Η υπόθεση αποκαλύφθηκε το Μάρτιο του 2014, όταν ο ίδιος, γιατρός τότε του ΕΟΠΥΥ, είχε συλληφθεί, κατόπιν καταγγελίας και παραπέμφθηκε να δικαστεί με την αυτόφωρη διαδικασία. Εξετάζοντας την έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης 16 μηνών, το Πλημμελειοδικείο τον έκρινε εκ νέου ένοχο για παράβαση του νόμου περί φυλετικών διακρίσεων, όπως επίσης για οπλοκατοχή, επειδή στο σπίτι του βρέθηκαν μαχαίρια και ξιφίδια.
Στην απολογία του στο δικαστήριο έκανε λόγο για εις βάρος του σκευωρία, αρνούμενος ότι ήταν αυτός που κρέμασε την επιγραφή, η οποία, κατά το κατηγορητήριο, ανέφερε στα γερμανικά τη φράση “Ανεπιθύμητοι οι Εβραίοι εδώ”.
“Στο ιατρείο έμπαινε ένα σωρό κόσμος. Κάποιος μπορεί να την κρέμασε, δεν ήμουν όμως εγώ αυτός. Την αντιλήφθηκα όταν πήγα να μαζέψω τα πράγματά μου καθώς επρόκειτο να φύγω για Κεφαλονιά. Την πήρα, την έσκισα και την πέταξα σε κάδο απορριμμάτων” κατέθεσε και πρόσθεσε: “Έδωσα τον όρκο του Ιπποκράτη. Δεν μου αξίζει τέτοια ρετσινιά”. Κατηγόρησε δε ως ψεύτη τον τότε αντίδημαρχο Κοινωνικής Προστασίας και Πολιτισμού Θερμαϊκού που κατήγγειλε την υπόθεση και κατέθεσε ως μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη.
Οι ισχυρισμοί του δεν έγινε δεκτοί από το δικαστήριο που τον καταδίκασε, υιοθετώντας την πρόταση της εισαγγελέως της έδρας σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.