Ο Βόλος έχει ένα κατάστημα που άνοιξε στα τέλη του 19ου αιώνα. Η ταβέρνα βρίσκεται ακόμα στο ίδιο σημείο, πάνω στη θάλασσα και υποδέχεται ντόπιους και τουρίστες…
Συμπληρώνει φέτος 140 χρόνια ζωής, συνυφασμένα με όλες τις πτυχές της πόλης, προσφέροντας εικόνες συναρπαστικές αλλά και ρομαντικές δίπλα στη θάλασσα, με φόντο τον Παγασητικό. Πρόκειται για την «Αύρα», την παλαιότερη και ιστορικότερη ταβέρνα του Βόλου, που ξεκίνησε στην πλαζ του Αναύρου το 1883 και συνεχίζει να υποδέχεται ως και σήμερα τους πελάτες της.
Φθάνοντας με τα πόδια, αφού τα αυτοκίνητα και τα δίτροχα απαγορεύονται, ο επισκέπτης αντικρίζει την παλαιού τύπου πινακίδα «Εξοχικόν Κέντρον η Αύρα». Στον Βόλο, όλοι, μικροί και μεγάλοι, για πολλές γενιές, γνωρίζουν το όνομά της. Βρίσκεται στην αμμουδιά του Αναύρου, το κύμα «σκάει» στα πόδια του επισκέπτη, ο οποίος πίνοντας το παραδοσιακό τσίπουρο αγναντεύει τα λευκά πανιά των ιστιοπλοϊκών, τα βαπόρια να μπαινοβγαίνουν στο λιμάνι και τα υπερσύχρονα τεράστια φωταγωγημένα κρουαζιερόπλοια να προκαλούν δέος και θαυμασμό.
Η «Αύρα» είναι συνώνυμη με την οικογένεια Νικοβιώτη, που τη διατηρεί για τέσσερις γενιές. Ο Νίκος Νικοβιώτης, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, περιγράφει την ιστορία του ξεκινήματος: «Ο προπάππος μου Νίκος Νικοβιώτης ήταν εκείνος που έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά για να ανοίξει το κέντρο διασκέδασης. Ήταν το 1883. Ακολούθησαν ο Χρήστος, ο Δημήτρης, η Σωτηρία και σήμερα πάλι ο Νίκος, δηλαδή εγώ.
Μεγαλώσαμε όλοι δίπλα στο Jukebox ακούγοντας τα τραγούδια της εποχής και στην πίστα χορού που υπάρχει ως και σήμερα και που φιλοξένησε μεγάλα ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου. Πέρασαν από εδώ ο Πάνος Γαβαλάς, η Ρία Κούρτη, ο Στέλιος Καζαντζίδης, η Ανθούλα Αλιφραγκή και πολλοί ακόμα. Εδώ, κατά καιρούς με τα συγκροτήματά τους, έδωσαν το “παρών” οι δικοί μας Βαγγέλης Παπαθανασίου και Λαυρέντης Μαχαιρίτσας και τα νιάτα της εποχής τούς αποθέωναν πριν ξεκινήσουν τις μεγάλες καριέρες τους. Πολλές φορές ο Τάσος Μητρογώγος, επική φωνή της ΕΡΤ, έπαιρνε το μικρόφωνο και ξεσήκωνε τον κόσμο».
Σε αυτή την όμορφη, ρομαντική γωνιά του Βόλου, πάνω στο κύμα της θάλασσας αναπτύχθηκαν ειδύλλια και καταγράφηκαν σπουδαίοι έρωτες ανάμεσα σε νεολαίους της εποχής. Η Σωτηρία Νικοβιώτη, της τρίτης γενιάς και μητέρα του Νίκου, θυμάται ότι «γινόταν χαμός τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 από τα γυμνασιόπαιδα.
Ο τόπος γέμιζε και από τις ημερήσιες σχολικές εκδρομές. Πολλοί άλλοι έκαναν σκασιαρχείο από τα σχολεία και έδιναν ραντεβού εδώ. Οι καρδιές σκιρτούσαν τότε και τα ρομαντικά ραντεβού έδιναν και έπαιρναν. Και ξαφνικά έκαναν έφοδο ο γυμνασιάρχης με καθηγητές και τότε γινόταν το έλα να δεις. Το έβαζαν στα πόδια και κρύβονταν τα παιδιά μέσα στο μαγαζί και ο πατέρας μου τους φυγάδευε όλους από την πίσω πόρτα και μέσα από τις καλαμιές ή έμπαινε μπροστά και απαγόρευε την έρευνα μέσα στο μαγαζί του. Απίστευτες εικόνες, πλημμυρισμένες από νιάτα και ανέμελες φωνές».
Δίπλα από την «Αύρα» περνά ο χείμαρρος Άναυρος όπου, σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Ιάσονας έχασε το σανδάλι του. Ακριβώς μπροστά στο θρυλικό μαγαζί απλώνεται η ομώνυμη παραλία του Αναύρου, όπου στο παρελθόν, πριν από περίπου 100 χρόνια, βρίσκονταν τα περίφημα λουτρά θαλάσσης. Υπήρχαν δύο σειρές από καμπίνες, αυστηρά διαχωρισμένες σε ανδρών και γυναικών, μία ξύλινη σκάλα που έμπαινε μέσα στη θάλασσα και στην άκρη ήταν στημένο ένα φυλάκιο- παρατηρητήριο που επιτηρούσε τους λουόμενους να μη πλησιάζουν οι μεν τους δε.
Όταν κάποιος πλησίαζε «επικίνδυνα» την άλλη πλευρά, ο ήχος της σφυρίχτρας των επιτηρητών έσκιζε τον αέρα και ακουγόταν ως απέναντι στα Πευκάκια, ενώ πλησίαζαν με βάρκα και έδιωχναν τους παραβάτες. Έξω από την «Αύρα» έκανε στάση και ο θρυλικός Μουτζούρης, το τρένο του Πηλίου που έφερνε και έπαιρνε κόσμο από κάθε γωνιά του Βόλου.
Τη δεκαετία του ’70 μαζί με την «Αύρα» μεσουράνησε και το κλαμπ «Ιππόκαμπος», περιφραγμένο με καλαμιές, με μία μεγάλη πίστα όπου τα νιάτα χόρευαν υπό τους ήχους των Beatles, των Rolling Stones και πολλών άλλων.
Ακόμη και σήμερα η «Αύρα» παραμένει ένα κλασικό μαγαζί, που απευθύνεται σε όλους. Ανοίγει το πρωί με τους καφέδες και τα αγαπημένα ντόπια αναψυκτικά της ΕΨΑ και συνεχίζει ως αργά τη νύχτα. Οι Βολιώτες που πηγαίνουν στον Άναυρο για το μπάνιο τους θα πιουν και το τσιπουράκι τους ή θα το συνδυάσουν με γεύμα με ολόφρεσκα ψάρια. Άλλοι προτιμούν τις καλοκαιρινές βραδιές δίπλα στο κύμα με την απόλαυση ενός δείπνου με καλούδια κάθε είδους, από ψάρι μέχρι κρεατικά και από μπύρες ως τα ουζάκια και τα τσίπουρα με τους ανάλογους φημισμένους μεζέδες.
Είναι τα 140 χρόνια ζωής της «Αύρας» συνυφασμένα, όχι με την πολυτέλεια, αλλά με την απλότητα, τις αναμνήσεις και την ιστορία μίας ταβέρνας που έχει ταυτιστεί με την πόλη του Βόλου.