Ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, θα αναβιώσει την 29η Ιουνίου 2018 αγωγή που υπέβαλαν δύο κάτοικοι Ρόδου, κατά του Γενικού Νοσοκομείου Ρόδου και ενός γιατρού, διεκδικώντας αποζημιώσεις για βλάβη που υπέστη το βρέφος τους τον Δεκέμβριο του 1997. 21 χρόνια μετά την γέννηση του παιδιού με σοβαρά προβλήματα υγείας στο Γενικό Νοσοκομείο Ρόδου, οι γονείς του, περιμένουν την έκδοση νέας απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, μετά τη διενέργεια συμπληρωματικής ιατρικής πραγματογνωμοσύνης, που θα διερευνήσει εκ νέου τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε ο τοκετός.
Το χρονικό της υπόθεσης που κατέληξε στα δικαστήρια
Το ιστορικό της υπόθεσης έχει ως εξής: Η μητέρα του παιδιού εισήχθη, ως επίτοκος, στη μαιευτική και γυναικολογική κλινική του νοσοκομείου την 1.12.1997 και ώρα 18.00, όπου, μετά από κύηση 40 εβδομάδων, γέννησε με φυσιολογικό τοκετό ένα αγόρι, βάρους 3.400 γραμμαρίων. Σύμφωνα με το φύλλο νοσηλείας ο τοκετός πραγματοποιήθηκε “δια εμβρυουλκίας στις 2.12.1997 και ώρα 6.40π.μ. λόγω παρατάσεως της εξωθήσεως και αλλοιώσεως των παλμών.”
Την ίδια ημέρα το νεογνό διακομίσθηκε δι’ αερομεταφοράς από το Ε.Κ.Α.Β. στην Αθήνα με θερμοκοιτίδα και οξυγόνο και εισήχθη στο Νοσοκομείο Παίδων όπου νοσηλεύθηκε στη μονάδα εντατικής νοσηλείας νεογνών μέχρι τις 19.1.1998, με τελική διάγνωση “περιγεννητική ανοξία – υποξική – ισχαιμική εγκεφαλοπάθεια – σηψαιμία”. Έκτοτε η κατάσταση του παιδιού παρέμεινε βαριά. Από ιατρική βεβαίωση, προκύπτει ότι παρουσίαζε εγκεφαλική παράλυση – σπαστικότητα – αφασία – αφαλία – επιληπτικές κρίσεις – βαρεία διανοητική καθυστέρηση και ήταν ανάπηρο σε ποσοστό 100%.
Οι γονείς ζητούν αποζημίωση για τη γέννα που άλλαξε τη ζωή τους
Κατόπιν αυτών οι γονείς του παιδιού, με την από 25.11.2002 αγωγή που κατέθεσαν ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου, ζήτησαν, ατομικώς και ως ασκούντες τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου τους, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του νοσοκομείου να αποζημιώσει τους ίδιους και το παιδί. Με την αγωγή τους υποστήριξαν ότι οι ιατροί παρέλειψαν να υποβάλουν την μητέρα σε πυελομέτρηση.
Επίσης, ισχυρίσθηκαν ότι, όταν εμφανίσθηκε επιπλοκή και έντονη αλλοίωση των καρδιακών – εμβρυϊκών παλμών και διεγνώσθη έντονη εμβρυϊκή δυσφορία, τα όργανα του νοσοκομείου από αμέλειά τους, επέτρεψαν και παρατάθηκε το δεύτερο στάδιο και στάδιο εξωθήσεως κατά μία ώρα και δέκα λεπτά. Δεν κλήθηκε και πάλι αναισθησιολόγος και δεν χορηγήθηκε οξυγόνο και συμπαθητικομιμητικά φάρμακα στην μητέρα για να προκαλέσουν αγγειοδιαστολή και χαλάρωση του κυομητρίου και περαιτέρω οξέωση του εμβρύου. Δεν ενημερώθηκε ο διευθυντής της Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής για να συναποφασισθεί η περαιτέρω πορεία του τοκετού και ενώ υπήρχαν όλες οι ενδείξεις εξόδου του εμβρύου δια καισαρικής τομής, εν τούτοις επέλεξαν και ενέμειναν στην απόφασή τους να ολοκληρώσουν τον τοκετό με αναρροφητική εμβρυουλκία.
Τέλος επέρριψαν ευθύνη και στην ιατρό που αποπεράτωσε τον τοκετό. Σημειώνεται ότι μαία, καταθέτοντας στο ακροατήριο υποστήριξε ότι έγγραφα, που επικαλέστηκε το νοσοκομείο, συμπληρώθηκαν από αναρμόδια πρόσωπα και με ψευδή στοιχεία, ότι έγινε εσφαλμένη μαιευτική πράξη (αντί της ορθής που ήταν η καισαρική επέμβαση) και ότι το παιδί κακοποιήθηκε στο στάδιο της εξωθήσεως.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου, με την 280/2004 εν μέρει οριστική απόφασή του, απέρριψε τον ισχυρισμό των γονέων περί πλαστότητας των εγγράφων, ως αβάσιμο. Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, λόγω του ό,τι οι προσκομισθείσες από τους διαδίκους γνωματεύσεις κατέληγαν σε εκ διαμέτρου αντίθετα συμπεράσματα σχετικά με τα αίτια της καταστάσεως της υγείας του τέκνου των αναιρεσειόντων, έκρινε αναγκαίο να αναβάλει την έκδοση οριστικής αποφάσεως, προκειμένου να συμπληρωθούν οι αποδείξεις με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, διορίσθηκε δε ως πραγματογνώμονας μαιευτήρας-γυναικολόγος.
Πηγή: rodiaki.gr