Μόνιμος κάτοικος της άγριας ζωής του Εθνικού Πάρκου Κερκίνης, μαζί με τους λύκους και τις αλεπούδες και τους φτερωτούς επισκέπτες, έχει γίνει τα τελευταία χρόνια το τσακάλι που φαίνεται, ότι την περίοδο της πανδημίας, αύξησε τον πληθυσμό του.
Η έντονη παρουσία του τσακαλιού μαζί με τα υπόλοιπα κυνοειδή, προβληματίζει τους κτηνοτρόφους που δραστηριοποιούνται στο Εθνικό πάρκο, κυρίως με την εκτροφή βουβαλιών, αφού καθημερινά παρατηρούν δίπλα στις μονάδες τους, αναρίθμητα ίχνη τσακαλιών.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το φαινόμενο μελετά, από τις αρχές του χρόνου, ο ζωολόγος – οικολόγος, σύμβουλος Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και υποψήφιος διδάκτορας του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης Θεόδωρος Κομηνός στο πλαίσιο επιστημονικής έρευνας που διεξάγεται από τις ΜΚΟ «ECO Studies» και «RWild IN GR» σε συνεργασία με τη Μονάδα Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου της λίμνης Κερκίνης και με χρηματοδότηση του ΟΦΥΠΕΚΑ.
Από το δέλτα του ποταμού Στρυμόνα στη λίμνη Κερκίνη, «παρέα» με κορμοράνους που έσκιζαν τον ουρανό και χιλιάδες βουβάλια που ακολουθούσαν το καθημερινό τους δρομολόγιο από τις στάνες στο νερό, ο κ. Κομηνός ανέλυσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τα στοιχεία που έχουν προκύψει, μέχρι στιγμής, περίπου 5 μήνες από την έναρξη του προγράμματος. Με καθημερινή παρουσία στο πεδίο, κυρίως τις βραδινές ώρες οπότε και κινούνται τα τσακάλια ως νυκτόβια σαρκοφάγα, ο κ. Κομηνός κατέγραψε με θερμικές κάμερες, μέχρι στιγμής, περίπου 400 τσακάλια να κινούνται σε περιοχές δίπλα στη λίμνη.
Ιδιαίτερο είναι το γεγονός ότι φαίνεται να κυκλοφορούν μαζί με λύκους και με ημιδεσποζόμενους σκύλους, αφού η τροφή είναι άφθονη και δεν υπάρχει ανταγωνισμός. «Έχουμε τοποθετήσει 70 αυτόματα καταγραφικά στο Εθνικό Πάρκο και κατά τις επισκέψεις της ομάδας μας το βράδυ, καταγράφουμε με θερμικές κάμερες την παρουσία του τσακαλιού, του λύκου, της αλεπούς αλλά και του σκύλου, δηλαδή όλων των κυνοειδών. Αυτό που διαπιστώσαμε είναι ότι το τσακάλι, βρίσκεται παντού στις περιοχές περιμετρικά της λίμνης» ανέφερε ο κ. Κομηνός.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Σημειώνεται ότι στην έρευνα συμμετέχει και η Μιλού, το ειδικά εκπαιδευμένο σκυλί για εύρεση περιττωμάτων τσακαλιού και λύκου που στέλνονται στη συνέχεια για τροφικές και γενετικές αναλύσεις καθώς ήδη έχουν εντοπιστεί ζώα που τα φαινοτυπικά τους χαρακτηριστικά θυμίζουν υβρίδια.
Μεγάλη «ταΐστρα» για άγρια ζώα
Σύμφωνα με τον επιστήμονα, στην περιοχή υπήρχαν τσακάλια και κατά το παρελθόν αλλά όχι σε τόσο μεγάλο πληθυσμό. Ο ίδιος αποδίδει την αύξηση στο γεγονός ότι υπάρχει αφθονία τροφής από τα νεκρά ζώα που παραμένουν στην ύπαιθρο και προέρχονται από τις κτηνοτροφικές μονάδες.
«Η εύκολη τροφή προέρχεται από ανθρωπογενείς δραστηριότητες, κυρίως από την κτηνοτροφία με την ανεξέλεγκτη απόρριψη στην ύπαιθρο και γύρω από οικισμούς και κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, οργανικών απορριμμάτων, υπολειμμάτων σφαγίων και νεκρών κτηνοτροφικών ζώων. Η παράνομη αυτή τακτική αυτή παρέχει στο τσακάλι, ως καταναλωτής νεκρών ζώων και εν γένει οργανικών απορριμμάτων αλλά και στα αδέσποτα σκυλιά που περιφέρονται σε μεγάλους πληθυσμούς, τεράστιες ποσότητες “εύκολης” τροφής. Εμείς έχουμε καταγράψει τις περιοχές που βρίσκουμε νεκρά ζώα και σκουπίδια, παράλληλα έχουμε προχωρήσει σε αξιολογήσεις σε 70 κτηνοτροφικές μονάδες και λάβαμε συνεντεύξεις από 30 κτηνοτρόφους».
Συνδέεται η πανδημία με την αύξηση του τσακαλιού;
Στη μεγάλη … ταΐστρα για τα άγρια ζώα που έχει μετατραπεί η περιοχή, πιθανόν, εκτιμά ο κ. Κομηνός, να έχουν συμβάλει και τα μέτρα που είχαν ληφθεί στην πανδημία.
«Όλοι οι κτηνοτρόφοι μας λένε ότι τα τελευταία τρία χρόνια παρατήρησαν πολύ μεγάλη αύξηση τσακαλιών, διάστημα που ουσιαστικά συμπίπτει με την πανδημία. Είναι πολύ πιθανό γιατί τότε δεν υπήρχε όχληση από την κυκλοφορία οχημάτων και οι κτηνοτρόφοι, επειδή δεν λειτουργούσαν κανονικά τα καταστήματα εστίασης, δεν σφάζανε. Έτσι τους έμεναν πολλά ζώα και σίγουρα πολλά νεκρά που έμεναν έξω στην ύπαιθρο, κάτι που συνετέλεσε στην παρουσία του τσακαλιού» αναφέρει ο κ. Κομηνός.
Την ίδια άποψη έχει και ο κτηνοτρόφος Τρύφων Γιαντσίδης, ο οποίος έχει μονάδα με βουβάλια στην περιοχή διευκρινίζοντας ότι την περίοδο της πανδημίας δεν μπορούσαν να διαθέσουν μεγάλες ποσότητες κρέατος.
«Όταν βρέχει και είναι μαλακό το χώμα, βλέπουμε παντού χνάρια από τσακάλια που κάποιες φορές, μπαίνουν στις στάνες και επιτίθενται κυρίως στα νεογέννητα βουβάλια» λέει χαρακτηριστικά. Ο ίδιος πάντως ξεκαθαρίζει ότι ακολουθεί το πρωτόκολλο για την απομάκρυνση των νεκρών ζώων, καλώντας την αρμόδια υπηρεσία, η οποία μεταβαίνει με φορτηγό – ψυγείο στο σημείο και μεταφέρει για καύση το ζώο.
Ενθουσιασμένοι με τη δουλειά τους στο άγριο τοπίο της Κερκίνης είναι ο 21χρονος Νάουτς και η 20χρονη Τζοάνα από το Aeres University of Applied Sciences της Ολλανδίας. Ανταποκρίθηκαν με χαρά στην πρόσκληση για συμμετοχή στο πρόγραμμα και εδώ και ένα μήνα βρίσκονται στο πεδίο βοηθώντας στις καταγραφές και την ταξινόμηση των στοιχείων.
«Έχουμε δει τόσα πολλά πράγματα εδώ που εντυπωσιαστήκαμε! Στα εθνικά μας πάρκα μπορούμε να δούμε ελάφια και άλογα αλλά σίγουρα όχι τσακάλια και λύκους» λένε χαρακτηριστικά. Η διαφορά, εξηγεί ο συντονιστής του παραρτήματος Κερκίνης Θοδωρής Ναζιρίδης, είναι ότι τα εθνικά πάρκα στην Ελλάδα είναι δίπλα σε χωριά και έτσι ευνοείται η παρατήρηση και η επιστημονική έρευνα.
Μαζί παρέα τσακάλια και λύκοι
«Πριν από περίπου 10 χρόνια είχαμε κάνει μια πρώτη καταγραφή της κατάστασης με τα τσακάλια αλλά πλέον παρατηρήσαμε ότι κάποια πράγματα έχουν αλλάξει και απαιτούνταν να γίνει κάτι πιο συστηματικά γι’ αυτό και προχωρήσαμε στην έγκριση και υλοποίηση της πρότασης προκειμένου να δούμε τις συνολικές επιπτώσεις στο περιβάλλον» λέει ο κ. Ναζιρίδης.
Στις πρώτες μάλιστα παρατηρήσεις, οι ερευνητές έμειναν έκπληκτοι καθώς διαπίστωσαν ότι δεν ισχύουν κάποια δεδομένα που ήξεραν, όπως δηλαδή ότι τα τσακάλια, τα σκυλιά και οι λύκοι δεν έχουν πολλές επαφές. «Εδώ τουλάχιστον, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, δεν ισχύει αφού έχουμε δει τα ζώα να είναι υπερβολικά κοντά πολλές φορές. Θεωρητικά λένε ότι όπου υπάρχει λύκος, τσακάλι δεν πλησιάζει αλλά εμείς τα έχουμε δει μαζί, κυρίως βέβαια εκεί που υπάρχει αφθονία τροφής και κάλυψης» αποκαλύπτει ο κ. Ναζιρίδης.
Το πρόγραμμα που αφορά στην παρακολούθηση και καταγραφή παρουσίας, μεγέθους και κατανομής πληθυσμού και περιοχών ημερησίων καταφυγίων – φωλεοποίησης του χρυσού τσακαλιού (Canis aureus) θα διαρκέσει μέχρι τον Αύγουστο του 2023 και πιθανότατα θα πάρει παράταση μέχρι τον Νοέμβριο του 2023. Στους στόχους περιλαμβάνονται η καταγραφή απειλών και διαχειριστικών αναγκών για το είδος και η κατάθεση προτάσεων διαχειριστικών δράσεων στην περιοχή. Επιπλέον, τον προσεχή Οκτώβριο θα διοργανωθεί στην Κερκίνη συνάντηση εργασίας με την συμμετοχή επιστημόνων απ΄όλο τον κόσμο με ειδίκευση στα κυνοειδή.