To κύκλωμα εξαρθρώθηκε με τη σύλληψη έντεκα ατόμων, που χαρακτηρίζονται από την ΕΛΑΣ ως μέλη της εγκληματικής οργάνωσης με χαρακτηριστικά διεθνικού δικτύου. Η εγκληματική οργάνωση διακίνησης μη νόμιμων μεταναστών, μετέφερε αεροπορικώς, από το αεροδρόμιο του Ηρακλείου, μη νόμιμους μετανάστες, οι οποίοι έφταναν ακτοπλοϊκώς στην Κρήτη από Αθήνα, ενώ για κάθε έναν λάμβανε ως αμοιβή ποσό από 3.500 ως 4.000 ευρώ, ενώ για τα παιδιά η αμοιβή ανερχόταν στο χρηματικό ποσό των 2.000.
Στο πλαίσιο της έρευνας πρόεκυψε ότι η εγκληματική οργάνωση έχει διακινήσει χρηματικά ποσά τουλάχιστον 4.103.424 ευρώ και 68.263 δολαρίων.
Λεπτομέρειες για την εξάρθρωση του οργανωμένου κυκλώματος δόθηκαν σήμερα κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου στην Αστυνομική Διεύθυνση Ηρακλείου, από τον γενικό περιφερειακό αστυνομικό διευθυντή Κρήτης, υποστράτηγο Ανδρέα Δασκαλάκη. Σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν, προηγήθηκε πολύμηνη έρευνα και για την πλήρη αποδόμηση του εγκληματικού δικτύου εξελίχθηκε, από τις πρωινές ώρες της 29ης Οκτωβρίου, οργανωμένη αστυνομική επιχείρηση.
Αποτέλεσμα της επιχείρησης είναι η σύλληψη έντεκα ατόμων, ηλικίας από 27 έως και 50 ετών (εννέα αλλοδαπών ανδρών, από τη Συρία, το Ιράκ και τον Λίβανο, καθώς και δύο Ελλήνων, ενός άνδρα και μίας γυναίκας), οι οποίοι κατηγορούνται για τα -κατά περίπτωση- αδικήματα της σύστασης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, παραβάσεις της νομοθεσίας περί αλλοδαπών, διευκόλυνση παράνομης εισόδου, εξόδου ή μεταφοράς μη νόμιμων μεταναστών, πλαστογραφία και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Όπως διακριβώθηκε από την έρευνα, οι εμπλεκόμενοι είχαν συστήσει εγκληματική οργάνωση διακίνησης μη νόμιμων μεταναστών η οποία δραστηριοποιείτο τουλάχιστον από το 2014, εφαρμόζοντας συγκεκριμένη μεθοδολογία δράσης.
Το εγκληματικό δίκτυο αποτελούνταν από τέσσερις “πυρήνες”, που αναλάμβαναν την υλοποίηση των επιμέρους δράσεων σε Τουρκία, Ηράκλειο, Αττική και Βόρεια Ελλάδα, με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Οι δράσεις του κάθε πυρήνα αφορούσαν – κατά περίπτωση – στην προσέλκυση των ενδιαφερόμενων αλλοδαπών, στη φύλαξη, τη μεταφορά και τον εφοδιασμό τους με πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα, καθώς και στη διεκπεραίωση των οικονομικών ζητημάτων που αφορούσαν στην παράνομη διακίνηση τους.
Τα μέλη του πυρήνα της Τουρκίας, στην περίπτωση που οι αλλοδαποί διακινούνταν χερσαία προς την Ευρώπη, διασυνδέονταν με τον πυρήνα της Θεσσαλονίκης, ενώ στην περίπτωση που οι αλλοδαποί είχαν την οικονομική δυνατότητα να ταξιδέψουν σε χώρα της κεντρικής Ευρώπης αεροπορικώς, διασυνδέονταν με τον πυρήνα της Αθήνας ή της Κρήτης.
Τα μέλη του πυρήνα της Αθήνας απευθύνονταν στον πυρήνα της Κρήτης, προκειμένου να τους γνωστοποιήσουν τον αριθμό των αλλοδαπών που επιθυμούσαν να ταξιδέψουν, αλλά και τις χώρες προορισμού τους.
Ακολούθως, μέλη της οργάνωσης παραλάμβαναν από το λιμάνι του Ηρακλείου τους αλλοδαπούς που κατέφθαναν με πλοία από την Αθήνα και στη συνέχεια μεριμνούσαν για την προσωρινή διαμονή τους σε ξενοδοχεία του Ηρακλείου, έως την αναχώρησή τους από τον αεροδρόμιο. Μάλιστα, οι αλλοδαποί, συχνά,. μεταφέρονταν στο αεροδρόμιο Ηρακλείου από άτομα του κυκλώματος που χρησιμοποιούσαν και μέλη των οικογενειών τους ως προκάλυμμα της δράσης τους.
Το κύκλωμα συνεργάζονταν με Έλληνες υπαλλήλους εταιριών επίγειας εξυπηρέτησης, στους αερολιμένες Αθηνών “Ελευθέριος Βενιζέλος” και Ηρακλείου “Νίκος Καζαντζάκης”. Ο υπάλληλος στον αερολιμένα “Ελευθέριος Βενιζέλος” αποτελούσε τον σύνδεσμο με την υπάλληλο στον αερολιμένα “Νίκος Καζαντζάκης”, η όποια ενημέρωνε το κύκλωμα για τις πτήσεις που εξυπηρετούσε η ίδια, ως υπεύθυνη ελέγχου ταυτοπροσωπίας στη θύρα αναχωρούντων επιβατών, όπου το κύκλωμα κατεύθυνε τους ενδιαφερομένους αλλοδαπούς.
Από την αστυνομική έρευνα προέκυψε ότι για κάθε ενήλικο αλλοδαπό το κύκλωμα λάμβανε -κατά περίπτωση- από 3.500 έως 4.000 ευρώ, ενώ για τα παιδιά το ποσό ανέρχονταν στα 2.000 ευρώ. Επιπλέον, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του κυκλώματος, σε περίπτωση που ο αλλοδαπός δεν αναχωρούσε, με δική του υπαιτιότητα, τα έξοδα του ταξιδιού επιβάρυναν τον ίδιο.
Το παράνομο οικονομικό όφελος που αποκόμιζε η οργάνωση από την παράνομη δραστηριότητά της, διακινούνταν μέσω εξωτραπεζικού δικτύου (μέθοδος Hawala) και τα ποσά που διακινούνταν μετατρέπονταν σε νομίσματα τρίτων χωρών, ενώ η προμήθεια από κάθε μεταφορά χρημάτων, που ανέρχονταν μέχρι το 10% επί του ποσού, εξασφάλιζε στην οργάνωση περαιτέρω παράνομο οικονομικό όφελος.
Προκειμένου να μην αποκαλυφθούν, τα μέλη της οργάνωσης χρησιμοποιούσαν περισσότερες τηλεφωνικές συνδέσεις, ενεργοποιημένες σε διαφορετικά στοιχεία ταυτότητος, ενώ στις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν παραπειστικά παρωνύμια στην αραβική γλώσσα.
Κατά της διάρκεια της επιχείρησης της Αστυνομίας, έγιναν έρευνες στα σπίτια των συλληφθέντων και σε χώρους που χρησιμοποιούσαν, όπου βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
Χρήματα διαφόρων χωρών και συγκεκριμένα 12.360 ευρώ, 1.250 λίρες Συρίας, 195 λίρες Τουρκίας, 1.000 ριάλ Ιράν, 5 ντιρχάμ Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, 16 δολαρίων ΗΠΑ, 41 συσκευές κινητής τηλεφωνίας, 28 κάρτες SIM διαφόρων εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, 48 τραπεζικά βιβλιάρια – κάρτες διαφόρων Τραπεζών, διάφορα έγγραφα αεροπορικών εταιρειών (εισιτήρια, κάρτες επιβίβασης),
25 διαβατήρια αλλοδαπών υπηκόων,154 φωτογραφίες τύπου διαβατηρίου,19 φωτοαντίγραφα διαβατηρίων αλλοδαπών υπηκόων,3 κάρτες εταιρείας μεταφοράς χρημάτων,16 αποδείξεις μεταφοράς χρημάτων,55 έγγραφα αλλοδαπών υπηκόων,32 βιβλία και χειρόγραφες σημειώσεις στην αραβική γλώσσα που αφορούν χρηματικά ποσά,7 σκληρούς δίσκους και συσκευές αποθήκευσης ψηφιακών δεδομένων και 7 φορητές ηλεκτρονικές συσκευές (tablet, laptop).
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν στην Εισαγγελία Ηρακλείου, ενώ η έρευνα συνεχίζεται για να διαλευκανθεί όλο το εύρος της παράνομης δραστηριότητας του κυκλώματος και οι ενδεχόμενες διασυνδέσεις του με άλλα ομοειδή δίκτυα.
Οι πρώτοι από τους 11 συλληφθέντες που οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα Ηρακλείου, διώκονται σε βαθμό κακουργήματος και αναμένεται να απολογηθούν την Τετάρτη.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ