Στα 34 εκατ. ευρώ έφτασαν οι επενδύσεις στον τομέα των logistics στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του α’ εξαμήνου του 2024, την ώρα που σε παγκόσμιο επίπεδο οι επενδυτές εμφανίστηκαν τους πρώτους μήνες του έτους ιδιαίτερα συγκρατημένοι.
Στην εγχώρια αγορά περισσότερα από 250.000 τετραγωνικά μέτρα νέων κτιρίων logistics εκτιμάται ότι θα παραδοθούν έως το 2024, με τα βασικά ενοίκια για μεγάλα, σύγχρονα και βιώσιμα περιουσιακά στοιχεία να αυξάνονται, ενώ οι αποδόσεις συμπυκνώνονται. Οι μεγαλύτεροι επενδυτές στον χώρο εξακολουθούν να είναι οι ελληνικές ΑΕΕΑΠ.
Αυτές ενδιαφέρονται κυρίως για τα prime logistics, σε τοποθεσίες όπως ο Ασπρόπυργος και η Μαγούλα, των οποίων οι τιμές αυξάνονται λόγω της μεγάλης ζήτησης με το ενδιαφέρον πλέον να μεταφέρεται σε δευτερεύουσες τοποθεσίες, όπως στα Οινόφυτα και το Μαρκόπουλο.
Ο Πειραιάς, επίσης, παρουσιάζει αυτήν τη στιγμή μεγάλο ενδιαφέρον, με το ποσοστό κενών αποθηκών του να είναι πολύ υψηλότερο απ’ όλες τις άλλες αγορές, φτάνοντας στο 15%.
Αυτό οφείλεται κυρίως στις παλαιές αποθήκες που διαθέτει, οι οποίες δεν πληρούν τις απαιτήσεις των τελικών χρηστών, τόσο των εγχώριων όσο και των ξένων.
Οι βιομηχανικές περιοχές του Πειραιά είναι το Πέραμα, το Ρέντη και η Δραπετσώνα, οι οποίες χαρακτηρίζονται κυρίως από παλαιές εγκαταστάσεις αποθηκών, που αναπτύχθηκαν κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, γεγονός που «ρίχνει» την ελκυστικότητά τους, παρ’ όλο που έχουν μεγάλη προσβασιμότητα σε άλλα σημεία της πόλης και ειδικά στις περιοχές του Θριασίου Πεδίου.
Η εν λόγω αγορά εξακολουθεί να έχει χαμηλά επίπεδα ενοικίασης, της τάξης των 3,50 – 4,0 ευρώ/τετραγωνικό μέτρο/μήνα για τα ποιοτικότερα logistics που διαθέτει.
Τα ανατολικά προάστια είναι ακόμη μια περιοχή της Αθήνας που κατά την τελευταία χρονιά παρουσίασε σχετικά καλό ενδιαφέρον από τους τελικούς χρήστες. Το τρέχον ποσοστό κενών αποθηκών είναι 8% και αναμένεται να μειωθεί τα επόμενα χρόνια, καθώς παρατηρείται συνεχής αύξηση της ζήτησης, κυρίως για κέντρα δεδομένων.
Τα Σπάτα, η Παιανία, το Κορωπί και το Μαρκόπουλο διαθέτουν καλή γειτνίαση με το αεροδρόμιο της Αθήνας, με αποτέλεσμα να προσφέρουν πιο ανταγωνιστικά ενοίκια από το Θριάσιο Πεδίο και το Κρυονέρι.
Τα πιο ακριβά ενοίκια ωστόσο με διαφορά εντοπίζονται στον Ασπρόπυργο, στη Μάνδρα, στη Μαγούλα και στη Ελευσίνα, καθώς κυμαίνονται στα 64 ευρώ/ τ.μ. τον χρόνο, δηλαδή διαμορφώνονται στα 5,5 ευρώ/ τ.μ. τον μήνα. Οι αποδόσεις της Αθήνας βρίσκονται εξίσου σε ικανοποιητικά επίπεδα για τους επενδυτές, καθώς φτάνουν στο 7%.
Οι μόνες χώρες, σύμφωνα με την έρευνα της BNP Paribas real estate, οι οποίες έχουν φθηνότερα ενοίκια από την Ελλάδα είναι η Πολωνία, με τις τιμές στη Βαρσοβία, να κυμαίνονται στα 4,3 ευρώ/ τ.μ., στη Ρουμανία τα μισθώματα αγγίζουν τα 58 ευρώ τον μήνα, δηλαδή τα 4,8 ευρώ/ τ.μ. και στη Λετονία η μέση ζητούμενη τιμή ανέρχεται στα 5,1 ευρώ/ τ.μ.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο το 2024 χαρακτηρίζεται ως «ένα μεταβατικό έτος», λαμβάνοντας υπόψη τα χαμηλά ποσά κεφαλαίων που αντλήθηκαν και τα ακόμα λιγότερα περιουσιακά στοιχεία που είναι διαθέσιμα προς αγορά.
Σύμφωνα, ωστόσο, με το «The Lighthouse H2 2024 – European Property Market Outlook», που δημοσίευσε της BNP Paribas Real Estate Investment, αφού οι επενδυτές πέρασαν τους τελευταίους 18 μήνες σε κατάσταση αναμονής και ελάχιστης κινητικότητας, φαίνεται ότι σταδιακά η αγορά ακινήτων μπαίνει σε έναν νέο κύκλο, ως αποτέλεσμα της επερχόμενης περαιτέρω χαλάρωσης των χρηματοοικονομικών συνθηκών τα επόμενα τρίμηνα.
Σε παγκόσμιο επίπεδο οι συμφωνίες που τελικά ολοκληρώθηκαν στον τομέα των logistics το α’ εξάμηνο ανήλθαν σε 78 δισ. δολ., μειωμένες κατά 16% σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2023, αλλά αυξημένες πάνω από 9% από τον μέσο όρο του 2015 – 19.
Σύμφωνα με την Savills, η μέση συμφωνία αυξήθηκε σε μέγεθος κατά περίπου 11% σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο, γεγονός που ερμηνεύεται ότι οι επενδυτές κλίμακας επιστρέφουν ενώ ανακάμπτει η δραστηριότητα από τους διασυνοριακούς «παίκτες».