καθώς είναι σχεδόν αδύνατο -ακόμη και για έναν επαγγελματία- να τα ξεχωρίσει μόνο από τη συσκευασία. Μάλιστα, ανάμεσα σε αυτά που καταλήγουν να πωλούνται και στα φαρμακεία, χωρίς καν να αντιληφθεί ο φαρμακοποιός ότι είναι πλαστά, είναι και τα λεγόμενα «life saving drugs», δηλαδή φάρμακα για καρκίνο, καρδιοπάθειες, γαστρεντερικό κλπ.
Τα παραπάνω επισήμανε ο διευθυντής του Κυπριακού Οργανισμού Επαλήθευσης Φαρμάκων (ΚΟΕΦ), Αρτούρος Ισσέγιεκ, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του με θέμα «Ψευδεπίγραφα φάρμακα: Η Ευρώπη θωρακίζεται» στο 17ο συνέδριο-έκθεση PHARMA point, που διοργάνωσε ο Φαρμακευτικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης. Στα πλαστά φάρμακα που πωλούνται μέσω διαδικτύου δεν περιλαμβάνονται μόνο τα γνωστά «life style» σκευάσματα, όπως π.χ. τα φάρμακα για τη στυτική δυσλειτουργία, την αλωπεκία, την παχυσαρκία κ.λπ., αλλά και κάποια που προορίζονται για σοβαρότατες ασθένειες, όπως η ελονοσία και η φυματίωση, γεγονός που εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους για τη δημόσια υγεία.
«Τα πλαστά φάρμακα που μπορεί να αγοράσει κάποιος μέσω διαδικτύου δεν έχουν δραστικά συστατικά σε ποσοστό 60%, ενώ έχουν λανθασμένες ποσότητες δραστικών συστατικών σε ποσοστό 17%, λανθασμένα συστατικά σε ποσοστό 16% και, εάν είμαστε τυχεροί, σωστά συστατικά σε ποσοστό μόλις 7%» τόνισε ο κ. Ισσέγιεκ και πρόσθεσε ότι «το 50% των φαρμάκων που αγοράζονται από ιστοσελίδες που αποκρύπτουν την πραγματική τους διεύθυνση είναι πλαστά. Το πιο σημαντικό είναι να κατανοήσει το κοινό τον κίνδυνο στον οποίο εκτίθεται αγοράζοντας φάρμακα από μη εγκεκριμένες πηγές».
Δισεκατομμύρια τα κέρδη από τις πωλήσεις πλαστών φαρμάκων
Το συνολικό κόστος από την παράνομη πώληση πλαστών φαρμάκων αναλογεί κατά μέσο όρο σε 4,4% των συνολικών πωλήσεων στις 28 χώρες της ΕΕ, το οποίο -όπως ανέφερε ο ομιλητής- αντιστοιχεί σε 10,2 δισ. ευρώ ετησίως. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία από τελωνεία και επιχειρήσεις εντοπισμού παράνομων φαρμάκων, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 12% για την Ελλάδα και σε 10% για την Κύπρο. Στις χώρες, όμως, όπου λαμβάνονται μέτρα πάταξης του φαινομένου, όπως η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, τα αντίστοιχα ποσοστά είναι μόλις 1,3% και 1%.