Συμπληρωματική Κοινοποίηση Αιτιάσεων. Οι νέες κατηγορίες της Επιτροπής δεν προσέφεραν κάποια καινούργια θεωρία, αλλά υποστήριξαν ότι επειδή διαδικτυακοί τόποι, όπως η Amazon, πληρώνουν μερικές φορές ιστοσελίδες σύγκρισης τιμών για να παραπέμπουν τους χρήστες τους στην πλατφόρμα αυτών των ιστοσελίδων, δεν μπορούν να θεωρηθούν αντίπαλοι. Ωστόσο, πολλές εταιρείες ανταγωνίζονται και συνεργάζονται ταυτόχρονα. Και στην πραγματικότητα η Amazon αντλεί μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της επισκεψιμότητάς της από αυτές τις ιστοσελίδες, μετά βίας αρκετό για να υποστηρίξει το επιχείρημα ότι δεν ανταγωνίζεται με ιστοσελίδες σύγκρισης τιμών και μια σειρά από άλλες υπηρεσίες διαδικτυακών αγορών.
Η δεύτερη απάντησή μας, που κατατέθηκε σήμερα, καταδεικνύει ότι η αναθεωρημένη κοινοποίηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στηρίζεται σε μια θεωρία που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αναφορικά με τον τρόπο που οι περισσότεροι χρήστες κάνουν τις αγορές τους στο διαδίκτυο. Οι καταναλωτές δεν αναζητούν προϊόντα μέσω μιας μηχανής αναζήτησης, μετά μπαίνουν σε μία ιστοσελίδα σύγκρισης τιμών και στη συνέχεια επισκέπτονται ξανά τις ιστοσελίδες των εμπόρων. Στην πραγματικότητα, καταλήγουν στις ιστοσελίδες των εμπόρων με πολλούς διαφορετικούς τρόπους: μέσω γενικών μηχανών αναζήτησης, εξειδικευμένων υπηρεσιών αναζήτησης, εμπορικών πλατφορμών, μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και διαδικτυακών διαφημίσεων που προβάλλονται από διάφορες εταιρείες. Και φυσικά οι έμποροι φτάνουν στους καταναλωτές πιο άμεσα από ποτέ. Στο διαδίκτυο μέσω των κινητών συσκευών (περισσότερη από τη μισή κίνηση στο διαδίκτυο στην Ευρώπη πραγματοποιείται σήμερα μέσω κινητών συσκευών), οι σχετικές εφαρμογές αποτελούν τον πιο συνηθισμένο τρόπο για να πραγματοποιούν τις αγορές τους οι καταναλωτές.
Ενώ δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι η Επιτροπή πραγματοποίησε έρευνα στους καταναλωτές, τα στοιχεία είναι σαφή: Οι καταναλωτές μπορούν και επισκέπτονται όποια ιστοσελίδα επιλέξουν. Όλες αυτές οι υπηρεσίες- μηχανές αναζήτησης, ιστοσελίδες σύγκρισης τιμών, εμπορικές πλατφόρμες και έμποροι – ανταγωνίζονται μεταξύ τους στις διαδικτυακές αγορές. Για αυτόν τον λόγο οι διαδικτυακές αγορές είναι τόσο δυναμικές και έχουν σημειώσει τόσο μεγάλη αύξηση τα τελευταία χρόνια.
Ενάμιση χρόνο μετά από την αρχική κατάθεση της Επιτροπής, παρατηρήσαμε ακόμα περισσότερα στοιχεία που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. Για παράδειγμα, μια πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι για πολλούς Γερμανούς που πραγματοποιούν τις αγορές τους από το διαδίκτυο, η Amazon αποτελεί την επικρατέστερη επιλογή τους στο διαδίκτυο. Το ⅓ των καταναλωτών πηγαίνει διαδικτυακά πρώτα στην Amazon, ανεξάρτητα από το πού τελικά θα κάνουν τις αγορές τους. Μόνο το 14,3% πάει πρώτα στη Google, και μόνο το 6,7% σε ιστοσελίδες σύγκρισης τιμών. Μια πρόσφατη μελέτη στις ΗΠΑ δείχνει παρόμοια αποτελέσματα: το 55% των Αμερικανών καταναλωτών ξεκινούν τις διαδικτυακές αγορές τους από την Amazon, το 28% από τις μηχανές αναζήτησης, ενώ το 16% πηγαίνει κατ ‘ευθείαν σε μεμονωμένους εμπόρους λιανικής πώλησης.
Η Επιτροπή ισχυρίζεται επίσης πως οι καταναλωτές δεν πάνε στην Amazon με σκοπό να συγκρίνουν χαρακτηριστικά προϊόντων και τιμές. Ωστόσο η Αmazon παρέχει τα “εργαλεία” για αυτόν ακριβώς τον σκοπό, ενώ παράλληλα δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να αγοράσουν προϊόντα που μπορούν να τους παραδοθούν την επόμενη ημέρα, κάτι το οποίο κάνει την εταιρεία ακόμα ισχυρότερο ανταγωνιστή. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μόλις η Amazon και άλλοι νέοι ανταγωνιστές έφτασαν σε Ευρωπαϊκές χώρες, η κίνηση στις ιστοσελίδες που προσφέρουν μόνο σύγκριση τιμών έπεσε. Καθώς το τοπίο της αγοράς αλλάζει, αναπόφευκτα γίνονται μετατοπίσεις ανάμεσα στους ανταγωνιστές. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ελάχιστες ιστοσελίδες σύγκρισης τιμών που κατέθεσαν καταγγελίες για τον ανταγωνισμό, δεν αντικατοπτρίζουν την ευρύτερη αγορά. Υπάρχουν εκατοντάδες σελίδες που παρέχουν σύγκριση τιμών, όχι μόνον έξι. Τα τελευταία δέκα χρόνια, κάποιες από αυτές τις σελίδες κέρδισαν σε επισκεψιμότητα, και κάποιες άλλες έχασαν. Κάποιες αποχώρησαν από την αγορά, ενώ κάποιες εισήλθαν σε αυτή. Αυτό το είδος δυναμικού ανταγωνισμού είναι αναμφισβήτητο. Οι διαφημίσεις στο διαδίκτυο εξελίσσονται δυναμικά, με εταιρείες όπως το Facebook, το Pinterest και πολλές άλλες να εφεύρουν νέους τρόπους για να συνδέσουν τους εμπόρους με τους καταναλωτές.
Πολύ απλά, δεν υπάρχει ουσιαστική συσχέτιση μεταξύ της εξέλιξης των υπηρεσιών αναζήτησης που παρέχουμε και της απόδοσης των ιστοσελίδων σύγκρισης τιμών. Εν τω μεταξύ, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα χρόνων, στείλαμε ένα ραγδαία αυξανόμενο αριθμό επισκεπτών στην Amazon και στο eBay, όσο αυτές αναπτύσσονταν στην Ευρώπη, μια κίνηση που μετά βίας θα αποτελούσε σημάδι ότι μεταχειριζόμαστε ευνοϊκά τις διαφημίσεις μας.
Η αναθεωρημένη κατάθεση της Επιτροπής προτείνει να μην χρησιμοποιούμε ειδικούς αλγόριθμους για να αναδείξουμε τις εμπορικές διαφημίσεις που θεωρούμε πιο σχετικές για τις ανάγκες των χρηστών μας, αλλά απεναντίας να προωθούμε τις διαφημίσεις από ιστοσελίδες σύγκρισης τιμών. Ωστόσο, συλλέγουμε πληροφορίες από τους χρήστες μας κάθε φορά που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες μας και τα κλικ τους μας δείχνουν πως δεν είναι αυτός ο τρόπος που θέλουν να κάνουν τις αγορές τους. Η πίεση που δεχόμαστε για να κατευθύνουμε περισσότερα κλικ σε ιστοσελίδες σύγκρισης τιμών μας προτρέπει ουσιαστικά να στηρίξουμε ιστοτόπους που έχουν γίνει λιγότερο χρήσιμοι στους καταναλωτές.
Εν τέλει, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με μια υπόθεση που στερείται αποδείξεων και η οποία θα μπορούσε να περιορίσει την ικανότητά μας να παρέχουμε υπηρεσίες στους χρήστες μας, μόνο και μόνο για να ικανοποιηθούν τα συμφέροντα ενός μικρού αριθμού ιστοσελίδων. Παρ’ όλα αυτά, έχουμε δεσμευτεί να συνεργαστούμε με την Επιτροπή, με την ελπίδα να επιλυθούν τα επικείμενα ζητήματα, και ανυπομονούμε να συνεχίσουμε τις συζητήσεις.
Σήμερα καταθέσαμε επίσης την απάντησή μας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την υπηρεσία διαφημίσεων AdSense for Search, και τις ερχόμενες μέρες θα απαντήσουμε και στην Κοινοποίηση Αιτιάσεων για το λειτουργικό μας σύστημα, Android. Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν σε διαφορετικές αξιώσεις και διαφορετικά επί της ουσίας ερωτήματα, αλλά παρομοίως αναφέρουν κάποια παράπονα που δεν δικαιολογούν ευρείες νομικές αξιώσεις.
Είμαστε βέβαιοι πως αυτές οι υποθέσεις θα αποφασιστούν τελικά, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα και πως η παρούσα ανάλυση θα αποδείξει πώς από τις καινοτόμες υπηρεσίες που προσφέρουμε έχουν επωφεληθεί καταναλωτές, έμποροι, αλλά και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός. Οι πιο σαφείς ενδείξεις για την ύπαρξη δυναμικού ανταγωνισμού σε οποιαδήποτε αγορά είναι οι χαμηλές τιμές, οι άφθονες επιλογές, και η συνεχής καινοτομία – όλα τα παραπάνω περιγράφουν απόλυτα τις διαδικτυακές αγορές σήμερα.”