Συγκεκριμένα, η μελέτη που δημοσιεύεται στο πιο πρόσφατο τεύχος του επιστημονικού περιοδικού Heredity, βασίστηκε σε ανάλυση τριχών που μαζεύτηκαν από ένα δίκτυο τριχοπαγίδων, τοποθετημένων σε στύλους της ΔΕΗ, μεθοδολογία που επινοήθηκε από τον “Αρκτούρο” και είναι μοναδική για τη χώρα μας. Με τον τρόπο αυτό, η ερευνητική ομάδα κατάφερε την τριετία 2007 – 2010 να συγκεντρώσει περισσότερα από 3.000 δείγματα και μέσω γενετικών αναλύσεων να ταυτοποιήσει 250 αρκούδες.
Όπως προέκυψε, στην Ελλάδα υπάρχουν τέσσερις γενετικά διαφοροποιημένοι πληθυσμοί, στη Ροδόπη, το Βίτσι και τον Βαρνούντα, στη βόρεια Πίνδο (στην περιοχή του Γράμμου) και στην κεντρική Πίνδο (περιοχή Γρεβενών). Οι τρεις τελευταίοι πληθυσμοί επικοινωνούν γενετικά μεταξύ τους, αλλά όχι με αυτόν της Ροδόπης. Να σημειωθεί, ότι σε έρευνα του “Αρκτούρου”, το 2015, υπολογίστηκε ότι ο ελάχιστος αριθμός των αρκούδων στην Ελλάδα είναι 450.
“Αν και ο πληθυσμός της καφέ αρκούδας στην Πίνδο, παρουσιάζει γενετική και αριθμητική βελτίωση, εντούτοις παραμένει ο πιο υποβαθμισμένος γενετικά πληθυσμός στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων”, επισημαίνει στο ΑΠΕ -ΜΠΕ ο επιστημονικός διευθυντής του “Αρκτούρου”, Δρ. Αλέξανδρος Καραμανλίδης.
Αρχικά, σύμφωνα με την μελέτη, οι τρεις πληθυσμοί αρκούδων της Πίνδου ήταν απομονωμένοι μεταξύ τους, γεγονός που τους οδηγούσε σταδιακά στη γενετική υποβάθμιση και στην εξαφάνιση. “Η διαδικασία αυτή”, τονίζεται σε ανακοίνωση της οργάνωσης, “φαίνεται ότι ανακόπηκε από αρκετούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων και ο περιορισμός της λαθροθηρίας αλλά και η αστικοποίηση, που είχε ως αποτέλεσμα να δοθεί περισσότερος ζωτικός χώρος στις αρκούδες, ενώ, παράλληλα, εξασφαλίστηκαν ασφαλή περάσματα για τις αρκούδες σε μεγάλους οδικούς άξονες, όπως η Εγνατία”.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος “1η Γενετική απογραφή του πληθυσμού της καφέ αρκούδας (Ursus arctos) στην Ελλάδα”, του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και με χρηματοδότηση της Vodafone Hellas και του Vodafone Group Foundation.