«Δεν έχουμε καμία σχέση με το έγκλημα, ούτε εγώ, ούτε ο αδελφός μου, παρακαλώ πιστέψτε με» είπε ο φερόμενος εκτελεστής του επιχειρηματία Γιάννη Μακρή στην έναρξη της απολογίας του.
Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε στην απολογία του πως επιθυμούσε να έρθει στην Ελλάδα για να έχει μία καλύτερη ζωή αυτός και η οικογένεια του.
Από το 2001 έως το 2012 διέμενε στον Καναδά όπως ανέφερε όπου εργαζόταν σε οικογενειακή επιχείρηση. Εκεί παραδέχθηκε πως ήταν το 2007, 2008 και 2011.
«Όταν επέστρεψα από τον Καναδά στην Βουλγαρία ήταν δύσκολα τα πράγματα για εμένα. Δεν μιλούσα και τη γλώσσα. Συμφώνησε και η γυναίκα μου και έτσι αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα» ανέφερε.
Όπως είπε για πρώτη φορά στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 2017 και για δεύτερη φορά τον Οκτώβριο του 2018.
«Παρατήρησα ότι ο κόσμος ήταν καλός και το 90% στη Γλυφάδα μιλούσαν αγγλικά. Αυτό μου άρεσε» ανέφερε ο κατηγορούμενος.
«Τον Οκτώβριο του 2018 αποφάσισα να έρθω μαζί με τον αδελφό μου. Όταν φτάσαμε έβρεχε και ήμασταν κουρασμένοι. Πήγαμε στο πιο κοντινό ξενοδοχείο. Μας είπαν ότι είχε διαθέσιμο μόνο ένα δωμάτιο για ένα βράδυ. Την επόμενη ημέρα πήγαμε σε άλλο ξενοδοχείο και καθίσαμε μία εβδομάδα. Είχε μόνο ένα δωμάτιο, με δύο κρεβάτια, είχε πολύ θόρυβο, ήταν ακριβό και με ενοχλούσε επειδή ο αδελφός μου ροχάλιζε. Μετά πήγαινε σε άλλο ξενοδοχείο όπου υπήρχαν δύο δωμάτια και είχαμε καλύτερη τιμή» περιέγραψε ο κατηγορούμενος.
Όσον αφορά τα αμάξια που νοίκιασαν ο κατηγορούμενος τόνισε: «Είχαμε ζητήσει ένα μεγάλο και πολυτελές αυτοκίνητο. Το πρώτο που νοικιάσαμε ήταν μικρό. Πήγαμε μετά από 4-5 ημέρες και νοικιάσαμε ένα άλλο. Έγινε διάρρηξη στο αυτοκίνητο. Μου έκλεψαν ρούχα μου. Κάναμε καταγγελία στο ΑΤ Γλυφάδας» ανέφερε επίσης.
«Στην Ελλάδα είχα έρθει να δω εάν μπορώ να δραστηριοποιηθώ στο χώρο της εστίασης και σε στούντιο τατουάζ. Είχα έρθει να κοιτάξω τι ευκαιρίες υπήρχαν. Είχα αποφασίσει κατά 80% ότι θα ερχόμουν να αρχίσω εδώ επιχείρηση και να φέρω εδώ τη γυναίκα μου και το παιδί μου» ανέφερε επίσης.
«Από τις 29 Οκτωβρίου μέχρι την 1η Νοεμβρίου ο αδελφός μου ήταν άρρωστος. Πήγα και του πήρα φάρμακα στις 30 Οκτωβρίου. Την επόμενη ημέρα, το απόγευμα ήρθε μία φίλη μας. Πήγαμε του πήραμε φάρμακα. Ήπιαμε ποτά. Εγώ στις 19:30 βγήκα να πάω να φάω κάτι. Γύρισα στο ξενοδοχείο. Βγήκα μετά ξανά και το βράδυ πήγα σε στριπτιτζάδικο.
Την επόμενη ημέρα με πήρε η γυναίκα μου και μου είπε πως ο γιος μου ήταν άρρωστος (κλαίει). Έπρεπε να επιστρέψουμε σύντομα στη Βουλγαρία.
Ο κατηγορούμενος περιέγραψε εκτεταμένα στο δικαστήριο το πως συνελήφθη όταν ήρθε ξανά στην Ελλάδα μετά από λίγους μήνες και κατέληξε: «Θα ήθελα να υπάρχει ένα ανοικτό μυαλό και μία ανοικτή καρδιά. Ποιος άνθρωπος με ένα νεογέννητο παιδάκι να κάνει ένα τέτοιο φρικτό έγκλημα; Να ρισκάρει, να ρισκάρω τη δική μου ζωή και του παιδιού μου;» ανέφερε στο δικαστήριο.
Με το χέρι στην καρδιά απευθύνθηκε σε δικαστές και ενόρκους λέγοντας: «Και εγώ και ο αδελφός μου είμαστε αθώοι. Μου λείπει πολύ η οικογένεια μου.
Βικτώρια Καρύδα : Και εμένα ο άνδρας μου
Κατηγορούμενος : Έχω συμπόνια για εσάς και καταλαβαίνω. Τα ΜΜΕ με έχουν κάνει κάτι που δεν είμαι. πιστέψτε με, δεν έχω σχέση, δεν σκότωσα το σύζυγο σας πιστεύω ότι το δικαστήριο θα με κρίνει αθώο και θα γυρίσω πίσω στο παιδί μου.
Αύριο απολογείται ο δεύτερος κατηγορούμενος στην υπόθεση.