Ο οδηγός, ο οποίος τον περασμένο Νοέμβριο, παρέσυρε και εγκατέλειψε την 21χρονη Έμμα στη Θεσσαλονίκη, μίλησε για πρώτη φορά μέσα από τη φυλακή για το τροχαίο, ζητώντας συγγνώμη από την οικογένεια της αδικοχαμένης κοπέλας.
«Είχα σχολάσει από τη δουλειά και είχα πάει για καφέ… Μου είπε μια κοπέλα να την κατεβάσω μέχρι τα Λαδάδικα και συμφώνησα. Είχε αρχίσει να βρέχει λίγο. Ήμουν σε ένα κόκκινο φανάρι σταματημένος, περίμενα να ανάψει πράσινο και ξεκίνησα… Μετά, σε ένα σκοτεινό σημείο, βγήκε ξαφνικά η Έμμα. Δεν συνέβησαν τα πράγματα όπως λένε. Δεν έβαλα ποτέ όπισθεν. Δεν πρόλαβα να κάνω τίποτα, ήταν πολύ κοντά» είπε αρχικά ο 27χρονος Αλβανός οδηγός, μιλώντας στο Star.
Στη συνέχεια, μίλησε για τις αντιδράσεις και επιχείρησε να δικαιολογήσει την εξαφάνισή του από το σημείο του τροχαίου: «Έπαθα σοκ, δεν ήξερα τι να κάνω, δεν μπορώ να το περιγράψω. Όλοι λένε ‘να καθότανε, να έκανε το ένα ένα ή το άλλο’. Πήρα τηλέφωνο ένα φίλο… ήμουν χωρίς χαρτιά και δίπλωμα. Του είπα πως χτύπησα έναν άνθρωπο και του ζήτησα να πάρει τηλέφωνο ένα ασθενοφόρο. Έφυγα από εκεί, αγχώθηκα πολύ. Την άλλη μέρα συνειδητοποίησα τι έγινε… Τρόμαξα, δεν ήξερα τι να κάνω. Δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Τρόμαξε και η κοπέλα που ήταν μαζί μου. Έτσι ήμουν εκείνο το βράδυ, δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα. Πήγα σε ένα ξενοδοχείο. Δεν ήξερα πως ήταν τόσο άσχημη η κατάσταση της Έμμας. Πίστευα θα είχε χτυπήσει κανένα πόδι, κανένα χέρι…».
Όταν ρωτήθηκε αν έχει να πει κάτι στην οικογένεια της αδικοχαμένης κοπέλας και με δεδομένο πως αναμένεται να βρεθεί απέναντί τους στην εκδίκαση της υπόθεσης, ο 27χρονος είπε: «Ζητώ ένα μεγάλο συγγνώμη. Δεν είμαι δολοφόνος, τροχαίο ήταν. Δεν ήταν δολοφονία, ήταν ένα τροχαίο, ήταν λάθος που έφυγα από εκεί. Αυτό που περνάει η μάνα δεν περιγράφεται. Έχει δίκιο σε ότι λέει. Έχει πόνο, μόνο αυτή ξέρει τι περνάει. Είναι πολύ δύσκολο να τους αντιμετωπίσω στο δικαστήριο…».