Ο εμβολιασμός κατά του κορονοϊού προστατεύει σημαντικά από τον κίνδυνο σοβαρής νόσησης, νοσηλείας και θανάτου εξαιτίας επιπλοκών της Covid-19. Ωστόσο, η προστασία αυτή φθίνει σημαντικά με την πάροδο του χρόνου.
Οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα δεδομένα της πρόσφατης δημοσίευσης των Nick Andrews και συνεργατών στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση The New England Journal of Medicine σχετικά με τον εμβολιασμό κατά του κορονοϊού είτε με τη δεύτερη δόση του AZD1222 (AstraZeneca) είτε με αυτή του BNT162b2 (Pfizer/BioNTech).
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου ως προς την προστασία από συμπτωματική νόσο COVID-19 λόγω του στελέχους δέλτα κορυφώθηκε στις πρώτες εβδομάδες μετά τη λήψη της δεύτερης δόσης του εμβολίου και ακολούθως εμφάνισε μείωση. Στις 20 εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου η αποτελεσματικότητα ως προς την προστασία από συμπτωματική νόσο COVID-19 έφτασε στο 44.3% για το AZD1222 και στο 66.3% για το BNT162b2.
Η φθίση της αποτελεσματικότητας του εμβολίου ήταν πιο εκτεταμένη για τους ασθενείς ηλικίας 65 ετών και άνω συγκριτικά με όσους είχαν ηλικία 40 με 64 έτη. Στις 20 εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου η αποτελεσματικότητα του εμβολίου ως προς την προστασία από τη νοσηλεία ήταν 80% για το AZD1222 και 91.7% για το BNT162b2. Επιπλέον, η αποτελεσματικότητα ως προς την προστασία από θάνατο ήταν 84.8% για το AZD1222 και 91.9% για το BNT162b2.
Η φθίνουσα πορεία της αποτελεσματικότητας ως προς τη νοσηλεία ήταν εντονότερη στα άτομα 65 ετών και άνω και σε άτομα 40 με 64 ετών με συννοσηρότητες συγκριτικά με υγιή άτομα. Συμπερασματικά, η προστασία που προσφέρει ο εμβολιασμός έναντι της συμπτωματικής COVID-19 φθίνει σημαντικά με την πάροδο του χρόνου.
Ωστόσο, η προστασία του εμβολίου έναντι της νοσηλείας και του θανάτου παραμένει ισχυρή ακόμα και μετά τις 20 εβδομάδες από τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Οι πιο ηλικιωμένοι και όσοι έχουν κι άλλα νοσήματα εμφανίζουν μεγαλύτερη πτώση του επιπέδου προστασίας και επομένως αξίζει να προτεραιοποιηθούν στη χορήγηση αναμνηστικών δόσεων.