Από την ημέρα που δημοσιεύθηκε η συμφωνία Thrivest – ΤΧΣ, και κατάλαβε η επενδυτική κοινότητα την ακριβή της διάσταση, έχουμε καθημερινά εκδήλωση ενδιαφέροντος από μεγάλα fund που ενδιαφέρονται μελλοντικά να επενδύσουν στη νέα τράπεζα, δήλωσε ο Αλέξανδρου Εξάρχου, του επενδυτικού σχήματος της Thrivest που έχει επενδύσει στις Attica Bank και Παγκρήτια και θα συμμετάσχει ως ιδιώτης επενδυτής στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου του ενιαίου σχήματος που δημιουργήθηκε μετά την ολοκλήρωση της νομικής συγχώνευσης.
Κατά τη διάρκεια συζήτησης με τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Κωστή Χατζηδάκη, στο Fourth Thessaloniki Metropolitan Summit που πραγματοποιήθηκε σήμερα (6.9.2024) στη Θεσσαλονίκη, ο κ. Εξάρχου, αναφερόμενος στη νέα τράπεζα είπε ότι βρίσκεται σε καλύτερη οικονομική θέση γιατί είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένη, τα κεφάλαια δεν στηρίζονται καθόλου σε αναβαλλόμενο φόρο, τα κόκκινα δάνεια θα είναι χαμηλότερα του 3% και θα διαθέτει μία σημαντική γεωγραφική διασπορά σε όλη την επικράτεια. «Με την επερχόμενη ΑΜΚ των 750 εκατ., θα είναι σε θέση όχι μόνο να στηρίξει τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, αλλά και να αυξήσει ουσιωδώς τη δυνατότητα των νέων εταιρειών στην Ελλάδα να αναπτυχθούν, όπως θα αναπτύσσονταν εάν βρίσκονταν σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Αυτό που επετεύχθη για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, όχι μόνο μας κάνει υπερήφανους, αλλά και δημιουργεί μία νέα τράπεζα που θα είναι ικανή να χρηματοδοτήσει δραστηριότητες που δεν ήταν χρηματοδοτήσιμες από το τραπεζικό σύστημα, θα έχει σημαντικές πιθανότητες κερδοφορίας και θα δημιουργεί εκείνες τις συνθήκες στον ιδιωτικό τομέα που θα συμβάλλον στην προσέλκυση επενδύσεων», είπε ο κ. Εξάρχου.
Για το σκεπτικό της επένδυσης είπε ότι οι συνθήκες της οικονομίας έχουν μεταβληθεί στην Ελλάδα και είναι ο λόγος για τον οποίο η Thrivest επενδύσει 330 εκατ. στον 5ο πυλώνα. Δεν είναι μικρό νούμερο για ιδιωτική επένδυση στην Ελλάδα συγκρίνοντάς την με άλλες επενδύσεις στο τραπεζικό σύστημα, που ήταν πολύ μικρότερες.
«Εμείς βλέπαμε ότι δεν είναι δυνατόν μία οικονομία σαν την Ελλάδα, που είχε ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, αναπτυσσόταν και επιθυμούσε να δημιουργήσει ένα περιβάλλον ανάπτυξης, να στηριχθεί σε μόνο 4 τράπεζες. Δεν υπάρχει άλλη χώρα στην Ευρώπη με μόνο 4 τράπεζες. Θεωρήσαμε ότι ήταν αδύνατο μία οικονομία να στηριχθεί μόνο σε έναν τόσο μικρό αριθμό τραπεζών», είπε.
Σχετικά με τον «Ηρακλή 3» και τη διαπραγμάτευση, ο κ. Εξάρχου είπε ότι ο «Ηρακλής 3» έδωσε τη δυνατότητα εξυγίανσης στις δύο τράπεζες και ήταν με διαφορά ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος για να γίνει αυτό. Δια του «Ηρακλή 3», η εξυγίανση των 2 τραπεζών απαιτεί κεφάλαια μικρότερα από το 50% από όσα θα χρειάζονταν, προκειμένου αυτές να διατηρηθούν στη ζωή χωρίς τον «Ηρακλή».
«Εμείς επιχειρήσαμε να διαπραγματευθούμε με το υπουργείο για να εξασφαλίσουμε καλύτερους όρους στη βάση ενός δεδομένου: Ότι είχαμε εισέλθει στο μετοχικό κεφάλαιο πριν τον «Ηρακλή» και διακινδυνεύσαμε σημαντικά κεφάλαια. Η διαπραγμάτευση με το Ελληνικό Δημόσιο ήταν εξαιρετικά δύσκολη σε ό,τι μας αφορά, όμως επετεύχθη μία ισορροπία προς όφελος όλων των εμπλεκομένων πλευρών», είπε ο κ. Εξάρχου.