Το ταξίδι στη Ζάκυνθο ο 22χρονος Bakari Henderson το προγραμμάτιζε εδώ και μήνες με την παρέα του. Τα τέσσερα αγόρια, φίλοι από το πανεπιστήμιο, είχαν αποφασίσει να ταξιδέψουν στην Ευρώπη μετά την αποφοίτησή τους. Το ελληνικό νησί δεν τους ήταν άγνωστο, ο τέταρτος της παρέας, ο Daniel, έχει καταγωγή από εκεί, ταξίδευε κάθε χρόνο να δει την οικογένειά του και όλοι πίσω στην Αμερική είχαν εντυπωσιαστεί από τις ομορφιές του νησιού. Το σχέδιο ήταν πως αρχικά θα ταξίδευαν οι τρεις, θα έμεναν στο χωριό των παππούδων του Daniel λίγα χιλιόμετρα από τον Λαγανά και ο Bakari θα τους έβρισκε λίγες ημέρες αργότερα. Μαζί του θα έφερνε κάποια από τα ρούχα που είχε σχεδιάσει, θα τα φορούσαν και θα φωτογραφίζονταν μεταξύ τους στα διάφορα σημεία του νησιού, για να φτιάξει αργότερα έναν προωθητικό κατάλογο. Στο τέλος της εβδομάδας θα επέστρεφαν όλοι μαζί στην Αθήνα, θα διανυκτέρευαν για μία ημέρα και από εκεί ο Bakari θα συνέχιζε για τη Βαρκελώνη όπου τον περίμενε μια άλλη παρέα.
Το μοιραίο βράδυ, είχαν ξεκινήσει όλοι μαζί από το ξενοδοχείο στη 01.45. Είχαν πιει μερικά ποτά σε ένα άλλο μπαρ και όταν ήρθε η ώρα ο Daniel να συναντήσει μια φίλη του, αποχαιρετίστηκαν και έδωσαν ραντεβού για το επόμενο πρωί. Οι υπόλοιποι τρεις συνέχισαν τη βόλτα τους. Στο επίμαχο μπαρ μπήκαν τυχαία. Αφού παρήγγειλαν, κατάλαβαν πως επρόκειτο για μπαρ που σύχναζαν Σέρβοι, αλλά δεν τους έκανε κάποια εντύπωση. Πήραν από μια μπίρα και κάθησαν σε ένα από τα ψηλά τραπέζια. Ακριβώς δίπλα τους βρισκόταν η Ντανίτσα, μια 20χρονη Σέρβα, που είχε έρθει στις αρχές του καλοκαιριού στη Ζάκυνθο με τον αδερφό της για να πιάσει δουλειά. Στο συγκεκριμένο μπαρ έκανε δημόσιες σχέσεις, εκείνο το βράδυ όμως είχε ρεπό και έπινε χαλαρή το ποτό της. Επιασε συζήτηση με τον Βakari και τους δύο φίλους του. Στην παρέα μπήκε και ένας άλλος Σέρβος, φίλος της.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Κάποια στιγμή ένας τρίτος Σέρβος, που καθόταν κοντά τους, γύρισε και της είπε ενοχλημένος: «Το μαγαζί είναι γεμάτο Σέρβους, γιατί μιλάς με έναν μαύρο;», εκείνη τον αγνόησε. Με τον κινητό του φίλου της ξεκίνησαν να βγάζουν ένα selfie video. Στο καρέ που έχει στη διάθεσή της η εφημερίδα Καθημερινή φαίνεται η κοπέλα να χαμογελάει, το ίδιο και ο Βakari, που οριακά είναι στο κάδρο. «O φίλος μου έβγαζε βίντεο με τη Σέρβα και τον Αμερικανό που σκοτώθηκε και φαινόταν πως περνούσαν καλά», θα πει αργότερα στους αστυνομικούς ένας άλλος Σέρβος, αυτόπτης μάρτυρας.
Οσο η παρέα διασκεδάζει, ο Σέρβος που είχε κάνει αρχικά την παρατήρηση στην κοπέλα ρίχνει ένα ποτήρι με νερό προς το μέρος της. Ο Bakari προσπαθεί να την υπερασπιστεί λέγοντάς του κάτι, αλλά εκείνος τον χτυπάει στο πρόσωπο. Ο Bakari για λίγα δευτερόλεπτα δεν αντιδρά, παίρνει όμως ένα μπουκάλι μπίρας το σπάει στο κεφάλι του και του ρίχνει δύο μπουνιές. Η κοπέλα προσπαθεί να τους χωρίσει και κατά λάθος τραυματίζεται. Ο πορτιέρης του μαγαζιού, επίσης Σέρβος, τρέχει προς το σημείο. Ισχυρίζεται πως ο Bakari, προσπαθώντας να ξεφύγει, του έριξε ένα τασάκι. Κάποιοι –επίσης όμως εργαζόμενοι στο μαγαζί– επιβεβαιώνουν την εκδοχή του, αλλά άλλοι αυτόπτες μάρτυρες καταθέτουν πως ο Βakari τρέχει προς την έξοδο του μαγαζιού για να αποφύγει τις καρέκλες, τα σκαμπό και τα τασάκια που του πετάνε.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οσο γρήγορα και εάν έτρεχε, όμως δεν θα γλίτωνε. Ο πορτιέρης του μπαρ έχει ζητήσει από τον Ελληνα ιδιοκτήτη του μαγαζιού, που βρίσκεται εκεί, τα κλειδιά από τη μηχανή του. «Θεωρώ ότι μου τα ζήτησε για να κυνηγήσει τον μελαψό άνδρα», θα πει στους αστυνομικούς όταν τον εξετάζουν λίγες ώρες αργότερα. Του τα δίνει και συνεχίζει να πίνει το ποτό του. Τριάντα μέτρα πιο κάτω, δύο άνδρες, ένας Ελληνας και ένας Σέρβος, καταφέρνουν να πιάσουν τον Bakari.
«Ηθελα να του δώσω μερικές φάπες για αυτό που είχε κάνει μέσα στο μαγαζί», θα προσπαθήσει να εξηγήσει αργότερα ο Ελληνας. Από το μπαρ καταφτάνουν τουλάχιστον άλλα δέκα άτομα. Κάποιοι από αυτούς δεν ξέρουν καν πώς έχει ξεκινήσει ο αρχικός καβγάς, παρ’ όλα αυτά τον χτυπούν άγρια. Σύμφωνα με την αστυνομία, ο Bakari πεσμένος στην άσφαλτο, ανήμπορος, δέχεται τουλάχιστον 34 χτυπήματα. Οσο εξελίσσεται η επίθεση κανείς δεν φωνάζει την αστυνομία. Το πρώτο τηλεφώνημα γίνεται στις 3:18 σε έναν νοσηλευτή που έκανε βάρδια σε ιδιωτικό ιατρείο λίγα μέτρα πιο κάτω. «Υπάρχει ένα άτομο που δεν αναπνέει» του λένε.
Με έναν συνεργάτη του φτάνουν και βρίσκουν τον Bakari αναίσθητο. Φωνάζουν ασθενοφόρο αλλά καταλαβαίνουν πως είναι αργά. Oι φίλοι του, σοκαρισμένοι προσπαθούν να βρουν τον τέταρτο της παρέας τον Daniel που μιλάει ελληνικά. Ολοι μαζί πάνε στο νοσοκομείο και εκεί τους ανακοινώνουν πως ο Bakari έχει πεθάνει. Τους δίνουν τα πράγματα που είχε μαζί του (ένα καφέ πορτοφόλι με δύο πιστωτικές, μια φοιτητική ταυτότητα μια κάρτα ασφάλισης, 20 δολάρια και 10 ευρώ) και ο Daniel αναλαμβάνει να κάνει το δύσκολο τηλεφώνημα στην οικογένεια.
Πηγή: kathimerini.gr