Μειώθηκε το δημόσιο χρέος της χώρας στα 405,5 δισ. ευρώ, για το πρώτο τρίμηνο του 2024, από 406,5 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς. Συγχρόνως, τα ταμειακά διαθέσιμα του ελληνικού Δημοσίου μειώθηκαν στα 19,4 δισ. ευρώ από 21,2 δισ. ευρώ, αντιστοίχως.
Σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης, το δημόσιο χρέος μειώθηκε στο τέλος του πρώτου τριμήνου φέτος στα 356 δισ. ευρώ, από 356,6 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος του 2023. Σημειώνεται, ότι στα διαθέσιμα αυτά συμπεριλαμβάνεται και το λεγόμενο «σκληρό μαξιλάρι» (cash buffer) των 15,7 δισ. ευρώ. Από το συνολικό χρέος, μόνο το 26% είναι διαπραγματεύσιμο στη δευτερογενή αγορά, ενώ το υπόλοιπο 74% αφορά στα διακρατικά δάνεια των μνημονίων.
Συγκεκριμένα, τα δάνεια του Μηχανισμού Στήριξης ανέρχονται σε 227 δισ. ευρώ, ενώ άλλα 7,2 δισ. ευρώ αφορούν ειδικά και διακρατικά δάνεια. Το ύψος των υφιστάμενων εγγυήσεων που έχει χορηγήσει το ελληνικό Δημόσιο παρέμεινε αμετάβλητο στο τέλος του πρώτου τριμήνου, στα 26,8 δισ. ευρώ.
Όπως προκύπτει από το προφίλ του δημοσίου χρέους, τα 69,7 δισ. ευρώ (ποσοστό 17,2%) αφορούν σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια με διάρκεια έως 1 έτος. Τα 48,8 δισ. ευρώ (12%) αφορούν σε ομόλογα με διάρκεια έως 5 έτη και το 70,8% των ομολόγων ήτοι 287 δισ. ευρώ αφορούν σε μακροπρόθεσμα ομόλογα.
Με τα δεδομένα αυτά, το ελληνικό Δημόσιο πρόκειται να «βγει στις αγορές» την Τετάρτη 22 Μαΐου, στο πλαίσιο των προγραμματισμένων δημοπρασιών, επανεκδίδοντας ομόλογο, το οποίο θα ανακοινωθεί πιθανότατα αύριο (21.5.2024).
Την ερχόμενη εβδομάδα (29.05.2024), ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) θα προχωρήσει στην προγραμματισμένη δημοπρασία εντόκων γραμματίων 26 εβδομάδων (εξάμηνης διάρκειας). Μετά ταύτα, με ενδιαφέρον αναμένεται η επαναξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας από τον διεθνή οίκο Αξιολόγησης Fitch, στο τέλος του μήνα (31.5.2024).
Υπενθυμίζεται ότι ο συγκεκριμένος οίκος αξιολόγησης έχει κατατάξει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας στην κατηγορία ΒΒΒ -, εκτιμώντας ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι «σταθερές».