- Ο ιατροδικαστής μιλάει για το έγκλημα που πάγωσε τον Έβρο και ολόκληρη τη χώρα - Οι δράστες έδεσαν τις γυναίκες και τις έσφαξαν με μαχαίρι στρατιωτικού τύπου - Τι δείχνουν τα ρούχα που φορούσαν - Φόβος στο χωριό της τριπλής δολοφονίας - Οι ηλικίες των τριών γυναικών - Ανάμεσα στα θύματα και ένα ανήλικο κορίτσι
Η τριπλή δολοφονία γυναικών συγκλονίζει τον Έβρο από χθες, με τον ιατροδικαστή και τους αστυνομικούς που παίρνουν μέρος στις έρευνες, να προσπαθούν να συμπληρώσουν τα κομμάτια της φρικιαστικής υπόθεσης. Τρεις γυναίκες βρέθηκαν άγρια δολοφονημένες με φονικά χτυπήματα στο λαιμό και το στήθος. Το μαχαίρι του εγκλήματος, που βρέθηκε στο σημείο, είναι στρατιωτικού τύπου.
Πρόκειται για ένα οδοντωτό μαχαίρι που χρησιμοποιείται από κυνηγούς ή και δύτες και μεταφέρθηκε στα εγκληματολογικά εργαστήρια για να ανιχνευθούν δακτυλικά αποτυπώματα και γενετικό υλικό.
Ο ιατροδικαστής ολοκλήρωσε την πρώτη εξέταση και διαπίστωσε ότι οι τρεις γυναίκες έφεραν βαθιά δολοφονικά χτυπήματα. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι δύο από τις τρεις είχαν δεμένα τα χέρια και τα πόδια με σχοινιά που εντοπίστηκαν σε απόσταση λίγων μέτρων από την πρώτη γυναίκα. Επιπλέον, εκτιμά ότι το φρικτό έγκλημα διεπράχθη πριν από λίγες μέρες.
Ιατροδικαστής στο NewsIt.gr: Δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο
Ο ιατροδικαστής Παύλος Παυλίδης τόνισε ότι πρώτη φορά βλέπει τέτοιες εικόνες στα 18 χρόνια που είναι ιατροδικαστής. “Ολοκλήρωσα την πρώτη αυτοψία στο σημείο που βρέθηκαν νεκρές και η έρευνα συνεχίζεται. Η μία γυναίκα είναι ηλικίας 18 με 20 ετών, η άλλη ανήλικη και η τρίτη κοντά στα 35 της χρόνια”.
Τα 3 θύματα είναι πολύ πιθανόν να συνδέονται συγγενικά μεταξύ τους. “Το σίγουρο είναι ότι μιλάμε για εγκληματική ενέργεια” επισημαίνει ο ιατροδικαστής. Αύριο θα διενεργήσει νεκροψία – νεκροτομή στο νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης, όπου ήδη έχουν μεταφερθεί οι σοροί.
Τα πτώματα των τριών γυναικών εντοπίστηκαν σε ένα χωράφι στην περιοχή του Πραγγίου, περίπου 50 μέτρα από τα σύνορα. Ένα σημείο που θεωρείται πέρασμα και το οποίο χρησιμοποιούν πολύ συχνά διακινητές μεταναστών.
«Ο φόβος είναι διάχυτος στο χωριό μετά το έγκλημα»
Ο κοινοτάρχης του Πυθίου Χάρης Θεοχαρίδης μίλησε στο NewsIt.gr για το έγκλημα και το κλίμα που έχει διαμορφωθεί. «Περιμένουμε να μάθουμε επίσημα τι έχει συμβεί. Συνήθως τέτοιου τύπου δολοφονίες είναι έργα τζιχαντιστών. Δεν έχει ξαναγίνει τέτοιο έγκλημα στην περιοχή μας».
«Πήγε ένας αγρότης να καλλιεργήσει το χωράφι του και βρέθηκε μπροστά σε αυτό το αποτρόπαιο θέαμα. Οι τρεις γυναίκες ήταν σφαγμένες στο λαιμό. Ο κόσμος έχει αναστατωθεί γιατί τέτοιες σφαγές γίνονται μόνο από τζιχαντιστές» λέει ο κύριος Θεοχαρίδης και συνεχίζει
«Δεν υπάρχει περίπτωση να υπήρχαν οικονομικές διαφορές. Οι μετανάστες προπληρώνουν τους διακινητές και στη συνέχεια τους περνούν στην Ελλάδα. Δεν πιστεύω ότι το κίνητρο της δολοφονίας ήταν οικονομικό».
Τα ρούχα των τριών θυμάτων
Οι γυναίκες ήταν ντυμένες κανονικά με τα ρούχα τους ενώ από την πρώτη έρευνα δεν εντοπίστηκαν γύρω τους άλλα στοιχεία. Αν και οι τρεις γυναίκες ήταν ντυμένες κανονικά, η νεκροτομή θα διερευνήσει το ενδεχόμενο να είχαν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση.
Πάντως, το κίνητρο της ληστείας έχει αποκλειστεί, καθώς πάνω τους βρέθηκαν τα προσωπικά τους αντικείμενα, όχι όμως και ταυτότητές τους με αποτέλεσμα να παραμένουν άγνωστες προς το παρόν. Ο χρόνος θανάτου εκτιμάται σε μερικά 24ωρα πριν ανακαλυφθούν οι σοροί.
Στο σημείο φτάνει κλιμάκιο της ασφάλειας Θεσσαλονίκης και ένα από τα σενάρια που εξετάζουν οι Αρχές είναι να υπήρξε αντιπαράθεση ανάμεσα στις γυναίκες και τον λαθροδιακινητή και ο διαπληκτισμός έφτασε μέχρι το έγκλημα.
Οι τρεις γυναίκες βρέθηκαν νεκρές χθες το μεσημέρι, στην περιοχή του Πραγγίου Διδυμοτείχου και από την πρώτη στιγμή, τα τοπικά ΜΜΕ, αναφέρονταν σε στοιχεία που «έδειχναν» δολοφονία. Σύμφωνα με τον ΑΝΤ1, οι γυναίκες ήταν άγρια μαχαιρωμένες, σε περιοχή με πυκνή βλάστηση και πολλές καλαμιές.
Οι γυναίκες πιθανολογείται ότι ήθελαν να περάσουν παράνομα από την Τουρκία στην Ελλάδα και δολοφονήθηκαν, άγνωστο γιατί και από ποιον. Προς το παρόν μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν για την σοκαριστική αυτή υπόθεση, με τα πρώτα στοιχεία, να «δείχνουν» κυκλώματα διακίνησης μεταναστών.
Η περιοχή παρέμεινε για ώρες αποκλεισμένη ενώ η πρόσβαση επιτρεπόταν μόνον σε αστυνομικούς και όσους σχετίζονταν με τις έρευνες.