Ο Κρις Ντοντ, ο ειδικός επιτετραμμένος του Τζο Μπάιντεν για την αμερικανική ήπειρο, αναχωρεί για τον Παναμά και στην Ονδούρα, λίγα 24ωρα μετά την ανακοίνωση από την Τεγκουσιγκάλπα πως θα αποκτήσει επίσημες σχέσεις με την Κίνα, κάτι που συνεπάγεται τη de facto διακοπή των διπλωματικών της σχέσεων με την Ταϊβάν.
Κατά την ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, το ταξίδι του Ντοντ σε Ονδούρα και Παναμά ξεκινά σήμερα 17 Μαρτίου και θα διαρκέσει ως την Τρίτη.
Αν η Ονδούρα πράγματι αποκτήσει σχέσεις με την Κίνα, οι χώρες που αναγνωρίζουν επίσημα την Ταϊβάν θα μειωθούν σε μόλις 13 παγκοσμίως.
Τα τελευταία χρόνια, η Ουάσιγκτον είχε στραμμένη την προσοχή της ιδίως στο ζήτημα της μετανάστευσης και ζητήματα ασφαλείας στην κεντρική Αμερική, πέρα από το εμπόριο και τις αναπτυξιακές προσπάθειες. Τελευταία ωστόσο μοιάζει να δίνει μεγαλύτερη προτεραιότητα στις προσπάθειες της Κίνας να αυξήσει την επιρροή της στην περιοχή.
Ο Ντοντ, πρώην κοινοβουλευτικός, θα έχει συνομιλίες με αξιωματούχους και επιχειρηματίες στον Παναμά και στην Ονδούρα, ενώ θα συμμετάσχει επίσης στην ετήσια σύνοδο της Διαμερικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης.
Σκοπός της περιοδείας, πάντα κατά το σύντομο δελτίο Τύπου της αμερικανικής διπλωματίας, είναι να «προωθηθεί η δέσμευση» της Ουάσιγκτον «να στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος του δικαίου στο δυτικό ημισφαίριο».
Η πρόεδρος της Ονδούρας Σιομάρα Κάστρο ανήγγειλε την Τρίτη πως η χώρα της αρχίζει διαδικασίες για να συνάψει διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα. Η απόφαση, που χαιρέτισε το Πεκίνο, σημαίνει τη de facto διακοπή των δεσμών της Ταϊπέι με το λατινοαμερικάνικο κράτος, που διαρκούν πάνω από 80 χρόνια.
Ο υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησής της, ο Ενρίκε Ρέινα, δήλωσε πως οι λόγοι της κίνησης σχετίζονται μάλλον με τις «τεράστιες ανάγκες» της οικονομίας της Ονδούρας, δεν είναι ιδεολογικοπολιτικοί, εξηγώντας πως η χώρα είναι βουτηγμένη «ως τον λαιμό» σε οικονομικά προβλήματα και στα χρέη, συμπεριλαμβανομένου ποσού 600 εκατ. δολαρίων που οφείλει στην Ταϊπέι.
Έκκληση της Ταϊβάν προς την Ονδούρα
Η αντίδραση της Ταϊβάν, που θεωρεί τον εαυτό της αυτόνονομο κράτος, ήταν να καλέσει την Ονδούρα να αρνηθεί το κινεζικό «δηλητήριο», να μην πιστέψει τις «ψεύτικες υποσχέσεις» της Κίνας και να μην την εμπιστευτεί, καθώς και να τονίσει πως δεν θα επιδοθεί σε ανταγωνισμό με το Πεκίνο για να εξαγοράσει διπλωματικές συμμαχίες.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στην Ταϊπέι σήμερα ο πρωθυπουργός της Ταϊβάν Τσεν Τσιεν-τζεν επανέλαβε την προειδοποίηση στην κυβέρνηση της Κάστρο να μην εμπιστευτεί την κινεζική πολιτική ηγεσία. «Η Κίνα προσπαθεί να καταστείλει τη διπλωματία της Ταϊβάν, έτσι θα επενδύσει κεφάλαια σε συγκεκριμένες χώρες», αναγνώρισε, όμως ο λεγόμενος «νέος δρόμος του μεταξιού έχει «αποτύχει» και προκαλεί μεγαλύτερα προβλήματα στις χώρες που αφορά, έκρινε.
«Ελπίζουμε έτσι πως η Ονδούρα θα αναγνωρίσει την πραγματική φύση της Κίνας και ότι θα διατηρήσει τις διπλωματικές σχέσεις (με την Ταϊβάν), πως δεν θα εξαπατηθεί», επέμεινε.
Χθες Πέμπτη, η Κίνα αντέκρουσε τη θέση πως χώρες όπως ο Παναμάς και το Ελ Σαλβαδόρ δεν είχαν κανένα όφελος αφού σύναψαν σχέσεις μαζί της, διαβεβαιώνοντας πως αντιθέτως είχαν «απτά οφέλη».
Η Ουάσιγκτον, παρότι επισήμως αναγνωρίζει την κυβέρνηση στο Πεκίνο ως τον μοναδικό νόμιμο εκπρόσωπο της Κίνας στο πλαίσιο της πολιτικής της «ενιαίας Κίνας», είναι η κυριότερη προστάτιδα δύναμη της Ταϊβάν σε διεθνές επίπεδο και ο μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων των ένοπλων δυνάμεων της νήσου.
Η Κίνα εναντιώνεται σε οποιαδήποτε επίσημη πολιτική ή στρατιωτική επαφή ανάμεσα σε ξένες κυβερνήσεις και τις αρχές της Ταϊβάν, που χαρακτηρίζει αποσκιρτήσασα επαρχία της.