Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για υπηρεσιακή απιστία, σε βαθμό κακουργήματος, αναγνωρίζοντάς του το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, ενώ αποφάσισε η έφεση να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, με συνέπεια να αφεθεί ελεύθερος ενόψει της δευτεροβάθμιας δίκης.
Πρόκειται για τον επί σειρά ετών διευθύνοντα σύμβουλο της Εταιρίας, στις αρμοδιότητες του οποίου περιλαμβάνονταν οι μισθώσεις των πανεπιστημιακών κυλικείων. Η παραπομπή του σε δίκη στηρίχθηκε στα αποτελέσματα έρευνας που διενήργησαν ελεγκτές του ΣΔΟΕ, κατόπιν καταγγελιών που έφτασαν στις διωκτικές Αρχές. Στο επίκεντρο της έρευνας βρέθηκαν πέντε κεντρικά κυλικεία του ΑΠΘ (ανάμεσα στα οποία αυτά της Κεντρικής Βιβλιοθήκης, της Πολυτεχνικής Σχολής, του Τμήματος Νομικών – Οικονομικών).
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, ο κατηγορούμενος φέρεται ότι δεν τηρούσε τις ρήτρες των μισθωτηρίων συμβολαίων, δεχόταν μεταχρονολογημένες επιταγές, δεν καταλόγιζε τόκους υπερημερίας, έδινε σιωπηρές παρατάσεις στην εξόφληση των ενοικίων την ώρα που υπήρχαν μεγάλα χρηματικά υπόλοιπα, κ.ά.
Κατά την ακροαματική διαδικασία, η πολιτική αγωγή προσκόμισε στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία ο κατηγορούμενος φέρεται να είχε εξωτερική συνεργασία με στενό συγγενικό πρόσωπο επιχειρηματία που εκμίσθωνε κάποια πανεπιστημιακά κυλικεία.
Ο ίδιος στην απολογία του, αρνήθηκε όσα του προσάπτει το κατηγορητήριο, ισχυριζόμενος ότι στο πλαίσιο της κοινωνικής πολιτικής του Ιδρύματος ήταν πάγια τακτική η ανοχή στην καθυστέρηση εξόφλησης των μισθωμάτων. Χαρακτήρισε, εξάλλου, διάτρητο το πόρισμα του ΣΔΟΕ και τόνισε ότι ενήργησε χωρίς δόλο.
Οι ισχυρισμοί του δεν έγιναν δεκτοί από το δικαστήριο που τον καταδίκασε, παρά την προηγούμενη απαλλακτική πρόταση της εισαγγελέως της έδρας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ