το οποίο θα πρέπει να πωλείται σαν “premium” προϊόν, όπως επισήμανε στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ, “Πρακτορείο 104,9 FM” ο Γιώργος Οικονόμου, γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Βιομηχανιών και Τυποπoιητών Ελαιολάδου.
“Είμαστε περίπου στους 280.000 τόνους, είναι μια πολύ καλή χρονιά, ελπίζω να καταφέρουμε να συνεχιστούν τα θετικά στοιχεία και στις εξαγωγές μας, οι οποίες έχουν μια αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια” τόνισε ο κ.Οικονόμου, ενώ ως προς τις εξαγωγές ανέφερε: “Προ 15ετίας ήμασταν στους 15.000 τόνους και πλέον έχουμε διπλασιασμό στους 30.000 με 35.000 τόνους. Όλα τα θετικά μηνύματα μάς κάνουν να είμαστε ακόμη πιο αισιόδοξοι, ενώ ελπίζουμε πως θα κερδίσουμε ένα επιπλέον 3%- 5%, κάτι που είναι συνάρτηση και της διαμόρφωσης των τιμών από τις υπόλοιπες χώρες παραγωγής όπως η Ισπανία, η Τυνησία και η Τουρκία, καθώς νέες χώρες μπαίνουν διαρκώς στην παραγωγή ελαιολάδου” εξηγεί.
Καθώς δε οι ελληνικές εταιρίες αναζητούν μεγαλύτερα έσοδα, κύρια από τις εξαγωγικές τους προσπάθειες, ο κ.Οικονόμου τόνισε πως γίνονται συγκεκριμένες κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. “Αυτό προϋποθέτει και κάποιες ενέργειες από την πλευρά μας, για να το κάνουμε γνωστό, να αυξήσουμε την αναγνωρισιμότητα του. Και αυτό δεν αφορά μόνο το ελαιόλαδο.
Θα πρέπει να το δούμε συνολικά με όλα τα προϊόντα, έτσι ώστε η φήμη των ελληνικών τροφίμων να γίνει εφάμιλλη με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και την ανώτερη γεύση που διαθέτουν και τα θρεπτικά συστατικά τους” τόνισε, προσθέτοντας πως η σύγχρονη επιλογή για το ελληνικό ελαιόλαδο είναι συγκεκριμένη. “Δεν θα πρέπει να πωλείται σαν ένα απλό ελαιόλαδο, αλλά σαν premium γιατί το αξίζει, όμως αυτό προϋποθέτει παράλληλα και μια εθνική στρατηγική” ανέφερε και ως χαρακτηριστικό παράδειγμα θετικού momentum έθεσε τα δεκάδες διεθνή βραβεία που κέρδισαν πρόσφατα ελληνικά προϊόντα σε διαγωνισμούς όπως ο Διεθνής Διαγωνισμός Ελαιολάδου της Νέας Υόρκης («New York International Olive Oil Competition – NYIOOC»), όπου Ελληνες παραγωγοί απέσπασαν 54 βραβεία.