Κυριακή, 24 Νοε.
10oC Αθήνα

Ποιος θα κερδίσει το προλεταριάτο;

Ποιος θα κερδίσει το προλεταριάτο;

Ο αγώνας δρόμου ανάμεσα στις αστικές δημοκρατίες και το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα για να πάρουν το προλεταριάτο με το μέρος τους. Η πολιτική του Βενιζέλου στην Ελλάδα και οι μυωπικές αντιδράσεις των Ελλήνων βιομηχάνων. Ο «λιτοδίαιτος Έλλην εργάτης» που δεν χρειαζόταν αυξήσεις.

Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος δεν έληξε μόνο με ήττα της Γερμανίας, της Αυστρουγγαρικής αυτοκρατορίας, της Βουλγαρίας και της Τουρκίας, αλλά και με μια πελώρια πολιτική ανατροπή στα ανατολικά. Την επανάσταση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, τον Οκτώβρη του 1917. Σήμερα, έναν ολόκληρο αιώνα αργότερα, μας είναι δύσκολο ν’ αντιληφθούμε σ’ όλο του το εύρος τον τρόμο που προκαλούσε στις αστικές δημοκρατίες της Δύσης η πιθανότητα μιας εξέγερσης των εξαθλιωμένων εργατών, στα πρότυπα του Ρωσικού πειράματος.

Γι’ αυτό και στη συνθήκη των Βερσαλλιών το 1919, οι νικητές που τακτοποίησαν τα μεταπολεμικά ευρωπαϊκά ζητήματα, τα νέα εθνικά σύνορα, τις αποζημιώσεις των νικημένων προς τους νικητές, τη κατανομή των αποικιών ανά τον κόσμο, ασχολήθηκαν με κάτι άλλο. Έφτιαξαν για πρώτη φορά την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, στην ηγεσία της οποίας τοποθέτησαν μια μορφή της Γαλλικής διανόησης, τον Άμπερτ Τόμας.

Επρόκειτο για έναν μετριοπαθή σοσιαλιστή, ιστορικό και δημοσιογράφο. Είχε ήδη προσφέρει πολλά στο μέγα θέμα της αντιμετώπισης των εκατομμυρίων προσφύγων που δημιούργησε ο πόλεμος και το 1919 εκλήθη από τη Δύση να απαντήσει στην πράξη σ’ ένα πελώριο πολιτικό και ιδεολογικό θέμα: Να αποδείξει ότι η συνεργασία των τάξεων ήταν προτιμότερη και πιο αποτελεσματική από την πάλη των τάξεων του Μαρξ και του Λένιν.

Μαζί του ήταν όλες οι τρομοκρατημένες από την προοπτική μιας εργατικής επανάστασης δυτικές κυβερνήσεις, διατεθειμένες να κάνουν ό,τι έπρεπε για να μην δουν Μπολσεβίκους να επαναστατούν στην χώρα τους. Άλλο όμως είναι η πολιτική πρόθεση ή η θεωρητική διάθεση κι άλλο η εφαρμογή μιας ανάλογης πολιτικής σε δυτικούς εργοδότες, οι οποίοι είχαν μάθει να είναι ασύδοτοι και να λειτουργούν χωρίς κανένα κανονιστικό πλαίσιο ή εργατική νομοθεσία.

Ο Τόμας μέσα σε δύο χρόνια κατάφερε να περάσει μέσω της Κοινωνίας των Εθνών (τον πρόγονο του ΟΗΕ) δεκάξι διεθνείς συμβάσεις και δεκαοκτώ οδηγίες για την κωδικοποίηση της εργατικής νομοθεσίας σε όλη τη Δύση. Ανάμεσα τους η απαγόρευση της παιδικής εργασίας, η βελτίωση της εργασίας των γυναικών, η αύξηση των μεροκάματων, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας με γενική τάση προς την καθιέρωση του οκταώρου και της αργίας της Κυριακής που δεν υπήρχαν, η δημιουργία συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και περίθαλψης των εργαζομένων.

Οι αλλαγές αυτές ήταν πολύ μεγάλες για τα δεδομένα της εποχής. Στόχος της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας ήταν οι κυβερνήσεις να καθιερώσουν αυτές τις αλλαγές με δική τους πρωτοβουλία, πριν τις επιβάλλει το εργατικό κίνημα που ήδη αναπτυσσόταν ραγδαία οργανώνοντας απεργίες και διαδηλώσεις στα εργοστάσια και στους δρόμους. Επρόκειτο για μια μάχη με τον χρόνο, για αλλαγές που ήταν ώριμες από καιρό. Είτε η αστική δημοκρατία θα ενσωμάτωνε τους εργάτες προσφέροντας τους καλύτερες αμοιβές και συνθήκες δουλειάς, είτε οι αλλαγές θα επιβάλλονταν κάτω από την κομμουνιστική ηγεμονία.

Στην Ελλάδα, ο Βενιζέλος ήταν αναφανδόν υπέρ του Τόμας, συνοδεύοντας την πολιτική της συνεργασίας των τάξεων με σκληρότατο αντικομμουνιστικό κυνήγι και βαριά αντιαπεργιακή νομοθεσία. Στο εσωτερικό όμως αντιμετώπιζε τη μυωπική αντίδραση των Ελλήνων βιομηχάνων, οι οποίοι θέλοντας να κρατήσουν τα προσωρινά κέρδη τους δεν κατανοούσαν ότι ο Βενιζέλος πάλευε για τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα τους. Στο Παγκόσμιο Συνέδριο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας που έγινε το 1919 στην Ουάσιγκτον, η ελληνική αντιπροσωπεία αρνήθηκε να δεχτεί ρύθμιση των όρων εργασίας με το εκπληκτικό σκεπτικό ότι «η υπερβολική λάμψις του ηλίου, κάνει τον Έλληνα εργάτη διαφορετικό», δηλαδή πιο ράθυμο και απρόθυμο να πετύχει την παραγωγικότητα των εργατών του βορρά.

Όσο για την αύξηση του μεροκάματου, αρνήθηκε με ακόμα πιο γελοίο σκεπτικό ότι δεν χρειαζόταν, καθότι «ο Έλλην εργάτης είναι φύσει λιτοδίαιτος, διότι η λιτότις της ζωής ήταν πάντα χαρακτηριστικό της ελληνικής φυλής». Βεβαίως, σιγά-σιγά οι αλλαγές αυτές πέρασαν και στην Ελλάδα με τη βοήθεια του εργατικού κινήματος, αν και μετά το 1922 που κατέφθασαν 1.500.000 ρακένδυτοι πρόσφυγες η προσφορά εργασίας έγινε τόσο άφθονη που τα εργατικά δικαιώματα υποχώρησαν αισθητά για αρκετά χρόνια.

Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.

Τελευταίες ειδήσεις