Σπεσιαλιτέ της, η σπανακόπιτα με φέτα και αγαπημένο της σημείο στον κόσμο, η Κρήτη. Η Βικτώρια Χίσλοπ, που έκανε παγκοσμίως γνωστή την ιστορία της Σπιναλόγκας, επιστρέφει στο «νησί της».
Έχουν περάσει 15 χρόνια από το 2005, όταν πρωτοεκδόθηκε το «Νησί», το βιβλίο που έγινε διεθνές μπεστ σέλερ, πούλησε πέντε εκατ. αντίτυπα σε όλο τον κόσμο και έδεσε για πάντα τη Βικτόρια Χίσλοπ με την Ελλάδα. Και έχουν περάσει μόλις δέκα χρόνια από τότε που παρακολουθήσαμε στους δέκτες μας την τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος από το τότε Μega, στην ακριβότερη ελληνική τηλεοπτική παραγωγή μέχρι σήμερα. Ναι, άλλος κόσμος.
Και όμως, υπάρχει μια παράξενη «γεωμετρία» στη χθεσινή τιμητική πολιτογράφηση της Βικτόρια Χίσλοπ ως Ελληνίδας, με διάταγμα της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, «για τις σημαντικές υπηρεσίες που έχει προσφέρει στην Ελλάδα, με την παγκόσμια προβολή του μνημείου της Σπιναλόγκας και την ανάδειξη της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας και του πολιτισμού». Δεν είναι μόνο το προφανές, ότι ο πλανήτης αυτή την περίοδο εξέρχεται μιας πρωτοφανούς κατάστασης καραντίνας που θυμίζει μια Σπιναλόγκα σε παραμορφωτική μεγέθυνση. Είναι και ότι η Ελλάδα ανοίγει στη Χίσλοπ και επίσημα την πόρτα και την καρδιά της, την ίδια χρονιά που η Βρετανία αποχωρεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Χίσλοπ έχει δηλώσει ξανά και ξανά ότι πάνω από όλα αισθάνεται Ευρωπαία: αυτή είναι η ταυτότητά της.
«Πράγματι, το Brexit για μένα ήταν μια τραγωδία» είπε χθες στην «Καθημερινή», σε τηλεφωνική συνέντευξη. «Τέσσερα χρόνια τώρα, που έχει γίνει το δημοψήφισμα, ήταν κάτι πολύ σκληρό και προσπάθησα να το αλλάξω, αλλά δεν γινόταν. Ηταν σαν να βρίσκεσαι μέσα σε ένα αυτοκίνητο που τρέχει με μεγάλη ταχύτητα προς έναν τοίχο. Τα νέα, όμως, από την Ελλάδα με έκαναν πολύ ευτυχισμένη. Είναι σαν ξαφνικά να βγήκα από αυτό το αυτοκίνητο που κάνει αυτό το επικίνδυνο ταξίδι».
Η Βικτόρια Χίσλοπ, σε παλαιότερες συνεντεύξεις της, είχε δηλώσει ότι θα ήθελε πολύ να λάβει κάποια στιγμή την ελληνική υπηκοότητα. Όμως, πόσο συχνά εκπληρώνονται οι ευχές μας; «Ήταν τεράστια τιμή, κάτι που ονειρευόμουν αλλά ποτέ δεν πίστευα ότι θα γίνει» είπε χθες, μετά την ανακοίνωση της πολιτογράφησής της.
Τα ελληνικά της είναι σχεδόν αψεγάδιαστα, μα θέλησε να απολογηθεί για έναν μικρό δισταγμό πριν βρει τη σωστή λέξη. «Έχω σχεδόν πέντε μήνες να έρθω στην Ελλάδα, τα έχω ξεχάσει τα ελληνικά μου, λυπάμαι πολύ. Κανονικά, έπρεπε να είμαι ήδη στην Κρήτη, ενώ έπρεπε να έχω έρθει και το Πάσχα». Από τότε που ερωτεύθηκε τη χώρα μας, την πρώτη φορά που ταξίδεψε εκτός Αγγλίας, στα 17 της, δεν έχει μείνει ποτέ για μεγάλο διάστημα μακριά της. Υπερηφανεύεται, άλλωστε, ότι φτιάχνει την καλύτερη σπανακόπιτα. Με φέτα. Είναι της άποψης ότι «τα πάντα είναι καλύτερα με φέτα».
Η μικρή καθυστέρηση στα ταξιδιωτικά της πλάνα είχε και ένα καλό. Προχθές ολοκλήρωσε τη συγγραφή του νέου της βιβλίου, με αγγλικό τίτλο «One August night», με το οποίο επιστρέφει στην Κρήτη. Πρόκειται για την πολυαναμενόμενη συνέχεια του «Νησιού». Η ιστορία, αυτή τη φορά, ξεκινά στις 25 Αυγούστου 1957, τη νύχτα που η Πλάκα γιορτάζει το κλείσιμο του λεπροκομείου: έχει επιτέλους βρεθεί θεραπεία. «Το τελείωσα στα αγγλικά χθες (σ.σ.: προχθές) το βράδυ στις 12 και το έστειλα στον εκδοτικό οίκο». Στην Αγγλία αναμένεται να κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο. «Φαντάζομαι ότι δεν θα αργήσει πολύ να κυκλοφορήσει και στην Ελλάδα».
Όσο για την ίδια, ετοιμάζει βαλίτσες. Αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, την Κυριακή θα βρίσκεται στο αγαπημένο της νησί, την Κρήτη. «Ανυπομονώ, έχω περιμένει μήνες…». Για τη συγγραφέα υπάρχει και ακόμα ένας λόγος που ανυπομονεί να βρεθεί εδώ, με τη νέα της «ταυτότητα» πλέον. «Είμαι πάρα πολύ τυχερή που συνέβη αυτό. Προσωπικά, ό,τι μπορώ να κάνω για την Ελλάδα, θα συνεχίσω να το κάνω και είμαι σίγουρη ότι θα βρω ακόμα περισσότερη έμπνευση. Δεν ξέρω ποτέ τι μπορεί να γράψω στο μέλλον, αλλά ξέρω ότι η Ελλάδα αποτελεί πάντα έμπνευση για μένα. Μου έχει δώσει πάρα πολλά, τώρα μου έδωσε και κάτι ακόμα».
Πηγή: Καθημερινή