Μια επιστολή από τον Λοράν Ντασώ, απόγονο της γνωστής οικογένειας Αλλατίνη, έλαβε, πριν από λίγες μέρες, ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, Απόστολος Τζιτζικώστας, ο οποίος, πριν από οκτώ χρόνια, είχε ξεναγήσει τον ίδιο, τη μητέρα του, Νικόλ Ντασώ και τα αδέλφια του, Τιερί και Μαρί Ελέν Ντασώ, στη βίλα Αλλατίνη. “Σας καλωσορίζουμε στο σπίτι σας” είχε πει τότε ο κ. Τζιτζικώστας, καθώς η οικογένεια Αλλατίνη είχε χτίσει το 1888 τη βίλα, που είναι σήμερα η έδρα της Περιφέρειας.
“Με την παρούσα επιστολή, προσφέρω το μπρούντζινο γλυπτό του προγόνου μου, Μωυσή Αλλατίνη, ύψους εβδομήντα εκατοστών, το οποίο θα μπορούσε να τοποθετηθεί στους κήπους της βίλας Αλλατίνη, στην έδρα της διοίκησης της Περιφέρειας, στην πόλη της Θεσσαλονίκης” αναφέρει ο Λοράν Ντασώ στην επιστολή του και διαβεβαιώνει τον αποδέκτη της για την βαθύτατη εκτίμηση που έχει στο πρόσωπό του.
Οι απαραίτητες διαδικασίες κινήθηκαν άμεσα και μετά από εισήγηση της αντιπεριφερειάρχη Θεσσαλονίκης, Βούλας Πατουλίδου, η οικονομική επιτροπή της Περιφέρειας αποδέχτηκε τη δωρεά. Έτσι η προτομή του Μωυσή Αλλατίνη, αρχικού ιδιοκτήτη του διατηρητέου κτιρίου της βίλας Αλλατίνη, η οποία αποτελεί πολιτιστική κληρονομιά της Θεσσαλονίκης, θα τοποθετηθεί στους κήπους της, τους οποίους θα κοσμεί.
Μωυσής Αλλατίνη, μια κορυφαία προσωπικότητα του 19ου αιώνα
Ο ίδιος γεννήθηκε το 1800 στη Θεσσαλονίκη και ήταν το πρώτο παιδί του Λάζαρο Αλλατίνη και της Άννα Μορπούργκο. Ο πατέρας του, Λάζαρο Αλλατίνη, το παλαιότερο γνωστό μέλος της οικογένειας, είχε φτάσει στην πόλη από το Λιβόρνο της Ιταλίας στα τέλη του 18ου αιώνα και ανέπτυξε σημαντική επιχειρηματική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στον δεύτερο τόμο της “Ιστορίας της επιχειρηματικότητας στη Θεσσαλονίκη” των Χαράλαμπου Παπαστάθη και Ευάγγελου Χεκίμογλου, “ο πρωτότοκος γιος του Λαζάρου, Μωυσής Αλλατίνη, υπήρξε κορυφαία προσωπικότητα της Θεσσαλονίκης του 19ου αιώνα. Σπούδασε ιατρική στη Φλωρεντία και την Πίζα και άσκησε το ιατρικό επάγγελμα στην Ιταλία. Λέγεται ότι επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη μετά τον θάνατο του πατέρα του” το 1834, για να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση, την οποία επέκτεινε πολλαπλώς.
Οι συνθήκες για την άνθηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας της οικογένειας είχαν ήδη διαμορφωθεί από τον γάμο των γονιών του Μωυσή καθώς, όπως επισημαίνει το βιβλίο, “με τον γάμο αυτό ξεκίνησε μια επιχειρηματική δυναστεία, η οποία δυναμώθηκε στη συνέχεια με επιγαμίες” μεταξύ των οικογενειών Αλλατίνη και Μορπούγκο αλλά και με άλλες σημαντικές εβραϊκές οικογένειες της Θεσσαλονίκης, όπως ήταν οι Φερναντέζ και Μισραχή.
Η επιχειρηματική δράση των αδελφών Αλλατίνη
Η έκδοση του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης με τίτλο “Οι αθάνατοι Αλλατίνη, πρόγονοι και συγγενείς της Νοεμί Αλλατίνη- Μπλοχ” (The Immortal Allatini, Ancestors and relatives of Noemie Allatini-Bloch) από τους Ευάγγελο Χεκίμογλου, Π. Χαγκουέλ και Αλ. Γρηγορίου, αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι ο Μωυσής Αλλατίνη, μαζί με τους αδελφούς του, Ντάριο και Σολομόν, συμμετείχαν στη δημιουργία των αλευρόμυλων Αλλατίνη στη Θεσσαλονίκη το 1857.
Το 1878 δημιούργησαν ένα εργοστάσιο μεταξιού στην Πυλαία, οι χώροι του οποίου διατέθηκαν για τη φιλοξενία των αρρώστων από τύφο, όταν η ασθένεια “χτύπησε” την πόλη, προκειμένου να μην εξαπλωθεί στον τοπικό πληθυσμό.
Το 1882 οι αδελφοί Αλλατίνη επέκτειναν τις δραστηριότητές τους στην παραγωγή πλακιδίων και τούβλων, δημιουργώντας ένα εργοστάσιο του είδους. Την ίδια χρονιά κατασκεύασαν ένα εμπορικό κτίριο στο κέντρο της πόλης, το οποίο ήταν γνωστό ως “Αλλατίνη Χαν”. Το 1883 δημιουργήθηκε ένα οινοπνευματοποιείο το οποίο αργότερα μετατράπηκε σε ζυθοποιείο ενώ το 1888 η οικογενειακή επιχείρηση έγινε μέτοχος της Τράπεζας της Θεσσαλονίκης που ιδρύθηκε ως οθωμανική εταιρία.
Η Βίλα Αλλατίνη
Μετά τις απαραίτητες συνεννοήσεις, η μορφή του Μωυσή Αλλατίνη “επιστρέφει” το επόμενο χρονικό διάστημα, με την προτομή του, στη βίλα Αλλατίνη, που αρχικά ήταν η εξοχική έπαυλη της οικογένειας. “Το αρχοντικό αυτό, με εμβαδόν 4.060 τετραγωνικούς πήχεις και 31 δωμάτια, κόστισε, μαζί με τη διακόσμηση 14.000 τουρκικές λίρες” αναφέρεται στον δεύτερο τόμο της “Ιστορίας της επιχειρηματικότητας στη Θεσσαλονίκη”.
Σημειώνεται, δε, ότι το αρχοντικό αυτό έγινε “παγκοσμίως γνωστό, διότι εκεί διέμεινε ο έκπτωτος σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίντ και διευκρινίζεται ότι “αυτό συνέβη βέβαια, όταν οι Αλλατίνη έπαψαν να χρησιμοποιούν το κτίριο το 1908”. Αποκαλύπτεται, επίσης, η πληροφορία ότι ““σύμφωνα με μια τοπική παράδοση, στον τόπο του αρχικού οικοπέδου υπήρχε εκκλησία ή μοναστήρι” ωστόσο “οι Αλλατίνη αψήφησαν τα ερείπια και έκτισαν εκεί το αρχοντικό τους, με αποτέλεσμα να επέλθει κακοτυχία στην οικογένεια”.
Όσο για την τύχη της οικογένειας, το βιβλίο αναφέρει ότι κατά πάσα πιθανότητα, τα μέλη της που είχαν απομείνει στη Θεσσαλονίκη έφυγαν στο εξωτερικό το 1911, μετά τις δυσκολίες που επέφερε ο ιταλοτουρκικός πόλεμος ενώ τη δεκαετία του 1920 οι επιχειρήσεις της πουλήθηκαν.
Οι περιγραφές για τη Βίλα Αλλατίνη που φιλοξένησε την εβραϊκή οικογένεια, τον σουλτάνο και το χαρέμι του, το στρατιωτικό νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης και αργότερα το νεοϊδρυθέν τότε Πανεπιστήμιο της πόλης, τη νομαρχία και την Περιφέρεια παραμένουν ζωντανές μέχρι σήμερα, από τις καταγραφές που είναι διαθέσιμες. “Κάθε φορά που ανεβαίνω τις σκάλες έχω την εντύπωση ότι ακούω φωνές. Επηρεασμένη και από ένα σχετικό βιβλίο, έχω την αίσθηση ότι θα συναντήσω ξαφνικά το χαρέμι” ήταν τα χαρακτηριστικά λόγια της αντιπεριφερειάρχη Οικονομικών και Προγραμματισμού Αθηνά Αηδονά, στην τελευταία συνεδρίαση της οικονομικής επιτροπής όπου προεδρεύει…