Ήταν τη δεκαετία του ’50, όταν ο Λευτέρης Ελευθεριάδης από τον Καταχά Πιερίας πατούσε στο χωράφι κι ως νέος αγρότης τότε έψαχνε να βρει αυτό που θα τον έκανε να ξεχωρίσει από τους υπόλοιπους.
Και μπορεί η καινοτομία να ήταν τότε «terra incognita» για τους περισσότερους αγρότες, ωστόσο ο ίδιος κατάφερε όχι μόνο να μπει από νωρίς στα βαθιά νερά της αλλά και να … κολυμπήσει έως σήμερα με μεγάλη επιτυχία.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στα 88 του χρόνια σήμερα, ο κ. Ελευθεριάδης μπορεί να μην πιάνει την τσάπα για να φροντίσει τις καλλιέργειές του, αλλά ανεβαίνει στο τρακτέρ για να τις επιθεωρήσει με το έμπειρο μάτι του.
«Έχω μεγάλο πρόβλημα. Όλη η οικογένειά μου με πιέζει να κατέβω από το τρακτέρ», λέει και εξηγεί πως μπορεί να μην έχει δίπλωμα αυτοκίνητου πλέον, αλλά το δίπλωμα του τρακτέρ το φυλάει ως «κόρη οφθαλμού» κι έχει ήδη κινήσει τις απαραίτητες διαδικασίες για την ανανέωσή του.
«Αν δεν πάω στα χωράφια μου και κάτσω στο σπίτι, νομίζω ότι θα πεθάνω», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Ελευθεριάδης, για τον οποίο η μέρα ξεκινάει στις 5 το πρωί και τελειώνει αργά το βράδυ, αφού προηγουμένως έχει περάσει άπειρες ώρες στα χωράφια του, με μικρά διαλείμματα στο καφενείο του χωριού, για λίγη κουβέντα με τους συγχωριανούς του.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Το αργότερο στις 7 το βράδυ, πρέπει να είμαι στο σπίτι. Εκείνη την ώρα ξεκινά η οικογενειακή διασκέδαση. Παίζουμε χαρτιά και συγκεκριμένα μπιρίμπα, με τη γυναίκα μου κι ένα φιλικό μας ζευγάρι. Εγώ όλο κλέβω, αλλά πάλι με κερδίζουν», λέει χαριτολογώντας και το πρόσωπό του φωτίζεται!
Σήκωσε το «γάντι» στα 87 του χρόνια, όπως άλλωστε κάνει σχεδόν επτά δεκαετίες τώρα
Ανήσυχο πνεύμα, που βλέπει πάντα την πρόκληση κατάματα, ο 88χρονος αναζητά συνεχώς νέες συγκινήσεις στον χώρο των καλλιεργειών του πρωτογενούς τομέα. Πριν από 20 χρόνια, ένας συγχωριανός του, τον προέτρεψε να ασχοληθεί με την καλλιέργεια κερασιού. «Βάλλον ολίγον κεράσια να δεις τι λεφτά θα πάρεις», τού είπε και κάπως έτσι φύτεψε τα πρώτα του είκοσι δέντρα σε ένα μόλις στρέμμα…
Βέβαια, όπως σημειώνει, «λεφτά δεν πήρα ποτέ από τα κεράσια. Ό,τι παραγωγή έκανα, την κερνούσα σε όλο το χωριό! Το ίδιο συμβαίνει και με το αμπέλι, μοσχάτο, που έχω σε ένα στρέμμα και κάνω τσίπουρο».
Πέρυσι, ο ανιψιός του, ο Παναγιώτης, ο οποίος είναι παραγωγός βιολογικών προϊόντων και συνεργάζεται με τον αστικό συνεταιρισμό «Κουκούλι», …έριξε στο τραπέζι την ιδέα να κάνουν την παραγωγή κερασιού βιολογική.
«Δεν χρειάστηκε να με πείσει, δεν τον ταλαιπώρησα. Μόλις μου έκανε την πρόταση να κάνω την παραγωγή κερασιών με βιολογικό τρόπο, αμέσως του είπα “ωραία, ας τα κάνουμε βιολογικά”. Έτσι και έγινε», εξηγεί ο έμπειρος αγρότης.
«Τα κεράσια του κύριου Λευτέρη είναι εξαιρετικά. Οι καταναλωτές τρώνε μια χαρά κεράσι, γλυκό κεράσι», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Αθανάσιος Γεωργιλάς, μέλος του ΔΣ στο «Κουκούλι», τον συνεταιρισμό στον οποίο ο κ. Ελευθεριάδης διοχετεύει τον ενάμιση τόνο βιολογικού κερασιού, που είναι η παραγωγή του.
«Όλοι μας αντιμετωπίζουμε με δέος τον 88χρονο, ο οποίος κάθε Δευτέρα έρχεται με τον ανιψιό του και μας ανεφοδιάζουν με βιολογικά κεράσια», σημειώνει ο κ. Γεωργιλάς, εξηγώντας πως η συνεργασία προέκυψε μέσα από την αναζήτηση των ανθρώπων του συνεταιρισμού να καλυφθεί ένα κενό που εντόπισαν σε φρούτα και ειδικότερα στο κεράσι.
Το ανήσυχο πνεύμα του «γεννούσε» καινοτομία
Λόγω του ανήσυχου του πνεύματος, ο 88χρονος πρωτοστατούσε και πετύχαινε καινοτομία χωρίς να την αποζητά ως έννοια, αλλά εφαρμόζοντάς την, καθώς το ρίσκο δεν τον τρομάζει! Είναι αυτό το στοιχείο του χαρακτήρα του που τού εξασφάλιζε μία θέση σε όλα τα μεγάλα που συνέβαιναν στον αγροτικό χώρο, αφού πρωτοστάτησε στη δημιουργία του πρότυπου ομαδικού οπωρώνα με βιομηχανικά ροδάκινα που δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 στον κάμπο του Καταχά Πιερίας (1500- 2000 στρέμματα).«Τον πρότυπο οπωρώνα με βιομηχανικό ροδάκινο τον επισκέπτονταν Σουηδοί, Γάλλοι, Ρώσοι και άλλοι», εξηγεί ο ίδιος και θυμάται τους «δασκάλους» του σε όλη αυτή την πορεία:
«Ένας απ’ αυτούς ήταν ο γεωπόνος από το Πισοδέρι Φλώρινας, ο Σταύρος Λιάκος, που μας έμαθε εκείνα τα χρόνια τη δενδροκομία».
Η εικόνα του αγροτικού χώρου, σήμερα, τον αποκαρδιώνει, αλλά θεωρεί πως -μεταξύ άλλων- οφείλεται στην έλλειψη του συνεταιρίζεσθαι.
«Τα χρόνια τα δικά μου, το συνεταιριστικό κίνημα αποτελούσε κινητήριο μοχλό τόσο για την ενσωμάτωση νέων καλλιεργειών στον πρωτογενή τομέα όσο για τις εξαγωγές, αλλά και για τη ρύθμιση του χώρου γενικότερα. Τότε, η Ελλάδα ήταν αυτάρκης σε πολλά προϊόντα/τρόφιμα. Αυτό συνέβαινε σε μια εποχή που ήμασταν πραγματικά λίγοι αυτοί που είχαμε γνώσεις. Γιατί πραγματικά, ήταν εμφανής η διαφορά μεταξύ αυτών που είχαν τελειώσει το σχολείο, έναντι αυτών που δεν το κατάφεραν. Βέβαια, υπήρχαν κι εκείνοι που είχαν τέτοιο πάθος, που τελικά κατάφερναν να καλύψουν τα κενά τους, παίρνοντας παράδειγμα απ’ αυτούς που έβλεπαν ότι πατώντας στη γνώση, μπορούσαν να πετύχουν καλύτερα αποτελέσματα», λέει.
Η έλλειψη φόβου για το νέο, αλλά και η τόλμη του κόντρα σε ενδεχόμενη αποτυχία, είναι τα χαρακτηριστικά εκείνα που τον οδήγησαν, το 1997, στην καλλιέργεια ακτινίδιου, όταν εκείνη την εποχή σε όλη την Ελλάδα ζήτημα να ήταν τέσσερις όλοι και όλοι οι καλλιεργητές. Μάλιστα, λέει πως τους πρώτους καρπούς ακτινιδίων τους μετέφερε τότε με το ΙΧ του στην αγορά Μοδιάνο,
«η οποία εκείνα τα χρόνια ήταν μια αγορά πολυτελείας και όσα προϊόντα έπαιρναν το “διαβατήριο”, μοσχοπουλιόνταν».
Από τα 20 του χρόνια έως σήμερα, ο κ. Ελευθεριάδης έχει ασχοληθεί με πάσης φύσεως καλλιέργειες στα 70 στρέμματα που διαθέτει- από αμπέλια, μέχρι πυρηνόκαρπα, φράουλες, ακτινίδια και αμυγδαλιές… Τις αγάπησε όλες, όμως κάθε φορά που η κουβέντα έρχεται στο ακτινίδιο, η έξαψη στα μάτια του μαρτυρά πως ήταν η αγαπημένη του, ενώ και με τα αμπέλια τον «δένει» η οικογενειακή παράδοση.
Ακόμη και σήμερα δεν τα παρατάει και ασχολείται με τα 8,5 στρέμματα ακτινίδια του γιου του, Ιορδάνη, στον Καταχά. «Ο γιος μου είναι δασολόγος και δουλεύει σε δημόσια υπηρεσία. Δεν ξέρει από πρωτογενή τομέα και επιβλέπω ο ίδιος την παραγωγή», λέει με καμάρι.