Νέο επεισόδιο στην υπόθεση της ταβέρνας της Σύρου, που την περασμένη εβδομάδα κάθισε η Μαρία Δεναξά με την παρέα της. Μετά την αρχική καταγγελία της δημοσιογράφου για τον λογαριασμό που ήταν αρκετά «φουσκωμένος», χωρίς να υπάρχουν πουθενά αναρτημένες οι τιμές, ήρθε η απάντηση της ταβερνιάρισσας και πριν από λίγες ώρες η νέα ανάρτηση της δημοσιογράφου. Χωρίς να αναφερθεί καθόλου στα όσα έγραψε για εκείνη η υπεύθυνη της ταβέρνας, γράφει ότι της έκανε εντύπωση το γεγονός πως συντοπίτες της έβαλαν εναντίον της, κατηγορώντας την ότι είχε πρόθεση να δυσφημήσει τον τόπο της, τη Σύρο. Μάλιστα, στο τέλος δημοσιεύει και κάποια από τα σχόλια που της έκαναν εντύπωση.
Η νέα ανάρτηση της Μαρίας Δεναξά
Μικρογραφία της ελληνικής νοοτροπίας: ”Εκείνο που μου έκανε εντύπωση στην ανάρτηση που έκανα για το κατάστημα με τις αστρονομικές τιμές στη Σύρο, είναι ότι πολλοί ξένοι παραθεριστές που βρίσκονται στο νησί κι έτυχε να τη διαβάσουν, μου έστειλαν ευχαριστήρια μηνύματα για την προειδοποίηση. Αντιθέτως ορισμένοι ντόπιοι το είδαν διαφορετικά κι αντί να σταθούν σε μια από τις πιο ανίατες πληγές του ελληνικού τουρισμού, έβαλλαν εναντίον μου, κατηγορώντας ότι πρόθεση ήταν να δυσφημήσω τον τόπο μου τον οποίο υπεραγαπώ, επειδή στη χώρα όπου η δικαιοσύνη πολλές φορές έχει αποδειχθεί τυφλή και παράλογη, δεν «έδωσα» το όνομα του καταστήματος, που όμως μέσα από την περιγραφή «φωτογραφίζω».
Μάλιστα κατ΄εκείνους έπρεπε να αποσιωπηθεί το περιστατικό και να καταγγελθεί μόνο στις αρμόδιες υπηρεσίες -όπως και προηγουμένως έγινε- αλλά οι αρχές επέδειξαν πλήρη αδιαφορία. Αυτό στάθηκε και η αφορμή για την ανάρτηση την οποία έκανα κατόπιν παρότρυνσης του συζύγου μου, ο οποίος είναι ξένος. Επιθυμία μας μπροστά στη γενικότερη αδιαφορία και απραξία της ελληνικής πραγματικότητας, ήταν όχι να βρούμε το μπελά μας, αλλά να καταγγείλουμε την καταχρηστική συμπεριφορά κάποιων που βλάπτουν εξαιρετικούς εστιάτορες της Σύρου, στους οποίους έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη και ήταν ο κύριος λόγος που στο εν λόγω κατάστημα δεν επιμείναμε για να μας φέρουν τιμοκατάλογο.
Άλλωστε πόσες φορές σε ταβερνάκια οι βιαστικοί σερβιτόροι δεν λένε: να σας φέρω κατάλογο ή να σας πω τι έχω;
Πουθενά μέσα στο κείμενο δεν κατηγορώ ή δυσφημώ τη Σύρο, αλλά έναν καταστηματάρχη που με τις πρακτικές του εξαπατά καθημερινά ανυποψίαστους τουρίστες, οι οποίοι αν νιώσουν δυσαρεστημένοι από τον τόπο που επισκέπτονται, να είστε σίγουροι ότι δεν θα ξαναγυρίσουν και θα τον δυσφημίσουν όπου βρεθούν κι όπου σταθούν, εντός κι εκτός Ελλάδας.
Τελικά σε μια κοινωνία, σε έναν τόπο, σε μια χώρα που θέλει να εξαφανίσει τέτοιες απαράδεκτες νοοτροπίες και να πάει μπροστά, ποιος κάνει περισσότερο κακό; Εκείνος ο οποίος θέλει να τις αποσιωπήσει…να τις κρύψει κάτω από το χαλάκι ή εκείνος που τις καταγγέλλει; .
ΥΓ. Μας εξέπληξε επίσης το γεγονός ότι οι παραθεριστές εντόπισαν με ιδιαίτερη ευκολία μέσα από την περιγραφή το κατάστημα, ενώ ορισμένοι συμπατριώτες μου που με κατηγορούν για δυσφήμιση, φαίνεται να το ψάχνουν ακόμα…
Στην τελευταία φωτογραφία με έχουν επικηρύξει κιόλας.
Η απάντηση της ιδιοκτήτριας
Στην ανάρτησή της, επιλέγει τη λέξη «κατηγορούμενη» για να συστηθεί στο διαδικτυακό κοινό και ευχαριστεί τη Μαρία Δεναξά για τη διαφήμιση. Αναρωτιέται γιατί η δημοσιογράφος δεν κάλεσε τις αρμόδιες αρχές και τονίζει πως όποιος θέλει να φάει μισό μέτρο χταπόδι θα το πληρώσει, όπως κάνει και η ίδια…
Η αρχική ανάρτηση της δημοσιογράφου που έγινε viral
«Είπαμε να βγούμε για μεζέ και την «πατήσαμε»… σαν τουρίστες! 1 κομμάτι χταπόδι (1 μικρό πλοκάμι), 18 ευρώ! Τα δύο 36! 5 ροδέλες καλαμάρι τηγανητό 11 ευρώ, συν ένα μπουκάλι νερό και κουβέρ 54,50 ευρώ! Και φυσικά ούτε το δείγμα χταποδιού αλλά ούτε και το καλαμάρι ήταν φρέσκα. Κι όχι δεν τα ζύγισαν μπροστά μας γιατί δεν είναι ΤΟ εστιατόριο. Ένα μικρό μαγαζί είναι στριμωγμένο μεταξύ ενός γωνιακού καταστήματος και ενός ιχθυοπωλείου, σε δρόμο περαστικό που οδηγεί στα μανάβικα της Ερμούπολης, σε χρώματα και διακόσμηση τυποποιημένου φολκλόρ.
Στο άκουσμα των γαλλικών η σερβιτόρα μας πέρασε για ξένους, παρόλο που διευκρινίσαμε ότι μιλάμε άπταιστα ελληνικά. Εκείνη έκανε πως δεν άκουσε. Όπως δεν άκουσε ότι ζητήσαμε τιμοκατάλογο τουλάχιστον τρείς φορές. Άρχισε να αραδιάζει τι έχει το κατάστημα και χαλαροί από τις διακοπές, αλλά κυρίως ανυποψίαστοι, παραγγείλαμε τα παραπάνω…
Η γεύση τυποποιημένη, όχι όμως οι τιμές όπως διαπιστώσαμε λίγη ώρα αργότερα. Παρόλο που δεν ήταν ευκολοχώνευτες, ζητήσαμε ως … καλοί «τουρίστες», να πληρώσουμε με τραπεζική κάρτα αλλά όπως μας είπαν το κατάστημα δεν διαθέτει POS και παίρνει μόνο μετρητά, ενώ στην απόδειξη δεν υπάρχει καμία αναφορά απο τα πιάτα που παραγγείλαμε. Οποιος ψάξει να βρεί στο κατάστημα (στο οποίο τρώνε πολλοί τουρίστες), που υπάρχουν αναρτημένες οι τιμές, απλά θα χάσει τον χρόνο του, τουλάχιστον μέχρι σήμερα…
Ως τουρίστρια λοιπόν που λείπει 23 απο την Ελλάδα, ενήργησα αλά γαλλικα. Τηλεφώνησα στο τετραψήφιο νούμερο του ΣΔΟΕ και μου είπαν οτι δεν ειναι αρμοδιότητα τους. Η κοστολόγηση και να απευθυνθώ στο κέντρο προστασίας καταναλωτή ή στον συνήγορο του καταναλωτή. Ισως, μου είπαν θα μπορουσε να γινει κατι για το POS… Πήρα στο κέντρο προστασίας καταναλωτή και για να φιλοτιμηθούν να απαντήσουν ιςως να περίμενα μεχρι και το τέλος των διακοπών! Όποτε οπως επαναλάμβανε ο τηλεφωνητής τους, πήγα κι εκανα καταγγελία μέσω της ιστοσελίδας τους. Τωρα αν θα την διαβάσει κάποιος θα σας γελάσω γιατι εδω είναι Ελλάντα! Εγώ σηκώνω τα χέρια ψηλά. Ωστόσο ειναι κρίμα να αποφέρουν πλήγμα στο νησί και σε ευσυνείδητους επαγγελματίες, τέτοιοι απατεώνες οι οποίοι παραμένουν στο απυρόβλητο. Σύρος, Αύγουστος 2017»