Η μετάλλαξη Όμικρον έγινε γνωστή στις 24 Νοεμβρίου όταν εμφανίστηκε στη Μποτσουάνα και εκδηλώθηκε σαν κύμα στη Νότια Αφρική.
Μια έρευνα ανέλυσε τα χαρακτηριστικά και τις νοσηλείες των ασθενών με κορονοϊό στο κύμα που προκάλεσε η μετάλλαξη Όμικρον σε σχέση με το προηγούμενο κύμα της νόσου στη Νότια Αφρική.
Τα δεδομένα συλλέχθηκαν από 49 νοσοκομεία σε όλη την επικράτεια της Νότιας Αφρικής. Ο αριθμός των νοσηλευόμενων ασθενών ανήλθε στους 2351 κατά τη διάρκεια του 4ου κύματος συγκριτικά με 6342 κατά τη διάρκεια του 3ου κύματος. Κατά τη διάρκεια του 4ου κύματος, το 24% ήταν εμβολιασμένοι, το 66% ανεμβολίαστοι, ενώ για τους υπόλοιπους δεν υπήρχαν στοιχεία για την εμβολιαστικής του κατάσταση.
Από το σύνολο των ασθενών που προσήλθαν στα τμήματα επειγόντων περιστατικών με θετική δοκιμασία για COVID-19, το 41% νοσηλεύτηκαν κατά το 4ο κύμα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό κατά το 3ο κύμα άγγιζε το 69%. Επιπλέον, οι νοσηλευόμενοι κατά το 4ο κύμα ήταν νεότεροι, ενώ ήταν περισσότερες γυναίκες συγκριτικά με το 3ο κύμα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι κατά το 4ο κύμα σημαντικά λιγότεροι ασθενείς με COVID-19 εμφάνισαν οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού (32% έναντι 91% κατά το 3ο κύμα). Αντίστοιχα, κατά τη διάρκεια του 4ου κύματος μειώθηκε το ποσοστό των ασθενών που χρειάστηκαν οξυγονοθεραπεία (17.6% έναντι 74% στο 3ο κύμα), το ποσοστό των ασθενών που χρειάστηκαν μηχανικό αερισμό, και το ποσοστό των ασθενών που χρειάστηκαν υποστήριξη σε μονάδα εντατικής θεραπείας (18.5% έναντι 29.9% στο 3ο κύμα).
Ο διάμεσος χρόνος νοσηλείας μειώθηκε κατά το 4ο κύμα στις 3 ημέρες, συγκριτικά με τις 7-8 ημέρες κατά το 3ο κύμα. Τέλος, σημαντική μείωση παρουσίασε το ποσοστό των θανάτων που έφτασε μόλις το 2.7% κατά το 4ο κύμα, συγκριτικά με το 29.1% κατά το 3ο κύμα και το 19.7% κατά το 1ο κύμα της COVID-19. Συμπερασματικά, τα δεδομένα από τη Νότια Αφρική δείχνουν ότι τα χαρακτηριστικά της νόσου που οφείλεται στο στέλεχος Όμικρον διαφέρουν από τα προηγούμενα κύματα της COVID-19. Οι νοσηλείες ήταν λιγότερες και αφορούσαν νεότερους ασθενείς με λιγότερες συννοσηρότητες, μικρότερη συμμετοχή του αναπνευστικού συστήματος στις κλινικές εκδηλώσεις και μειωμένη νοσηρότητα και θνητότητα.
Περαιτέρω έρευνα είναι αναγκαία προκειμένου να εξακριβωθεί εάν οι διαφορές αυτές οφείλονται σε μειωμένη παθογονικότητα του στελέχους Όμικρον, στο υψηλό ποσοστό ανοσίας του πληθυσμού (44% των ενηλίκων ήταν εμβολιασμένοι και >50% του πληθυσμού είχε προηγουμένως εκτεθεί στον SARS–CoV-2), στα μέτρα πρόληψης της μετάδοσης του SARS–CoV-2 ή σε συνδυασμό όλων των ανωτέρω.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα αποτελέσματα της δημοσίευσης των C. Maslo και συνεργατών στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση JAMA.